·
Λόγος
γιὰ τὰ 150 χρόνια
τῆς ᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας.
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΥ
Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ
ΚΑΤΑ
ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟΝ
ΤΗΣ 150ῆς ΕΠΕΤΕΙΟΥ
ΤΗΣ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ
ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
(῾Ηρώδειον,
24η Σεπτεμβρίου
1987)
*******
Κύριε
Πρόεδρε τῆς
᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας,
|
Ἀθῆναι,24.9.1987.
Θέατρον Ἡρώδου τοῦ Ἀττικοῦ.
Ἑορτασμὸς 150 χρόνων
τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας.
|
|
Μὲ
αἰσθήματα
ἰδιαίτερης
χαρᾶς καὶ εὔλογης
ἐθνικῆς ὑπερηφανείας
προσέρχομαι
εἰς τὴν πανηγυρικὴ
αὐτὴ Συνεδρία
τοῦ ἑορτασμοῦ
τῶν 150 χρόνων
ζωῆς τῆς ᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας.
Ποὺ εἶναι
συγχρόνως
καὶ 150 χρόνια
ἐπανακαλλιεργείας
εἰς τὸν τόπο
μας τῆς ἐπιστήμης
τῆς ᾽Αρχαιολογίας.
Κυρίες
καὶ Κύριοι,
Πράγματι,
τὸ ἀληθινὸ
ἀρχαιολογικὸ
πνεῦμα, ὡς ἀποτύπωσις
περιεργείας
καὶ ἐνδιαφέροντος
διὰ τὰ πράγματα
τοῦ παρελθόντος,
ἀναφαίνεται
ἤδη μὲ τὴν ἀνάπτυξι
τοῦ ἐν γένει
ἐπιστημονικοῦ
πνεύματος
εἰς τὴν ἑλληνικὴ
ἀρχαιότητα
κατὰ τὸν 4ο
π.Χ. αἰῶνα. Στὴν
συνέχεια δὲ
καὶ ὑπὸ τὴν
ἐπίδρασι τοῦ
᾽Αριστοτέλους
οἱ σοφοὶ τῆς
ἀλεξανδρινῆς
περιόδου ἐπεδόθησαν,
μέσα στὶς βιβλιοθῆκες
τῆς Περγάμου,
τῆς ᾽Αλεξανδρείας,
τῆς ᾽Αντιοχείας,
στὴν καταγραφή,
συ
γκέντρωσι
καὶ περιγραφὴ
τῶν εὑρημάτων
τοῦ παρελθόντος,
καὶ αὐτῶν ἀκόμη
ποὺ κατέκειντο
ἤδη σὲ ἐρείπια.
Τὰ περισσότερα
ἀπὸ τὰ ἔργα
τῶν σοφῶν ἐκείνων
ἐχάθησαν. ᾽Ημποροῦμε,
ἐν τούτοις,
νὰ ἔχουμε μιὰ
ὡρισμένη ἰδέα
τῶν περιγραφῶν
καὶ περιηγήσεων
ἐκείνων, ὅπως
μὲ τὴν
῾Ελλάδος
Περιήγησιν
τοῦ Παυσανίου,
ἔργο, ποὺ συνεγράφη,
ὡς γνωστόν,
κατὰ τὸ δεύτερο
ἥμισυ τοῦ 2ου
μ.Χ. αἰῶνος.
|
Ἀθῆναι,24.9.1987.
Θέατρον Ἡρώδου τοῦ Ἀττικοῦ.
Ἑορτασμὸς 150 χρόνων
τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας.
|
|
Καὶ
εἶναι δεδομένο,
ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον
δὲν ἔλειψε
καὶ κατὰ τοὺς
αἰῶνες, ποὺ
ἠκολούθησαν.
῞Ομως, ἀληθινὴ
ἔκρηξις τῆς
ἀρχαιολογικῆς
ἔρευνας σημειώνεται
μόλις ἀπὸ τὸν
περασμένο
αἰῶνα. ῾Υπάρχουν
μάλιστα καὶ
εἰδήμονες,
ποὺ ἀναβιβάζουν
τὴν ζωὴ τῆς
ἐπιστήμης
τῆς ᾽Αρχαιολογίας,
ὑπὸ τὴν σημερινή
της ἔννοια,
μόλις σὲ λίγα
περισσότερα
ἀπὸ 100 χρόνια.
Πάντως, μόνον
κατὰ τὸν περασμένο
αἰῶνα ἡ ἀρχαιολογικὴ
ἔρευνα κερδίζει
τὴν δικαίωσι
μὲ τὴν ἵδρυσι
Πανεπιστημιακῶν
ἑδρῶν, ᾽Ινστιτούτων,
᾽Αρχαιολογικῶν
Σχολῶν καὶ
ἀποκτᾷ ἔτσι
τὴν ἐπίσημη
καθιέρωσί
της.
Εἶναι,
ἑπομένως, ἐξόχως
χαρακτηριστικὸ
τῆς ἐπιστημονικῆς
ἑτοιμότητος
τοῦ Γένους
τῶν ῾Ελλήνων,
ὅτι εἰς τὴν
ἐπιστημονικὴ
αὐτὴ ἄνθισι
σχεδὸν καθόλου
δὲν ὑστέρησε
χρονικῶς. Διότι,
καίτοι μόλις
πρὶν ἐλάχιστα
χρόνια εἶχεν
ἐπανεύρει,
ὕστερα μάλιστα
ἀπὸ βάρβαρη
δουλεία αἰώνων,
τὴν πολιτειακή
του συγκρότησι,
ὡς καρπὸ ἀπαραμίλλου
ἀπελευθερωτικοῦ
ἀγῶνος, ἐν τούτοις
ἀπὸ τὶς πρῶτες
μέριμνές του
ὑπῆρξε καὶ
ἡ διαφύλαξι
καὶ προστασία,
ἀλλὰ καὶ ἀξιοποίησι
τῆς πολιτιστικῆς
του κληρονομίας.
῎Ετσι καὶ τὸ
ἐπίσημο Κράτος
ἐθέσπισε τὸν
νόμο τῆς 10ης/22ας
Μαΐου 1834
«περὶ τῶν ἐπιστημονικῶν
καὶ τεχνολογικῶν
συλλογῶν, περὶ
ἀνακαλύψεως
καὶ διατηρήσεως
τῶν ἀρχαιοτήτων
καὶ τῆς χρήσεως
αὐτῶν», -
ἔργο καὶ ὁ
νόμος αὐτὸς
τοῦ ἀειμνήστου
Γεωργίου-Λουδοβίκου
φὸν Μάουρερ,
μέλους τῆς
βαυαρικῆς
᾽Αντιβασιλείας,
- καὶ ἡ ἀνεκτίμητη
ἰδιωτικὴ πρωτοβουλία
- ἀνεκτίμητη,
ὅταν βεβαίως,
μακρυὰ ἀπὸ
τὴν στυγνὴ
ἰδιοτέλεια,
ἐπιδίδεται
σὲ ἔργα ὑπηρετικὰ
τοῦ κοινωνικοῦ
συνόλου καὶ
ἐθνωφελῆ
- ἐξεδήλωσε τὴν
ἐνθουσιώδη,
ἐν προκειμένῳ,
παρουσία της
μὲ τὴν ἵδρυσι,
τὸ 1837, τῆς ᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας.
Αὐτὴ
ἡ παράλληλη
μέριμνα ἐπίσημης
Πολιτείας
καὶ ἰδιωτικῆς
πρωτοβουλίας
ἐξεικονίζει
τὴν ἀλήθεια,
ὅτι εἰς τὴν
πολιτιστική
του κληρονομία
διέβλεπε τὸ
Γένος τῶν ῾Ελλήνων
τὴν θεμελιώδη
ἔκφρασι τῆς
πολιτιστικῆς
καὶ ἐθνικῆς
του ταὐτότητος.
Κατ᾽ ἐξοχὴν
μάλιστα τῆς
δευτέρας,
ὅταν τὸ νεοελληνικὸ
Κράτος, ἐδαφικῶς
κάτισχνο, διότι
ἔτσι τὸ ἠθέλησαν
οἱ τότε ἰσχυροί,
ἀπέβλεπε καὶ
προετοιμάζετο
γιὰ τὴν τιτάνια
ἐξόρμησι πρὸς
τὴν ἐθνική
του ὁλοκλήρωσι.
᾽Ακριβῶς, τὰ
μνημεῖα τοῦ
παρελθόντος
ἀπὸ μόνα τους
μιλοῦσαν γιὰ
τὰ δίκαια τοῦ
῾Ελληνισμοῦ,
ποὺ μὲ τόση
ἰταμότητα
καταπατοῦσαν
ἢ περιφρονοῦσαν
οἱ ξένοι μὲ
τὰ μόνα ὅπλα,
ποὺ διέθεταν,
καὶ πάντοτε
οἱ ἀδικοῦντες
διαθέτουν,
δηλαδὴ τὴν
δύναμι καὶ
τὸ συμφέρον.
Καὶ εἰς τὴν
μαρτυρία τῶν
μνημείων ὡς
ἀκαταμάχητο
στήριγμα τῶν
δικαίων του
ἀπέβλεπε,
ἀσφαλῶς μὲ
ὑπερβολικὴ
αἰσιοδοξία,
ὑπερβολικὴ
ἐν ὄψει τοῦ
κυνισμοῦ, ποὺ
δὲν ἀπουσιάζει
δυστυχῶς καὶ
ἀπὸ τὶς διεθνεῖς
σχέσεις, τὸ
Γένος τῶν ῾Ελλήνων.
Περισσότερο
ἁπτὴ τῆς καταστάσεως
αὐτῆς τῶν πνευμάτων
μαρτυρία
προσφέρει,
δεκαετίες
ἀργότερα, τὸ
1896, τὸ περισπούδαστο
ἔργο τοῦ φιλολόγου
καὶ ἀρχαιολόγου
Μαργαρίτου
Δήμιτσα μὲ
τὸν χαρακτηριστικό
του τίτλο
«῾Η Μακεδονία
ἐν λίθοις φθεγγομένοις
καὶ μνημείοις
σῳζομένοις».
Καὶ ἴσως δὲν
εἶναι ἄσκοπο
εἰς τοὺς σημερινοὺς
καιρούς, κατὰ
τοὺς ὁποίους
περισσεύει
ἡ ὠργανωμένη
ἀδίστακτη
πλαστογράφησις
τῆς ῾Ιστορίας,
ἡ ὑπόμνησις
τοῦ γεγονότος,
ὅτι ὁ ἀληθινὸς
ἱδρυτὴς τῆς
᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας,
ὁ Κωνσταντῖνος
Μπέλλιος, ποὺ
ἔβαλε πρῶτος
τὴν ὑπογραφή
του , μὲ δεύτερη
ἐκείνη τοῦ
ἀνεψιοῦ του
᾽Αλεξάνδρου
Μπέλλιου, εἰς
τὸ ἱδρυτικὸ
τῆς ῾Εταιρείας
ἔγγραφο, ὑπῆρξε
Μακεδὼν τῆς
διασπορᾶς.
Γεννημένος
εἰς τὸ Λινοτόπι
τῆς Μακεδονίας,
ζοῦσε εἰς τὴν
Αὐστρία, καὶ
εἶχε μάλιστα
ἀποκτήσει
ἐκεῖ καὶ τὸν
τίτλο τοῦ βαρώνου,
μὲ τὴν παραπάνω
δὲ πρωτοβουλία
του κατέστησε
συγχρόνως
ἀνεξίτηλη
τὴν κραταιότατη
αὐτὴ μαρτυρία
του, καὶ αὐτός,
περὶ τῆς ἑλληνικῆς,
καὶ μόνον ἑλληνικῆς,
συνειδήσεως,
ποὺ συνταιριάζει
ἄλλωστε καὶ
μὲ τὴν καταγωγή
τους, τῶν Μακεδόνων.
Κυρίες
καὶ Κύριοι,
Μέσα
εἰς τὸ πνευματικὸ
αὐτὸ κλῖμα
ἱδρύθηκε πρὶν
150 χρόνια
ἡ ᾽Αρχαιολογικὴ
῾Εταιρεία.
Καὶ ἔκτοτε
ἐξεπλήρωσε
καὶ ἐκπληρώνει
μὲ ζηλευτὴ
ἀφοσίωσι, ἀλλὰ
καὶ μὲ τὴν βοήθεια
τῆς Πολιτείας,
τοὺς σκοπούς,
ποὺ ἔταξαν
οἱ ἀοίδιμοι
ἱδρυτές της
καὶ οἱ ὁποῖοι
συμπίπτουν
μὲ ὅλη τὴν δέσμη
τῶν ἐνδιαφερόντων,
ποὺ συνθέτουν
τὴν ἐπιστήμη
τῆς ᾽Αρχαιολογίας.
᾽Ενδιαφέροντα,
τὰ ὁποῖα δὲν
περιορίζονται
σὲ μόνη τὴν
ἀνασκαφή,
ποὺ παριστάνει
μόνον μία στιγμὴ
τοῦ ἔργου τοῦ
᾽Αρχαιολόγου,
ἀλλὰ ἐκτείνονται
καὶ εἰς τὰ ἑπόμενα
στάδια : τῆς
ἀποκαλύψεως,
τῆς διατηρήσεως,
τῆς ἀποκαταστάσεως,
τῆς ἐκθέσεως
καί, τέλος, τῆς
δημοσιεύσεως
τῶν εὑρημάτων.
Καί, ἀκριβῶς,
τὸ ἔργο τῆς
᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας
εἶναι τεράστιο
σὲ ὅλους αὐτοὺς
τοὺς τομεῖς
: στὸν
ἀνασκαφικό,
σχεδὸν ἀπὸ
ἄκρη σὲ ἄκρη
εἰς ὅλη τὴν
῾Ελλάδα : στὸν ἀναστηλωτικό,
μὲ ἐπιφανὲς
πεδίο ἐργασιῶν
τὸν Παρθενῶνα
καὶ ἄλλα μνημεῖα
τῆς ᾽Ακροπόλεως·
στὸν
συλλεκτικὸ
καὶ
ἐκθεσιακό,
κυρίως μὲ τὴν
ἵδρυσι, ἤδη
τὸ 1858, τοῦ πρώτου
Μουσείου στὴν
ἀπελευθερωθεῖσα
῾Ελλάδα, ποὺ
ἦτο, ἂς σημειωθῇ,
καὶ μοναδικὸ
μέχρι τῆς ἱδρύσεως
τὸ 1891 τοῦ ᾽Εθνικοῦ
᾽Αρχαιολογικοῦ
Μουσείου ·
στὸν τομέα,
τέλος, τῶν
δημοσιεύσεων,
μὲ ἑκατοντάδες
ἤδη ἐκδόσεις,
ἀπὸ τὶς ὁποῖες
προέχουν τὰ
Πρακτικὰ
καὶ ἡ
᾽Αρχαιολογικὴ
᾽Εφημερίς
.
Κυρίες
καὶ Κύριοι,
Δὲν
εἶναι ἴσως
ἄσκοπο, νὰ προστεθῇ,
ὅτι κατὰ τὴν
σύγχρονη ἐποχὴ
εἴμαστε μάρτυρες
μιᾶς νέας ἀποτιμήσεως
τῶν πολιτιστικῶν
ἀγαθῶν. ῎Ετσι
ἀνεφάνη καὶ
προοδεύει
ἡ ἰδέα τοῦ χαρακτηρισμοῦ
των ὡς πολιτιστικῆς
περιουσίας
ὁλοκλήρου
πλέον τῆς ἀνθρωπότητος.
Ναί, ἀλλὰ μόνον
παραλλήλως,
χωρὶς δηλαδὴ
καὶ νὰ ὑποχωρῇ
ἡ παραδοσιακὴ
ἀντίληψις
τῆς ὑπάρξεώς
των ὡς κατ᾽
ἐξοχὴν τεκμηρίων
μιᾶς συγκεκριμένης
πολιτιστικῆς
καὶ ἐθνικῆς
ταὐτότητος.
Τοὐναντίον
μάλιστα, ἡ τελευταία
αὐτὴ ὁλοένα
καὶ ἐνδυναμώνεται.
Εἰς τὸ πλαίσιο
ἀκριβῶς τῶν
ἰδεῶν αὐτῶν
εὑρίσκεται
καὶ ἡ πρωτοβουλία
τῆς U.N.E.S.C.O.,
ἡ ὁποία ἐνθαρρύνει
τὴν ἐπιστροφὴ
τῶν ἀρχαιολογικῶν
ἀγαθῶν εἰς
τὴν χώρα τῆς
προελεύσεώς
των, εἰς τὴν
χώρα, ποὺ καθορίζει
ἡ ἐθνική τους
ταὐτότητα.
Πρὸ παντὸς
μάλιστα ὅταν
πρόκειται
γιὰ λειτουργικῶς
ἐνεργὰ καὶ
ὄχι ἐγκαταλελειμμένα
ἀρχαιολογικὰ
ἀγαθά.
῎Ετσι
καὶ οἱ προοπτικές,
ποὺ διανοίγονται
γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ
καὶ στὴν χώρα
μας ἀρχαιολογικῶν
θησαυρῶν, ὅπως,
γιὰ παράδειγμα,
τὰ μάρμαρα
τοῦ Παρθενῶνος,
ποὺ ἐγκατέλειψαν
κατὰ καιροὺς
τὸ πάτριο ἔδαφος
ὑπὸ συνθῆκες
κυριολεκτικῶς
ὕβρεως γιὰ
τὸ ἀνθρώπινο
πνεῦμα, εἶναι,
περισσότερο
ἀπὸ κάθε ἄλλη
στιγμὴ τοῦ
παρελθόντος,
σήμερα εὐοίωνες.
Καὶ δὲν ἠμπορεῖ,
ἡ ἀνθρώπινη
συνείδησι,
στὴν ἀτέρμονα
πορεία της
πρὸς τὴν τελείωσι,
θὰ ὑπαγορεύσῃ
κάποτε τὴν
πραγματοποίησι
τοῦ δέοντος.
Εὐχόμαστε,
νὰ γίνῃ αὐτὸ
τὸ ταχύτερον.
Κυρίες
καὶ Κύριοι,
᾽Αληθινὰ
μεγάλο εἶναι
τὸ πολυσχιδὲς
μέχρι σήμερα
ἔργο τῆς ᾽Αρχαιολογικῆς
῾Εταιρείας,
ποὺ εἶναι καὶ
μία ἀπὸ τὶς
ἀρχαιότερες
ἐπιστημονικὲς
ἑταιρεῖες
τῆς χώρας μας.
Χαιρετίζω
λοιπὸν μὲ ἐνθουσιασμὸ
τὰ 150 χρόνια
τῆς δράσεώς
της, δράσεως
καθαρῶς ἐπιστημονικῆς,
ἀλλὰ συγχρόνως
καὶ ἐθνωφελοῦς,
εὐχόμενος
ἀπρόσκοπτη
καὶ πλούσια
εἰς ἐπιτεύγματα
καὶ τὴν περαιτέρω
πορεία της.
Φέρω
δὲ εὐλαβικὰ
τὴν μνήμη μου
πρὸς τοὺς ἀοιδίμους
῾Ιδρυτές της
καὶ ὅλους τοὺς
ἐξόχους ἄνδρες,
ποὺ ἔθεσαν
τὴν εὐχυμία
καὶ νηφαλιότητα
τοῦ ἐπιστημονικοῦ
των πνεύματος
καὶ τὴν θέρμη
τῆς ἀκάματης
ἐνεργητικότητός
των εἰς τὴν
ὑπηρεσία τῶν
σκοπῶν τῆς
῾Εταιρείας.
Σκοπῶν, ποὺ
συγκλίνουν
οὐσιαστικῶς
σὲ ἕνα : στὴν
ἐπανεύρεσι,
μέσα στὸν ἑλληνικὸ
χῶρο, τῶν διαφόρων
στιγμῶν ἑνὸς
καὶ μόνον ὄντος,
τοῦ ἀνθρώπου
!
|