ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

^*^*^*^

 

ΣΕΛΙΔΕΣ  ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

 

Ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία μου ὡς Εἰρηνοδίκου

Κλεισούρας Καστορίας

 

*******

 

Μὲ τὸ κείμενον, ποὺ ἀκολουθεῖ, ἐγκαινιάζεται ἡ παρουσίασις εἰς τὴν παροῦσαν ἱστοσελίδα σελίδων αὐτοβιογραφίας μου.

Τὸ κείμενον ἀναφέρεται εἰς τὴν περίοδον τῆς δικαστικῆς μου ὑπηρεσίας  ὡς Εἰρηνοδίκου Κλεισούρας Καστορίας. Καὶ εἰδικώτερον εἰς τὴν ὑπ' ἐμοῦ ἐκτέλεσιν διοικητικῶν καθηκόντων ὡς Προέδρου τῆς Διοικητικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ἐκεῖ λειτουργοῦντος τότε Ἐθνικοῦ Ἀγροτικοῦ Νηπιο-τροφείου, εἰς τὸ ὁποῖον ὑπηρέτει ὡς Διευθύνουσα ἡ Ἀθανασία Πιτόσκα.

Συνετέθη τὴν 6.12.2008 μὲ τὸ ἄγγελμα τοῦ θανάτου αὐτῆς. Καὶ δὲν ἀποτελεῖ νεκρολογίαν, ἀφοῦ ἡ διαμνημόνευσις περιορίζεται εἰς μόνην τὴν τοιαύτην ὑπηρεσίαν της καὶ αὐτὴν δεδομένου χρόνου. Πρόκειται λοιπὸν περὶ ἱστορήσεως ὄχι τῆς ζωῆς μιᾶς ἀθορύβου προσωπικότητος, ἀπὸ αὐτές, ποὺ ὑλοποιοῦσαν τὴν κοινωφελῆ ἐνεργητικότητα τοῦ τόσον λυσσωδῶς κατὰ τὶς ἡμέρες μας δυσφημουμένου, ἀδίκως βεβαίως, Ἑλληνικοῦ μας Κράτους. Ἀλλὰ κυρίως, ἐξ ἀφορμῆς ἀκριβῶς τῆς συγκεκριμένης ἀνθρωπίνης παρουσίας, περὶ σκιαγραφήσεως σημείων τῆς διοικητικῆς τοῦ Κράτους ἐνεργητικότητος, ὅπως ὑπέπεσαν εἰς τὴν ἄμεσον ἀντίληψιν ἑνὸς λειτουργοῦ τῆς Δικαιοσύνης  κατὰ τὶς ἀπαρχὲς τῆς δικαστικῆς του σταδιοδρομίας.

Ἔτσι ἡ μνήμη τῆς Ἀθανασίας Πιτόσκα, πέρα τῆς χωρούσης ἀδρομεροῦς παρουσιάσεώς της ὡς Διευθυνούσης ἑνὸς Νηπιοτροφείου,  ἀπετέλεσε τὴν ἀφορμὴν πρὸς ἔκθεσιν μέρους διοικητικῶν μου ἐμπειριῶν ἐκ τῆς συγκροτήσεως καὶ λειτουργίας τῆς κρατικῆς μηχανῆς, σὲ συνάρτησι βεβαίως πρὸς τὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς τότε ἐποχῆς. Δηλαδὴ οὐσιαστικῶς «σελίδων αὐτοβιογραφίας», οἱ ὁποῖες καὶ διὰ τὸν χαρακτῆρα των αὐτὸν καταχωρίζονται  ἐδῶ.

Τὸ κείμενον ἐδημοσιεύθη εἰς τὴν καθημερινὴν ἐφημερίδα τῆς Κομοτηνῆς «Ο  ΧΡΟΝΟΣ», εἰς τὸ φύλλον τῆς Τετάρτης 10ης Δεκεμβρίου 2008.

Χ. Α. Σ.

 

 

ΑΘΑΝΑΣΙΑ  ΠΙΤΟΣΚΑ - ΜΑΡΤΙΔΟΥ

Μιὰ ἀληθινὰ ἀνθρώπινη παρουσία.

 

^*^*^*^

1.- Μὲ βαθύτατη θλίψι ἐπληροφορήθην τὸν θάνατον τῆς, τόσο σὲ ὅλους ἀγαπητῆς, Ἀθανασίας Πιτόσκα - Μαρτίδου, τῆς κοινῶς γνωστῆς μας Σούλας.

 

2.- Τὴν ἐγνώρισα σὲ χρόνους χαλεπούς, στὶς ἀρχὲς τοῦ 1956.  Ἡ Πατρίδα μας ἀγωνίζονταν νὰ ἐπουλώσῃ τὶς πληγὲς ἀπὸ ἐμφύλιο σπαραγμό, τὸν ὁποῖον ἐσκεμμένα προεκάλεσεν ἐθνοπροδοτικὴ ἡγεσία ἀσημάντου μειονοψηφίας τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ποὺ ἐπεδίωκε μὲ τὴν βία τὴν κομμουνιστικοποίησι τῆς χώρας μὲ τὴν ἄμεση βοήθεια τῶν τότε ὑπὸ κομμουνιστικὸν ζυγὸν βορείων γειτόνων μας, ποὺ ἐνεργοῦσαν μὲ ἀντάλλαγμα τὴν παραχώρησι τῆς Μακεδονίας μας !  Ἰδιαιτέρως πολυπαθεῖς  οἱ βόρειες ἐπαρχίες τῆς Ἑλλάδος μας. Καὶ εὐλόγως πρὸς αὐτὲς κατευθύνετο ἡ κύρια μέριμνα τῆς Πολιτείας. Πρὸς τοῦτο, μεταξὺ ἄλλων, συνεστήθη εἰδικὸς λογαριασμὸς ὑπὸ τὸν τίτλον «Πρόνοια τῶν Βορείων Ἐπαρχιῶν» καὶ ἀκόμη μὲ πρωτοβουλία τῶν ἡγητόρων μας εἶχαν ἱδρυθῆ καὶ λειτουργοῦσαν, ἰδίως στὴν ὕπαιθρο χώρα, σὲ πόλεις καὶ σημαντικὲς κωμοπόλεις, τὰ λεγόμενα «Σπίτια τοῦ Παιδιοῦ», στὰ ὁποῖα παιδιὰ ἀπόρων οἰκογενειῶν ἐμάθαιναν διάφορες τέχνες (ὅπως ξυλουργοῦ, ὑδραυλικοῦ, ἠλεκτρολόγου, πρακτικοῦ μηχανικοῦ, κλπ.), ὥστε νὰ καταστοῦν ἱκανὰ πρὸς ἄσκησι μὲ τὴν ἐνηλικίωσί τους βιοποριστικοῦ ἐπαγγέλματος. Ἀλλὰ συνεστήθησαν σὲ ἀρκετὰ πάμπτωχα χωριά καὶ τὰ ἀποκαλούμενα «Ἐθνικὰ Ἀγροτικὰ Νηπιοτροφεῖα», στὰ ὁποῖα προσήρχοντο καὶ μὲ ὁλοήμερη διαμονὴ διετρέφοντο ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς προσχολικῆς ἡλικίας, ἀπὸ 3 ἕως καὶ 6 ἐτῶν. Τὸ ἔργο αὐτὸ ἐπιτελοῦσαν ἐκπαιδευμένες νηπιοκόμες, ποὺ διαπαιδαγωγοῦσαν ὑποδειγματικὰ τὶς νεαρὲς ὑπάρξεις. Μὲ θεαματικά, ἁπτὰ στὴν διεύρυνσι τῶν γνώσεων καὶ τὴν ἀπόκτησι ἀπὸ τοὺς νεαροὺς τροφίμους σωστῆς κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς, ἀποτελέσματα. Ἔργο ὑπέρτερο καὶ κοινωνικῶς ἐπωφελέστερο παντὸς ἄλλου, οἱασδήποτε βαθμίδος, παιδαγωγοῦ. Ἐπιτελούμενο δὲ κατὰ κανόνα μὲ ἐλάχιστο προσωπικὸ καὶ πολὺ περιωρισμένα μέσα, ἀλλὰ πάντοτε κατὰ τρόπον ἄψογον. Ὅταν καταλαγιάσῃ ὁ κουρνιαχτὸς τῆς νοσηρᾶς προκαταλήψεως, τῆς ἀλογίστου κομματικῆς ἐμπαθείας καὶ τῆς θλιβερωτάτης ἀκρισίας, προγραμματικῶς ἐκτρεφομένης ἀπὸ τὴν μάστιγα σοβούσης ἀσυδότου δημοσιογραφικῆς ἀμαθείας, ἀσφαλῶς θὰ ἀναγνωρισθῇ τὸ ἐθνικῶς ἐπωφελέστατον μέγα ἔργον τῶν ταπεινῶν ἐκείνων ἱδρυμάτων καὶ τοῦ ἀθορύβου προσωπικοῦ των. Τὰ Νηπιοτροφεῖα αὐτὰ ὑπήγοντο ὑπηρεσιακῶς στὸ τότε Ὑπουργεῖον Κοινωνικῆς Προνοίας ( στὸ ὁποῖον εἶχε συγχωνευθῆ ἀπὸ τὸ 1951 τὸ προηγουμένως αὐτοτελὲς Ὑπουργεῖον Ὑγείας),  τὴν δὲ Διοικητικὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ καθενὸς ὥριζε μὲ ἀπόφασί του ὁ οἰκεῖος Νομάρχης.

 

3.- Ἐγνώρισα λοιπὸν τότε τὴν Σούλα ὡς Διευθύνουσα τοῦ Ἐθνικοῦ Ἀγροτικοῦ Νηπιοτροφείου Κλεισούρας Καστορίας,  μιᾶς πανέμορφης ὀρεινῆς      (σὲ ὑψόμετρο 1.180 μέτρων) ἄλλοτε ἀνθούσης κωμοπόλεως, ἡ ὁποία, μὲ διαδοχικὲς ὁλοκληρωτικὲς καταστροφές, ἀπὸ τοὺς βουλγάρους κομιτατζῆδες κατὰ τὴν ψευδοεπανάστασί τους τοῦ Ἤλιντεν τὸ 1903, καὶ τὸ 1944 ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς κατακτητές, καὶ τὴν συνακόλουθη φυγὴ τῶν κατοίκων του, εἶχε καταντήσει ἕνα ὀλιγάνθρωπο χωριό, μὲ καταγεγραμμένο ποσοστὸ  πτωχῶν ἄνω τοῦ 90 % τῶν μονίμων (περὶ τοὺς 650) κατοίκων του. Καὶ τὴν ἐγνώρισα ὑπηρεσιακῶς. Ἡ Σούλα ἦτο τότε Διευθύνουσα τοῦ Νηπιοτροφείου, διότι ἡ ὑπάρχουσα Διευθύντρια εἶχε πρὶν ἀπὸ ἀρκετοὺς μῆνες μετατεθῆ σὲ ἄλλη θέσι, ἐκρίθη δὲ ὑπηρεσιακῶς, ὅτι γιὰ τὴν σωστὴ λειτουργία τοῦ Νηπιοτροφείου ἀρκοῦσαν οἱ ὑπηρεσίες καὶ μόνον τῆς Σούλας. Διοικητικὴ ἀναγνώρισις τῆς ἀξίας της καὶ τῶν ὑπηρεσιακῶν της δυνατοτήτων μὲ τὴν συνακόλουθη ἐκ τῶν ἐνόντων ἐξοικονόμησι τῶν ἀναγκῶν ἀπὸ τὸ ἀγωνιζόμενον πρὸς ἀνασυγκρότησί του Κράτος μας. Ἐγνώρισα ἐκεῖ τὴν Σούλα, ὅταν ἐτοποθετήθην, νεοεισαγόμενος εἰς τὸν Δικαστικὸν κλάδον, ὡς Εἰρηνοδίκης Κλεισούρας, ὑπὸ τὶς ἀκόλουθες συνθῆκες.

Ἦτο τότε Νομάρχης Καστορίας ὁ ἀείμνηστος Κωνσταντῖνος Σερεπίσιος, ἀνὴρ εὐρυτάτης παιδείας καὶ πολλαπλῶν ἄλλων προσόντων, ἀληθινὸς ἀγωνιστὴς τῆς Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως  (εἰς τὰς τάξεις τοῦ Ε.Δ.Ε.Σ.) καὶ πρὸ παντὸς ἐξαιρέτου ἤθους. Προσωπικότης εὐλόγως διακεκριμένη, ἀφοῦ εἶχεν ἀναδειχθῆ εἰς τὴν θέσιν αὐτὴν κατὰ τὸν ἰσχύσαντα θεσμὸν τῶν ὑπηρεσιακῶν νομαρχῶν, τὸν ὁποῖον ἐδημιούργησεν ἡ Κυβέρνησις Πλαστήρα - Βενιζέλου τὸ 1950 μὲ πρωτοβουλίαν τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν ἀειμνήστου Γεωργίου Παπανδρέου πρὸς ἀπαλλαγὴν τῆς Διοικήσεως ἀπὸ τὴν κομματοκρατίαν, δυστυχῶς ὅμως καταργηθέντα ἀκολούθως τὸ 1955 μὲ τὴν ἄνοδον εἰς τὴν ἐξουσίαν τοῦ Κωνσταντίνου Καραμανλῆ, ἀλλὰ μὲ διατήρησιν μέχρι λήξεως τῆς θητείας των τῶν ἤδη ὑπηρετούντων, ὅπως ἦτο καὶ ὁ Σερεπίσιος. Ἦσαν δὲ οἱ ὑπηρεσιακοί, ὅπως ἀπεκαλοῦντο, ἐκεῖνοι Νομάρχαι προσωπικότητες μὲ ὑπερέχοντα προσόντα, ἀφοῦ ἐπελέγοντο πάντοτε μόνον ἀξιοκρατικῶς ὑπὸ Ἐπιτροπῆς, προεδρευομένης ἀπὸ τὸν Πρόεδρον τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας καὶ μέλη καὶ ἄλλους ἀνωτάτους δικαστικοὺς λειτουργοὺς καὶ Καθηγητὲς Πανεπιστημίου, κατόπιν αὐστηρῶν καὶ γραπτῶν ἐξετάσεων ἐπὶ θεμάτων διαφόρου ὕλης, προεχόντως τῆς ἐθνικῆς μας Ἱστορίας. Ἔτσι Εἰρηνοδίκης Κλεισούρας ἐγώ, ἐγνωρίσθην ἀπὸ τῶν πρώτων ἡμερῶν μὲ τὸν ὑπηρεσιακὸν Νομάρχην Καστορίας Κωνσταντῖνον Σερεπίσιον καὶ συνεδέθην ἔκτοτε φιλικώτατα μαζί του.  Ἆς συγχωρηθῆ νὰ μνημονεύσω ἐδῶ ἕνα μικρὸ ἀρκετὰ μεταγενέστερο περιστατικό, ἐκφραστικὸ τῆς φιλίας μας, ἀλλὰ κυρίως τῆς εὐθύτητος, διανοητικῆς ἐντιμότητος καὶ παρρησίας τοῦ ἀνδρός : ὅταν ὡς Ἀνακριτὴς στὸ Πρωτοδικεῖο Θεσσαλονίκης διερευνοῦσα τὴν περίοδο 1963-1964 τὴν γνωστὴ ὑπόθεσι τῆς δολοφονίας τοῦ βουλευτοῦ τῆς ἀριστερᾶς  Γρηγορίου Λαμπράκη καὶ προέβην, μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ Εἰσαγγελέως Πρωτοδικῶν ἀειμνήστου Στυλιανοῦ Μπούτη, στὴν προφυλάκισι τῶν ἡγητόρων τῶν Ἀστυνομικῶν Ἀρχῶν Θεσσαλονίκης, ὁ Σερεπίσιος, ὑπηρετῶν τότε, ἐκ μεταθέσεως, ὡς Νομάρχης Λέσβου, μοῦ ἀπέστειλεν ἀνοικτὸ συγχαρητήριο τηλεγράφημα γιὰ τὶς ἀνακριτικές μου ἐνέργειες. Καὶ αὐτὸ ἀπὸ ἀφοσίωσι στὴν ἰδέα τοῦ Δικαίου καὶ ἐπίγνωσι,  -  διότι καλὰ μὲ ἐγνώριζε,  -  ὅτι μόνον τὸ καθῆκον μου ὡς Δικαστικοῦ λειτουργοῦ καὶ τότε ἐπιτελοῦσα. Καὶ τὸ ἐτόλμησε σὲ μιὰ ἐποχή, ποὺ τὰ κομματικὰ πάθη εἶχαν στὸ ἔπακρον ὀξυνθῆ καὶ ἡ πλειονότητα τῶν κρατικῶν λειτουργῶν τηροῦσε γιὰ εὐνοήτους λόγους δημοσίως αἰδήμονα σιωπήν, ἀνεξαρτήτως τοῦ ὅτι οἱ περισσότεροι, ποὺ μὲ ἐπλησίαζαν, κατ' ἰδίαν μὲ συνέχαιραν. 

 Ὁ φίλος μου λοιπὸν Νομάρχης Καστορίας μὲ παρεκάλεσε καὶ μοῦ ἀνέθεσε, καὶ φυσικὰ ἀνέλαβα, τὴν Προεδρίαν τῆς Διοικητικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ἐν λόγῳ Ἐθνικοῦ Ἀγροτικοῦ Νηπιοτροφείου Κλεισούρας, στὴν ὁποία μετεῖχον ὁ Πρόεδρος τῆς Κοινότητος, ὁ Διευθυντὴς τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, ὁ Ἱερεὺς καὶ ἕνας - δύο ἀκόμη κάτοικοι τοῦ χωριοῦ.

 

4.-  Ἡ ἀνάληψις καὶ ἄσκησις τῶν καθηκόντων μου αὐτῶν ἀνωμάλως μὲ προσεγείωσε, -  ἐμένα νέον μὲ ὄνειρα ἐνθουσιώδη γιὰ τὸ μέλλον τῆς Πατρίδος μας,  -  στὴν νεοελληνική μας πραγματικότητα. Ἑσυνειδητοποίησα εὐθὺς τὰ πολλὰ προβλήματα καὶ τὶς ἀνομολόγητες ἐλλείψεις στὴν ἐκτύλιξι τῆς ζωῆς τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος, μολονότι πρὸς κάλυψιν αὐτῶν εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ἀφειδώλευτα ἀγωνίζονταν, - αὐτὸ πρέπει νὰ σημειωθῆ, παρὰ τὰ ἀντιθέτως ἀνοήτως καὶ μὲ περισσὴ κακεντρέχεια πιστευόμενα -,  ἡ πλειονότητα τῶν κρατικῶν ὑπαλλήλων, χωρὶς βεβαίως νὰ λείπουν καὶ μερικὲς ἀνίερες παρεμβάσεις εὐτελοῦς κομματοκρατίας.  Τὸ Νηπιοτροφεῖο  διέθετε τὴν Σούλα  ὡς διευθύνουσα, μία βοηθό της, ὡς καὶ μία μαγείρισσα. Οἱ τρεῖς αὐτὲς ἦσαν οἱ μόνοι ἐπιφορτισμένοι πρὸς ἐπιτέλεσι  τῆς ἀποστολῆς του, ποὺ ἀφοροῦσε τοὺς τροφίμους του,  ἑξῆντα (60) παιδάκια, ἀγόρια καὶ κορίτσια προσχολικῆς ἡλικίας τῆς Κλεισούρας. Τὰ ὁποῖα καὶ ἔφερναν οἱ γονεῖς των (συνήθως ἡ μητέρα) κάθε πρωΐ, πλὴν Κυριακῆς, στὶς 7 στὸ Νηπιοτροφεῖο, ἀπὸ  τὸ ὁποῖο καὶ τὰ παρελάμβαναν τὸ βράδυ στὶς 7 μετὰ 12ωρη παραμονή, κατὰ τὴν ὁποία ἐκτὸς τῆς διαπαιδαγωγήσεως καὶ διετρέφοντο (πρωϊνὸ ρόφημα καὶ γεύματα). Δηλαδὴ ἐλάχιστο προσωπικὸ μὲ τόσον άριθμὸν ἐξυπηρετουμένων. Καὶ μάλιστα ὑπὸ συνθῆκες δυσμενέστατες, χωρὶς ἠλεκτρικὲς κουζίνες ἢ ἄλλες συσκευές, ἀφοῦ τότε δὲν εἶχεν ἀκόμη ἠλεκτροδοτηθῆ ἡ Κλεισούρα καὶ ὡς μοναδικὸ μέσον φωτισμοῦ ἐχρησιμοποιοῦντο ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ διαβιοῦντες οἱ παραδοσιακὲς λάμπες πετρελαίου ἢ καὶ πρωτόγονα σπαρματσέτα, γιὰ δὲ τὴν θέρμανσι, ἰδιαιτέρως ἀπαραίτητη στὴν ὀρεινὴ ἐκείνη περιοχὴ μὲ τὶς πολὺ χαμηλὲς θερμοκρασίες, θερμάστρες τροφοδοτούμενες μὲ ξῦλα.   Καὶ εἶναι φυσικὰ αὐτονόητο πόση αὐταπάρνησι καὶ ἀφοσίωσι στὴν δουλειά τους ἀπαιτοῦσε καὶ πόσοι συμπυκνωτῆρες ψυχικῆς δυνάμεως χρειάζονταν ἀπὸ τοὺς ἐργαζομένους αὐτοὺς πρὸς ἐκτέλεσι  τοῦ παραπάνω ἔργου. Μόνοι ἄνετοι ἦσαν οἱ χῶροι τοῦ Νηπιοτροφείου, τὸ ὁποῖον ἐστεγάζετο στὸ ἰσόγειον τοῦ ἐπιβλητικοῦ κτηρίου τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, τὸ ὁποῖον εἶχε διασωθῆ ἀπὸ τὴν καταστροφικὴ μανία τῶν Γερμανῶν κατακτητῶν τὸ 1944, καὶ οἱ ὁποῖοι ἦσαν πλέον διαθέσιμοι μὲ τὴν συρρίκνωσι τοῦ πληθυσμοῦ καὶ συνακολούθως τοῦ ἀριθμοῦ μαθητῶν τοῦ  χωριοῦ, ὥστε νὰ ἀρκοῦν γιὰ τὸ Σχολεῖο οἱ λοιπὲς αἴθουσες τοῦ Διδακτηρίου.

Ἦτο ἑπομένως ἀναμενόμενο σὲ κάθε νουνεχῆ τρίτο νὰ προκαλῆ ἀναγνώρισι καὶ θαυμασμὸ ἡ τόση ἐνεργητικότης τοῦ προσωπικοῦ τοῦ Νηπιοτροφείου. Κυρίως τῆς διευθυνούσης Σούλας, ἡ ὁποία ἐκτὸς ἀπὸ τὴν 12ωρη ἐνασχόλησί της, κυρίως αὐτῆς, μὲ τὰ παιδάκια καὶ τὴν διαπαιδαγώγησί τους,  ἔπρεπε στὴ συνέχεια τῆς ἡμέρας (μᾶλλον τῆς νυκτός!) νὰ ἀσχολῆται καθημερινὰ μὲ τὰ διοικητικὰ προβλήματα τοῦ Νηπιοτροφείου : τὴν προμήθεια καὶ παραλαβὴ τῶν τροφίμων, τὴν ἐκκαθάρισι τῶν λογαριασμῶν, τὴν τήρησι τῶν ἀποδεικτικῶν στοιχείων, τὴν τακτοποίησι διαφόρων ζητημάτων, ποὺ ἀνέκυπταν, τὴν διεκπεραίωσι τῆς ἀλληλογραφίας μὲ τὶς προϊστάμενες ἀρχές, τὴν σύνταξι τοῦ προϋπολογισμοῦ καὶ τοῦ ἀπολογισμοῦ, ἔργο κυριολεκτικῶς θηριῶδες !  Στὴν ἐπιτέλεσι ὅλων αὐτῶν βεβαίως τὴν βοηθούσαμε ὅλη ἡ Διοικητικὴ Ἐπιτροπή, πρὸς χάριν τῆς ὁμαλῆς λειτουργίας τοῦ Νηπιοτροφείου.  Ἀλλά, - χρήσιμη ἡ ἀλήθεια, -τὸ ἔργο ἐπιτελοῦσε κυρίως καὶ πρωτευόντως ἡ διευθύνουσα Σούλα !

Καὶ τὸ ἐπιτελοῦσε, ἰδίως τὸ παιδαγωγικὸ μέρος, μὲ ἀδιατίμητη εὐσυνειδησία, διότι οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς τὴν εἶχαν πλουσιοπάροχα προικίσει. Ὅπως ἐμάθαμε - κατὰ τὶς σπάνιες περιπτώσεις προσωπικῶν περὶ ἑαυτῆς «ἐξομολογήσεων» -  εἶχεν ἡ ἴδια, ὀρφανὴ ἀπὸ πατέρα καὶ μητέρα, μεγαλώσει σὲ ὀρφανοτροφεῖο, τὸ ὁποῖο καὶ ἐφρόντισε στὴ συνέχεια γιὰ τὴν ὡς νηπιοκόμου ἐκπαίδευσί της καὶ τὴν ἐπαγγελματική της ἀποκατάστασι. Ἐγνώριζε λοιπὸν ὅσο κανεὶς τὰ ὁράματα καὶ τοὺς καϋμοὺς τῶν μικρῶν παιδιῶν, ἀφοῦ εἶχεν ἡ ἴδια πάμπολλα στερηθῆ κατὰ τὴν παιδική της ἡλικία, ἰδίως τὴν στοργὴ καὶ τὴν φροντίδα γονέων, πρὸ παντὸς τὴν θαλπωρὴ μιᾶς μητέρας.  Ἔτσι ἀπὸ προσωπικά της βιώματα ἠμποροῦσαν νὰ ἐξηγηθοῦν, πέρα τῆς εὐσυνειδησίας, καὶ ἡ ἀπέραντη καλωσύνη γιὰ τὰ παιδιὰ καὶ ἡ ἀκάματη ἐργατικότητα στὴν φροντίδα της γι' αὐτά, μὲ ἄσβεστο πάντοτε τὸ πλατὺ χαμόγελο καὶ λάμπουσα τὴν φυσιογνωμία της. Αὐτὰ ἦσαν ἀμέσως ἀντιληπτὰ ὡς ἐγγενεῖς ἀρετὲς τῆς ἀθορύβου προσωπικότητός της σὲ κάθε τρίτο.  Σὲ ὅλη τὴν μικρὴ κοινωνία τῆς ἀκριτικῆς Κλεισούρας, καὶ βεβαίως ἀμεσώτερα σ'αὐτοὺς τοὺς μικροὺς τροφίμους τοῦ Νηπιοτροφείου. Οἱ ὁποῖοι καὶ καθημερινὰ τῆς φανέρωναν τὰ ἀνυπόκριτα αἰσθήματα βαθειᾶς ἀγάπης καὶ ἀναγνωρίσεως στὸ πρόσωπό της, γιὰ ὅσα πρὸς χάριν τους ἔκανε. Αἰσθήματα, ποὺ ἐπανεξεδήλωσαν καὶ πολὺ ἀργότερα, ὅταν μετὰ 40 καὶ πλέον χρόνια, μεγαλωμένοι πιά, τὴν ὑπεδέχθησαν θριαμβευτικὰ σὲ μιὰ ἐπίσκεψί της στὴν γοητευτικὴ Κλεισούρα.  Καὶ βεβαίως τὰ κατανοοῦσαν ὁμοθύμως ὅλοι οἱ κάτοικοι Κλεισούρας καὶ μαζί τους τὰ μέλη τῆς Διοικητικῆς τοῦ Νηπιοτροφείου Ἐπιτροπῆς.

Αὐτὸ κατεδείχθη κατὰ τρόπον ἰδιαιτέρως ἁπτὸ καὶ σὲ μιὰ καθοριστικὴ γιὰ τὴν προσωπικὴ ζωὴ τῆς Σούλας στιγμή.  Ὅταν πρὸς χάριν της ἀπεδέχθησαν οἱ πτωχοὶ κάτοικοι τῆς Κλεισούρας ἀκόμη καὶ τὸ πρόσκαιρο κλείσιμο τοῦ Νηπιοτροφείου, τῆς μόνης ἑστίας διατροφῆς τῶν μικρῶν τους παιδιῶν !  Συγκεκριμένως, εἶχεν ἡ Σούλα γνωρίσει τὸν μέλλοντα σύζυγό της, κάτοικο Κομοτηνῆς, καὶ εἶχεν ὁρισθῆ ὁ γάμος των νὰ γίνῃ στὴν Κομοτηνὴ σὲ συγκεκριμένη ἡμέρα.  Ἐζήτησε τότε καὶ ἔλαβε γιὰ τὸν γάμον της ἄδειαν ἀπουσίας, ἐγὼ δέ, ὡς Πρόεδρος τῆς Διοικητικῆς τοῦ Νηπιοτροφείου Ἐπιτροπῆς,  ἐζήτησα ἀπὸ τὴν προϊσταμένη ἀρχή, τὸ Ὑπουργεῖον Κοινωνικῆς Προνοίας, νὰ στείλῃ  προσωρινή, γιὰ τὸν χρόνο τῆς ἀπουσίας της, ἀντικαταστάτρια τῆς διευθυνούσης, γιὰ νὰ μὴ κλείσῃ ἀναγκαστικῶς κατ' αὐτὸν τὸ Νηπιοτροφεῖο. Πράγματι, τὸ Ὑπουργεῖον ἐνέκρινε καὶ μᾶς ἐγνωστοποίησε τὴν προσωρινὴ ἀπόσπασι μιᾶς νηπιοκόμου ἐξ ἄλλου Νηπιοτροφείου τοῦ γειτονικοῦ νομοῦ Φλωρίνης (τῆς Μελίτης, ἐὰν ἐνθυμοῦμαι καλῶς ), στὸ ὁποῖον ὑπῆρχεν ἐπάρκεια προσωπικοῦ γιὰ τὴν λειτουργία του. Ἀλλὰ μία ἑβδομάδα πρὸ τῆς προγραμματισθείσης ἡμέρας ἀναχωρήσεως γιὰ τὸν γάμον της, ἡ Σούλα προσέρχεται εἰς τὸ Εἰρηνοδικειακὸν κατάστημα καὶ κλαίουσα μοῦ ἐγχειρίζει τηλεγραφικὴν διαταγὴν τοῦ Ὑπουργείου, μὲ τὴν ὁποίαν ἀνεκαλεῖτο ἡ προσωρινὴ ἀπόσπασις καὶ ἔλευσις ἀντικαταστατρίας καὶ συγχρόνως διετάσσετο ἡ παραμονὴ τῆς Σούλας, ἀπαγορευομένης τῆς ἀπομακρύνσεώς της, διὰ νὰ μὴ διακοπῇ ἡ λειτουργία τοῦ Νηπιοτροφείου !  Ἀσυγκράτητη ὀργὴ μὲ κατέλαβε. Συγκαλῶ ἀμέσως τὴν Διοικητικὴ Ἐπιτροπὴ καὶ ἀποφασίζουμε ἀπὸ κοινοῦ, ὁμοφώνως, νὰ ἐπιτρέψουμε τὴν ἀναχώρησι τῆς Διευθυνούσης καὶ νὰ κλείσουμε μέχρι τῆς ἐπανόδου της τὸ Νηπιοτροφεῖο, ἀφοῦ δὲν μποροῦσε χωρὶς αὐτὴν νὰ λειτουργήσῃ.  Συγχρόνως μὲ νεανικὴ παρόρμησι, ἴσως καὶ αὐθάδεια, ἀπευθύνω δριμυτάτην τηλεγραφικὴν διαμαρτυρίαν προσωπικῶς πρὸς τὴν τότε Ὑπουργὸν Κοινωνικῆς Προνοίας ἀείμνηστον Λίναν Τσαλδάρη, ἀναφέρων συγκεκριμένως, ὅτι, κατὰ παράβασιν τῆς δοθείσης ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖον ἐντολῆς, ἐπέτρεψα τὴν ἀναχώρησιν διὰ τὸν γάμον της τῆς διευθυνούσης Ἀθανασίας Πιτόσκα καὶ κλείεται τὸ Νηπιοτροφεῖον Κλεισούρας μέχρις ἐπανόδου της, διότι, κατὰ λέξιν, «οὐδεὶς θεῖος ἢ ἀνθρώπινος νόμος δίδει τὸ δικαίωμα εἰς τὸν ὑπογράφοντα, νὰ ἐμποδίσῃ τὰ βήματα μιᾶς πτωχῆς καὶ ὀρφανῆς  πατρός τε καὶ μητρὸς κόρης ἀπὸ τῆς ὁδοῦ τῆς διὰ γάμου ἀποκαταστάσεώς της. Ὁ Πρόεδρος τῆς Διοικητικῆς Ἐπιτροπῆς, Χρῆστος Σαρτζετάκης, Εἰρηνοδίκης Κλεισούρας».  Τὸ τηλεγράφημα ἐτελεσφόρησε.  Τὸ Ὑπουργεῖον ἀνεκάλεσεν ἀμέσως τὴν ἀνάκλησι καὶ διέταξε τὴν ἔλευσι τῆς ἀντικαταστατρίας, ὥστε τὸ Νηπιοτροφεῖον ἐλειτούργησε καὶ κατὰ τὸν χρόνον ἀπουσίας τῆς Σούλας.  Τὶ εἶχε συμβῆ γιὰ τὴν ἀνακύψασα ἀνωμαλία ;  Ἁπλούστατα ἡ ὁρισθεῖσα ὡς ἀντικαταστάτρια εἶχε μεριμνήσει μέσῳ κομματικῶν παραγόντων στὸ Ὑπουργεῖο γιὰ τὴν ἀνάκλησι τῆς ἀποσπάσεώς της, ποὺ ἀσυλλόγιστα ἀπεφασίσθη ἀπὸ πολυπράγμονες ὑπαλλήλους.  Φυσικὰ δὲν ἔφταιγεν ἡ Ὑπουργός, ποὺ ἐδέχθη τὴν ἀσυνήθως δριμεῖα τηλεγραφικὴ διαμαρτυρία μου, καὶ δὲν ὑπεῖχεν ἐν προκειμένῳ πολιτικὴν εὐθύνην, διὰ νὰ μεταχειρισθῶ τὴν φρασεολογία  τοῦ λεξιλογίου τῆς σύγχρονης πολιτικῆς ἀνευθυνότητος καὶ γλωσσικῆς ἀσυδοσίας ! ...

Σούλα λοιπὸν ἐπανῆλθε μετὰ τὸν γάμον της καὶ ἀνέλαβεν ἐκ νέου  τὰ καθήκοντά της.   

Ἡ ὑπηρεσία μου ὡς Εἰρηνοδίκου Κλεισούρας ἔληξε μετὰ ἐτησίαν περίπου παραμονήν, ὁπότε καί, ἐπιτυχὼν εἰς Παρεδρικὰς ἐξετάσεις, ἐγκατέλειψα τὴν Κλεισούρα καὶ τὰ διοικητικὰ καθήκοντα στὸ Νηπιοτροφεῖο της καὶ ἀνεχώρησα διὰ τὴν νέαν θέσιν μου ὡς Παρέδρου Πρωτοδικῶν Θεσσαλονίκης.  Πλουσιώτερος, πέρα τῆς δικαστικῆς, καὶ κατὰ τὴν λοιπὴν ἐμπειρίαν μου ἀπὸ τὴν ἀνάμειξι σὲ διοικητικὰ καθήκοντα ὡς πρὸς τὴν λειτουργία τῶν δημοσίων ὑπηρεσιῶν καὶ ἀπὸ τὴν ἐν γένει  κοινωνικὴν ζωήν.

 

5.-  Εἶχαν περάσει ἀπὸ τότε χρόνια πολλά, δεκαετίες, ὅταν ὡς Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας ἐπεσκέφθην ἐπισήμως τὴν Κομοτηνὴν κατὰ τὴν ἡμέραν ἑορτασμοῦ τῶν ἐλευθερίων της.  Τότε μιὰ νεαρωτάτη, πανέμορφη δεσποινὶς μὲ ἐκφραστικώτατο πρόσωπο καὶ ζωηρὸ γλυκύτατο βλέμμα κατὰ τὴν ἐπίσημη τελετὴ τῆς ὑποδοχῆς διέσπασε τὸν κλοιὸ τῆς ἀστυνομικῆς προστασίας, μὲ ἐπλησίασε καὶ αὐτοσυνεστήθη : «εἶμαι δημοσιογράφος, κόρη τῆς Σούλας Πιτόσκα, θὰ πρέπει νὰ τὴν θυμᾶστε, ἦταν στὸ Νηπιοτροφεῖο Κλεισούρας, ὅταν εἴσασταν ἐσεῖς ἐκεῖ Εἰρηνοδίκης...». Ἦτο ἡ Μελαγχροινή, ἤδη σύζυγος τοῦ Ἀλεξάνδρου Φανφάνη, ποὺ ἐκδίδει στὴν Κομοτηνὴ τὴν ἡμερησία ἐφημερίδα «Ο ΧΡΟΝΟΣ», μιὰ ἀπὸ τὶς σημαντικώτερες ἐπαρχιακὲς ἐφημερίδες, νηφάλια καὶ ἀντικειμενική, μὲ θέσεις σωστὲς καὶ λεξιλόγιο ζηλευτῆς εὐπρεπείας. Εἶχε χρησιμοποιήσει στὴν προσέγγισί της ἐκείνη ὡς διαπιστευτήρια τὸ ἐνδεχόμενο, νὰ ένθυμοῦμαι τὴν μητέρα της.  Αὐτὸ μαρτυροῦσε τὸ «θὰ πρέπει», ποὺ ἐχρησιμοποίησε. Φυσικὰ εἰς μάτην ! Διότι δὲν εἶχε συνειδητοποιήσει, ὅτι γιὰ ὅποιον ἐγνώριζε τὴν μητέρα της, καὶ περισσότερο γιὰ ὅποιον εἶχε συνεργασθῆ μαζί της, ἦτο ἀδύνατον νὰ λησμονήσῃ τὴν ἀθόρυβη, ἀλλὰ ἄφθιτη προσωπικότητά της.

Ἔτσι μετὰ δεκαετίες πολλὲς ξανασυνάντησα τὴν Σούλα στὴν Κομοτηνή, χήρα πλέον, χάρις στὴν εὐτολμία τῆς πανέξυπνης καὶ δραστηριοτάτης  κόρης της Μελαγχροινῆς.  Τίποτε δὲν ἀντέχει εἰς τὸν ὀδόντα τοῦ χρόνου, ὁ ὁποῖος εἶχε βεβαίως ἀποτυπώσει τὴν σφραγῖδα του. Ἀλλὰ ξαναβρῆκα μιὰ Σούλα εὐτυχισμένη, μὲ τὰ ἐξαίρετα παιδιά της  (ἀπὸ τὰ ὁποῖα μόνο τὴν Μελαγχροινήν ἐγνώρισα) καὶ τὰ ἐγγόνια της, τὸν πανάξιο γαμβρό της Ἀλέξανδρο καὶ τὴν ἐν γένει ζωή της.  Καὶ στὸ πρόσωπό της, τὶς λίγες φορὲς ποὺ ἔτυχεν ἔκτοτε,  ἐπισκεπτόμενος τὴν Κομοτηνή, νὰ μὴ παραλείπω νὰ τὴν συναντῶ μὲ τὴν μέριμνα πάντοτε τῆς Μελαγχροινῆς, ξαναεύρισκα μέσα στὴν γαλήνη καὶ τὴν ἠρεμία του εὔγλωττα τὰ ἴδια ἐκεῖνα χαρακτηριστικά, ὅλες τὶς σημειωθεῖσες ἀνωτέρω ἐγγενεῖς ἀρετές της.  Στὴν περίπτωσί της μᾶλλον δικαιώνονται αὐτοί, ποὺ πιστεύουν ὅτι, κατὰ τὴν λαϊκὴ ἔκφρασι, «ὅλα ἐδῶ πληρώνονται» ! Καὶ πράγματι, ἡ ζωὴ ἐδικαίωσε τὴν Σούλα. Τὸ ἀντικατάλλαγμα τῶν ἀρετῶν της ὑπῆρξεν ἡ ἐν λόγῳ εὐτυχισμένη πορεία, τὴν ὁποία τῆς ἐξησφάλισαν...

 

 6.-   Μὲ τὸ ἄγγελμα τοῦ θανάτου ὅλοι ἀναλογιζόμαστε τὴν ματαιότητα τῶν ἐπιγείων. Ἀμφιβάλλω γιὰ τὴν διανοητικὴ ἀρτιότητα τέτοιου συλλογισμοῦ ὡς πρὸς τὴν καθολικότητα τῆς ἐμβελείας του. Τοὐλάχιστον ὡς πρὸς ὡρισμένα πρόσωπα, ὅπως τῆς Σούλας. Διότι λόγος περὶ ματαιότητος δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἀρθρωθῇ   γι' αὐτὴν.  Ἀφοῦ ἡ ζωή της μόνον ματαία δὲν ὑπῆρξε. Ἀντιθέτως ἦτο μεστὴ μόνον προσφορῶν στὴν οἰκογένειά της καὶ τὴν κοινωνία, δηλαδὴ κοινωνικῶς ἐξόχως ὠφέλιμη. Τὰ πάμπολλα παιδάκια τοῦ Νηπιοτροφείου, ποὺ ἐγνώρισαν τὴν φροντίδα της μέσα στὴν θαλπωρὴ τῆς  ἀφειδώλευτης ἀγάπης της ἐπανειλημμένα τὸ διελάλησαν.

Ἔτσι παρεσύρθην καὶ ἐγώ, καὶ ἐνῷ ξεκίνησα νὰ γράψω μιὰ προσήκουσα νεκρολογία γιὰ τὴν ἀλησμόνητη φίλη, διωλίσθησα ἴσως ἀνεπιγνώτως στὴν σύνθεσι μερικῶν, ἀσχέτων κατὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος των πρὸς αὐτήν, σελίδων αὐτοβιογραφίας τοῦ χρόνου τῆς ὡς Εἰρηνοδίκου σταδιοδρομίας μου.  Πιστεύω, ὅτι θὰ μὲ συγχωροῦσε γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἴδια, ἀπὸ τὴν καθαρότητα τοῦ ἐθελομένου.

 

7.-  Τώρα λοιπὸν καταλήγω πρεπόντως :  Ἀναπαύσου ἐν εἰρήνῃ πολυαγαπητὴ  καὶ πολύκλαυστη  Σούλα.  Ἡ μνήμη σου θὰ συνοδεύῃ πάντοτε ὡς ἀδιατίμητη παρουσία τὴν σκέψι ὅλων μας.

Καὶ ὅλοι οἱ οἰκεῖοι σου θὰ βρίσκουν ἀνεκτίμητη παρηγορία γιὰ τὸν χαμό σου στὸ τόσο καλὸ ὄνομα, ποὺ ἄφισε στὸ πέρασμά της ἡ ζωοδότρα ζωή σου.

Νοερῶς σκύβω καὶ φιλῶ τὸ χῶμα, ποὺ θὰ σὲ σκεπάσῃ.

Γαῖαν ἔχοις ἐλαφράν.

 

Χρῆστος Α. Σαρτζετάκης

Νέα Πεντέλη, 6η Δεκεμβρίου 2008.