ΑΝΑΣΚΕΥΗ ΑΝΟΗΤΩΝ
ΑΙΤΙΑΣΕΩΝ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΚΗΣ
ΜΟΥ ΘΗΤΕΊΑΣ (1985-1990)
Ἡ ἐπιστολὴ ποὺ ἀκολουθεῖ ἀπεστάλη
τὴν 19.3.2005 πρὸς τὴν ἡμερησίαν ἀπογευματινὴν ἐφημερίδα
τῶν Ἀθηνῶν «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» καὶ τηλεομοιοτυπικῶς
(fax) καὶ διὰ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου
(e-mail). Ἀναφέρεται εἰς κακόπιστον περὶ ἐμοῦ καὶ τῆς
Προεδρικῆς μου θητείας (1985-1990) δημοσίευμα
τοῦ, ὑπὸ τὸν τίτλον «Προεδρικὴ ἐκλογή», ἐνθέτου
«ΙΣΤΟΡΙΚΑ» εἰς τὸ φύλλον της τῆς
10.3.2005, ἀλλὰ καὶ ἄρθρου
τοῦ καθηγητοῦ τῆς Νομικῆς
Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης Κώστα Χ. Χρυσογόνου.
Ἡ ἀποδέκτρια τῆς ἐπιστολῆς
μου «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» δὲν
τὴν ἐδημοσίευσεν οὔτε
εἰς τὰ ἔνθετα «ΙΣΤΟΡΙΚΑ», οὔτε
εἰς τὸ κύριον σῶμα καθημερινοῦ ἢ Κυριακάτικου
φύλλου της. Ἠκολούθησεν ἔτσι τὴν
γνώριμον καὶ συνήθη τακτικὴν τοῦ τύπου ἐν
γένει, δηλαδὴ ἀλλοιώσεως τῶν γεγονότων δι' ἀποσιωπήσεως κάθε ἀνατρεπτικοῦ αὐτῆς,
καὶ μάλιστα τεκμηριωμένου, ἀντιλόγου, ἐφ' ὅσον
αὐτὸς δὲν ὑπηρετεῖ τοὺς
διὰ τῆς ἀλλοιώσεως ὑπηρετουμένους
σκοπούς.
Ὡς πρὸς τὸν ἀρθρογράφον
καθηγητὴν Κώσταν
Χρυσόγονον, οἱ περὶ ἐμοῦ ἀφορισμοί
του μόνον εἰς θλιβερὰς σκέψεις διὰ τὴν
εὐτέλειαν τοῦ λόγου δυστυχῶς
καὶ Πανεπιστημιακῶν διδασκάλων ὁδηγεῖ.
Τὸ γεγονὸς τοιούτου καταντήματος μαρτυρεῖται ἄλλωστε
καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἴδιον, ὅταν
εἰς τὸ ἀνωτέρω περὶ τῆς
Προεδρίας μου ἄρθρον του : α) ρητῶς
χαρακτηρίζει ὡς «συνταγματικὰ ἀνεπίληπτη» τὴν
συμμετοχὴν τοῦ τότε Προέδρου τῆς
Βουλῆς Ἰωάννου Ἀλευρᾶ,
προσωρινῶς ἀναπληροῦντος τὸν ἔχοντα
παραιτηθῆ Πρόεδρον τῆς Δημοκρατίας,
εἰς τὴν ψηφοφορίαν κατὰ τὴν ὁποίαν ἐξελέγην
Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας∙ καὶ ἐν
τούτοις ἡ συμμετοχὴ αὐτὴ βιαίως
τότε ἠμφεσβητήθη ἀπὸ μερικοὺς
συναδέλφους του (Μάνεσην,Μανιτάκην,κ. ἄ.),
διὰ νὰ κριθῇ ὅτι, μὲ τὸ νὰ συντελέσῃ ἡ ἀβεβαία
(ἀφοῦ τότε κατὰ τὸ Σύνταγμα
μὴ φανερά) ψῆφος Ἀλευρᾶ εἰς
τὸ ὁριακὸν ἀποτέλεσμα τῆς
ψηφοφορίας (180 ὑπὲρ ἐπὶ συνόλου
300 βουλευτῶν), ὑπῆρξεν ἄκυρος ἡ ἐκλογή
(!), μεθόδευσις ἀντιεπιστημονική, ἀφοῦ παραγνωρίζει
τὴν ἀλήθειαν, ὅτι ἡ ἰδία ἡ Βουλή,
μόνη ἁρμοδία ὡς ἔχουσα τὴν
λεγομένην «ἁρμοδιότητα τῆς ἁρμοδιότητος», ἔκρινε σύννομον καὶ ἐπιτρεπομένην
τὴν ψῆφον Ἀλευρᾶ, γεγονός,
τὸ ὁποῖον ἐπίσης ἀποσιωπᾷ εἰς
τὴν «ἐπιστημονικήν» του «ἀνάλυσιν» ὁ ἀρθρογράφος
μας∙ καὶ β) ρητῶς ἐπίσης
χαρακτηρίζει τὴν κριτικήν, ἡ ὁποία
εἶχεν ἀσκηθῆ ἀπὸ τὸν
αὐτὸν συνάδελφόν του, μακαρίτην τώρα,
καθηγητὴν τοῦ Συνταγματικοῦ Δικαίου Ἀριστόβουλον
Μάνεσην διὰ τὴν συνταγματικὴν ἀναθεώρησιν
τοῦ 1986 καὶ τὸν περιορισμὸν
δι' αὐτῆς τῶν Προεδρικῶν ἐξουσιῶν, ὡς,
κατὰ λέξιν, «προσκολλημένη στὴν
τρέχουσα τότε πολιτικὴ συγκυρία» (!)
(σελ. 43 τοῦ ἐνθέτου). Ἀλλὰ μὲ τοιαύτην
προσκόλλησιν καὶ ἀντιεπιστημονικὰς
μεθοδεύσεις, ὡς ἀνωτέρω, εἶναι
αὐτονόητον, ὅτι ὁ ἐπιστημονικὸς
λόγος εὐτελίζεται, παύει νὰ εἶναι ἐπιστημονικὀς
καὶ γίνεται ἀγοραῖος εἰς
τὴν ὑπηρεσίαν μικροκομματικῶν
σκοπιμοτήτων. Ὁποῖον κατάντημα Πανεπιστημιακῶν
διδασκάλων... Καὶ ἐν
τούτοις ἐμετικῶς ἀλληλοϋμνουμένων
!
Ἡ κατὰ τὰ ἀνωτέρω ἄρνησις
δημοσιεύσεως τῆς προκειμένης, ἀνασκευαστικῆς ἀνοησιῶν, ἐπιστολῆς
μου μαρτυρεῖ βεβαίως καὶ τὴν χωλαίνουσαν ἀξιοπιστίαν
τῆς ἐφημερίδος καὶ τοῦ ἐνθέτου
της «Ἱστορικά». Ἄλλωστε, δι' ὅσους
γνωρίζουν Ἱστορίαν, ἡ περίπτωσις δὲν
εἶναι μοναδική. Ἀρκετὰ κείμενα
αὐτῶν (ἐφημερίδος καὶ ἐνθέτου)
μόνον Ἱστορίαν ἀντικειμενικὴν
διὰ γεγονότα καὶ πρόσωπα δὲν
προσφέρουν. Ἐντάσσονται εἰς τὸ ἐν
γένει κλῖμα παραπληροφορήσεως καὶ ἀναιδοῦς διαστροφῆς
καὶ κακοποιήσεως τῆς ἀληθείας,
τὸ ὁποῖον κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη
μαστίζει τὴν χώραν μας. Ὄχι βεβαίως ἐθνωφελῶς
...
Ἡ καταχώρισις ἑπομένως τῆς ἐν
λόγῳ ἐπιστολῆς εἰς τὴν
παροῦσαν ἱστοσελίδα μου ἀποσκοπεῖ εἰς
τὴν σωστὴν περὶ τῆς
Προεδρικῆς μου θητείας πληροφόρησιν τοῦ ἀδόλου Ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Νέα Πεντέλη,
24η Μαρτίου 2005
Χρῆστος
Α. Σαρτζετάκης
Ἀκολουθεῖ ἡ πρὸς
τὴν «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΝ» ἐπιστολή μου.
^*^*^*^
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΚΗΣ
ΜΟΥ ΘΗΤΕΙΑΣ (1985-1990)
Νέα Πεντέλη, 18η Μαρτίου 2005.
Ἐφημερίδα
«ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ».
Διὰ τὸ ἔνθετον
«Ἱστορικά»,
Μίνωος
10-16,
(τηλεομοιότυπον
210 90 28 311)
117
43 Ἀθήνας.
Κύριε Διευθυντά,
Θὰ ἐπιθυμοῦσα, πρὸς ἐνημέρωσιν
τῶν ἀναγνωστῶν σας, νὰ προέλθω
εἰς δύο ἐπισημάνσεις εἰς τὰ ὅσα
περὶ ἐμοῦ γράφονται εἰς τὸ ὑπ'ἀριθ.
276 τεῦχος τῆς 10.3.2005 τοῦ, ὑπὸ τὸν
τίτλον «Προεδρικὴ ἐκλογή», ἐνθέτου «Ἱστορικὰ» τῆς Ἐλευθεροτυπίας.
Α) Εἰς τὴν
σελ. 35 ἀνακριβῶς φέρεται, ὅτι εἰσῆλθον
εἰς τὸ Δικαστικὸν Σῶμα τὸ 1960. Ἐνῷ αὐτὸ ἔγινε
πέντε ἔτη ἐνωρίτερον, μὲ τὴν ἐπιτυχίαν
μου εἰς τὸν διαγωνισμὸν ὑποψηφίων
Εἰρηνοδικῶν τοῦ Νοεμβρίου 1955 καὶ ἀνάληψιν ὑπηρεσίας ἀπὸ τῆς
10.3.1956.-
Β) Ὁ καθηγητὴς Νομικῆς Κώστας Χ. Χρυσόγονος περατώνει τὸ περὶ τῆς
Προεδρικῆς μου θητείας (1985-1990) ἄρθρον του (σελ.42 ἕως
45), γράφων ὅτι «μελανὸ σημεῖο
τῆς θητείας τοῦ Χρήστου
Σαρτζετάκη ὑπῆρξε πάντως τὸ ὑπεροπτικὸ καὶ μεγαλεπήβολο ὕφος
του, ποὺ προκαλοῦσε συχνὰ σκωπτικὰ σχόλια
τοῦ Τύπου καὶ γενικώτερα ἀντιδράσεις
στὴν κοινὴ γνώμη». Ἡ κρίσις του ὅμως
αὐτὴ ἐκφέρεται κενή, χωρὶς
καμμίαν ἀπολύτως ἀναφορὰν εἰς
συγκεκριμένας πράξεις ἢ καὶ παραλείψεις
μου, ποὺ νὰ τὴν δικαιολογοῦν∙ ἐνῷ ἐξ ἄλλου, ἀφοῦ «μελανὸ σημεῖο τῆς θητείας μου» ἐπισημαίνει,
εὑρίσκεται ἄντικρυς ἀντίθετος πρὸς ὅσα ὁ ἴδιος ὁ ἀρθρογράφος
εἰς τὸ ἐν λόγῳ ἄρθρον
του διὰ τὴν θητείαν μου ἀκριβῶς
αὺτὴν ἀνομολογεῖ, καὶ συγκεκριμένως, ὅτι ἤσκησα
τὰ καθήκοντά μου «μὲ σεβασμὸ στὴ συνταγματικὴ νομιμότητα», χαρακτηρίζων
μάλιστα ὡς «ἀξιοσημείωτη» καὶ «σωστὴ» τὴν ἄρνησίν
μου νὰ διορίσω ὡς Πρωθυπουργὸν τὸν Κωνσταντῖνον Μητσοτάκην, Ἀρχηγὸν
τοῦ πρώτου εἰς κοινοβουλευτικὴν δύναμιν
μὲ τὰς ἐκλογὰς Ἰουνίου
καὶ Νοεμβρίου 1989 κόμματος (τῆς Νέας Δημοκρατίας), διότι τοῦτο δὲν διέθετε τὴν ἀπαιτουμένην
εἰς τὴν Βουλὴν διὰ τὴν
παροχὴν ψήφου ἐμπιστοσύνης πλειονοψηφίαν.
Ὅμως, ἡ διατύπωσις οἱωνδήποτε ἀπαξιωτικῶν
δι' ὁποιονδήποτε κρίσεων συγχωρεῖται μόνον ὅταν
γίνεται μὲ ἀξιοπιστίαν καὶ τεκμηρίωσιν,
δὲν ἀντιφάσκει πρὸς ἴδια λεγόμενα
καὶ δὲν περιορίζεται εἰς ἐκφορὰν ἁπλῶς
καὶ μόνον δυσμενῶν χαρακτηρισμῶν, ὁπότε
αἱ ἀπαξιωτικαὶ κρίσεις προδίδουν ἁπλῶς
διανοητικὴν ἀνεντιμότητα καὶ κακεντρεχῆ προσωπικὴν ἐμπάθειαν∙ δι' αὐτὸ καὶ θὰ ἤθελα
νὰ ἀπαλλάξω τόν, σημειωτέον προσωπικῶς ἄγνωστόν
μου, ἀρθρογράφον σας τοιαύτης δικαιολογημένης
μομφῆς ἐκ μέρους παντὸς νουνεχοῦς ἀναγνώστου
τοῦ ἐν λόγῳ κειμένου του, προσφέρων ὁ ἴδιος,
χάριν τῶν ἀναγνωστῶν σας, τὴν ἐλλείπουσαν
τεκμηρίωσίν του, δηλαδὴ χαρακτηριστικὰ δείγματα
τοῦ καταγγελλομένου «ὑπεροπτικοῦ καὶ μεγαλεπηβόλου» ὕφους μου,
διὰ νὰ μὴ προβάλῃ ἡ ἀνωτέρω
«κρίσις» του ὡς μία σκέτη ἀνοησία (κοινῶς ἀρλούμπα).
Ἔτσι : α) Ἀπὸ νεαρωτάτης ἡλικίας ἐξέφρασα
τὸ «ὑπεροπτικὸν
καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος μου, ὅπως
προδίδουν τὰ ἐπανειλημμένα πρωτεῖα
μου, πρῶτον κατὰ τὰς σπουδάς μου
(στοιχειώδους, μέσης καὶ ἀνωτάτης ἐκπαιδεύσεως)
καὶ ἀκολούθως κατὰ τοὺς διαγωνισμοὺς ὑποψηφίων
δικηγόρων (1954, πρῶτος μεταξὺ ὅλων
τῶν ὑποψηφίων ὅλων τῶν Δικηγορικῶν
Συλλόγων τοῦ Κράτους), ὑποψηφίων Εἰρηνοδικῶν
(1955), ὑποψηφίων Παρέδρων Πρωτοδικῶν (1956), ἀφοῦ πάντοτε
παρὰ τὸ γεγονός, ὅτι ὅλοι οἱ συνυποψήφιοί
μου μὲ περιέβαλον μὲ ἀνυπόκριτον ἀγάπην
καὶ χωρὶς ἴχνος ζηλοφθονίας - γνωστὸν
χαρακτηριστικὸν ὅλων τῶν συνδιαγωνιζομένων Ἑλλήνων
- ἐγὼ ὡς ἀθεράπευτος «ὑπερόπτης»
δὲν
κατεδέχθην νὰ ἐκχωρήσω ποτέ, ἔστω
μίαν φοράν, εἰς κάποιον τὰ πρωτεῖα
μου !
β) Ἐπίσης, τὶ ἄλλο ἀπὸ «ὑπεροπτικὸν καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος ἐξέφραζεν ἡ στάσις
μου κατὰ τὴν ἐπιτέλεσιν τῶν
δικαστικῶν μου καθηκόντων ; Καί, διὰ νὰ περιορισθῶ εἰς
κοινῶς γνωστὰς περιπτώσεις, μεταξὺ ἀναριθμήτων ἄλλων, ἂς
μνημονεύσω τὴν εὐθεῖαν ἄρνησίν
μου τὸ 1963 ὡς νεαροῦ Πρωτοδίκου-Ἀνακριτοῦ τῆς ὑποθέσεως
δολοφονίας τοῦ βουλευτοῦ τῆς ἀριστερᾶς Γρηγορίου Λαμπράκη, νὰ συμμορφωθῶ πρὸς ἀνοικείους
προσταγὰς αὐτοῦ τοῦ Εἰσαγγελέως
τοῦ Ἀρείου Πάγου. Ἢ τὴν ἄρνησίν
μου ὡς Ἐφέτου τὸ 1976, ὅπως
ψηφίσω ὑπὲρ τῆς, τόσον ἐπιθυμητῆς
εἰς τὴν Κυβέρνησιν, ἐκδόσεως τοῦ γερμανοῦ ὑπηκόου Πόλε, ἄρνησις, ἡ ὁποία
καὶ προεκάλεσε τότε πειθαρχικὴν δίωξιν, ἀδόξως
τερματισθεῖσαν μὲ νομοθετικὴν λόγῳ τοῦ προκληθέντος
σάλου παρέμβασιν. Ἢ τὰς τόσας προστατευτικὰς
τοῦ τύπου καὶ δημοσιογράφων, καὶ ἄλλων
κατατρεγμένων, ἰδίως πρὸ τῆς δικτατορίας ὑπὸ τοῦ τότε
καθεστῶτος, Ἑλλήνων πολιτῶν, «μιασμάτων»,
κατὰ ἐπίσημον χαρακτηρισμόν, καὶ μή, ἀποφάσεις
μου. Ὅλα αὐτά, δηλαδή, παραδειγματικῶς, ἡ ἄρνησις ἑνὸς
Δικαστοῦ νὰ συμμορφωθῆ πρὸς
τὰς ἐπιθυμίας τῆς κορυφῆς τῆς
Εἰσαγγελικῆς πυραμίδος ἢ τῆς
Κυβερνήσεως ἢ τοῦ καθεστῶτος, φυσικὰ προδήλως
συνιστοῦν ἐξωφθάλμους περιπτώσεις «ὑπεροψίας».
γ) Ἀκόμη, τὶ ἄλλο ἀπὸ «ὑπεροπτικὸν καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος ἐξέφραζεν ἡ ἐπὶ δικτατορίας
στάσις μου, ὅταν εἶχον ἀπολυθῆ τοῦ Δικαστικοῦ Σώματος
μὲ παράλληλον ἀπαγόρευσιν ὅπως χάριν ἐπιβιώσεώς
μου ἔστω δικηγορήσω ; Ἂς μνημονεύσω ἐδῶ μόνον, ὅτι
οὔτε συνομιλητὴς τῆς χούντας διετέλεσα, ὅπως ἄλλοι,
διαπρέψαντες ἀκολούθως ὡς «ἀνένδοτοι
δημοκράται» εἰς τὴν πολιτικὴν κονίστραν∙ ὅτι, κατὰ τὴν ἐπὶ ἕνα
περίπου χρόνον κράτησίν μου σταθερῶς ἠρνήθην,
καίτοι ἀγρίως ἐπὶ ἑπταήμερον
βασανιζόμενος, ὅπως καταδώσω συναγωνιστάς μου
εἰς τοὺς δημίους μου τοῦ Ε.Α.Τ./Ε.Σ.Α.,
πρᾶγμα ποὺ ἀντιθέτως ἀρκετοὶ μὲ τὸ ἀζημίωτον ἔπραξαν, ἀφοῦ μὲ τὴν
προδοσίαν των καὶ τὰ βασανιστήρια καὶ τὰς ἄλλας
ταλαιπωρίας ἀπέφυγαν καὶ ἐσταδιοδρόμησαν ἀκολούθως
χωρὶς προβλήματα ὡς Βουλευταὶ ἢ ἄλλοι ἀξιωματοῦχοι
τῆς Δημοκρατίας μας ! Μάλιστα καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος
εἶχον συλληφθῆ ὡς θῦμα καταδόσεως,
συγκεκριμένως ἀπὸ διατελέσαντα ἀκολούθως
βουλευτὴν καὶ Ὑπουργὸν τοῦ Πα.Σο.Κ.,
καίτοι τὸ γεγονὸς ἐγνώριζεν ὁ Ἀρχηγός
του !
δ) Περαιτέρω,
τὶ ἄλλο ἀπὸ «ὑπεροπτικὸν
καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος ἐξέφραζεν ἡ ἄρνησίς
μου, τὸ 1974 μὲ τὴν μεταπολίτευσιν,
προτάσεων ὅλων τῶν Πολιτικῶν Ἀρχηγῶν,
πλὴν τοῦ Κ.Κ.Ε., ὅπως πολιτευθῶ ὑπὸ τὰς
σημαίας των, συγκεκριμένως τοῦ Κωνσταντίνου Καραμανλῆ (Νέας
Δημοκρατίας, διὰ τοῦ Εὐαγγέλου Ἀβέρωφ)
καὶ προσωπικῶς τῶν Γεωργίου Μαύρου (Ἑνώσεως Κέντρου-Νέων Πολιτικῶν Δυνάμεων), Ἀνδρέα
Παπανδρέου (Πα.Σο.Κ.), Ἠλία Ἠλιοῦ (Ε.Δ.Α.) ; Διότι
βεβαίως, κατὰ τὴν λογικὴν τοῦ ἀρθρογράφου
σας, μόνον ὑπεροπτικὴ ὑπῆρξεν ἡ ἐπὶ τοῦ προκειμένου
σκέψις μου, ὅτι προτιμοῦσα νὰ μείνω ὡς
Δικαστὴς ὑπεράνω τῶν κομματικῶν ἀντιθέσεων
καὶ νὰ ὑπηρετῶ ὡς ἀφανὴς ἐργάτης
τὴν κοινωνικὴν εἰρήνην, ὑπερασπιζόμενος
τὰ δίκαια τῶν ἀδικουμένων, παρὰ νὰ εἰσέλθω
εἰς τὴν καθημερινὴν δημοσιότητα,
κατερχόμενος εἰς τὴν πολιτικὴν κονίστραν, καὶ νὰ ἀμαυρώσω
τὸ ἀμερόληπτον παρελθόν μου δι' ἐντάξεώς
μου εἰς κομματικὸν σχηματισμόν, καὶ νὰ χάσω ἔτσι αὐτὴν τὴν ἐλευθερίαν
μου, συγκεκριμένως τὴν ψύχραιμον ἀντικειμενικότητα
κρίσεως καὶ νὰ διολισθήσω ἀναγκαίως
εἰς τὴν ὄχι ἀσυνήθη πολιτικὴν
πρακτικὴν ὁλοκληρωτικῆς καταφρονήσεως
τοῦ ἀντιπάλου, ἀκατασχέτου χάριν ἀποπροσανατολισμοῦ ἀρλουμπολογίας
καὶ ἐν γένει εὐτελοῦς
πολιτικαντισμοῦ.
ε) Ἀκολούθως, τὶ ἄλλο ἀπὸ «ὑπεροπτικὸν καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος ἐξέφραζεν ἡ ἄρνησίς
μου τρεῖς φορὰς τὴν 9.3.1985, ὅπως
προταθῶ ὡς Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, ὑποδείξας ἀντ' ἐμοῦ τὸν ἀείμνηστον Παναγιώτην
Κανελλόπουλον, συγκατανεύσας δὲ τελικῶς
μόνον, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ ἀείμνηστος
Πρωθυπουργὸς καὶ Ἀρχηγὸς τοῦ Πα.Σο.Κ. Ἀνδρέας
Παπανδρέου μοῦ ἐδήλωσεν, ἐπὶ λέξει, ὅτι «εἶναι ἡ τελευταία ὑπηρεσία,
τὴν ὁποία ζητεῖ ἀπὸ σᾶς
τὸ Ἔθνος καὶ ἡ Δημοκρατία» ; Καὶ βεβαίως εἰς
τὸ ἀπώγειον ἡ «ὑπεροψία»
μου, ὅταν εἰς τὸν προτείνοντα Πρωθυπουργὸν ἀντιπαρετήρησα
: «προσέξτε,
μόνον τὸ Ἔθνος καὶ τὴν Δημοκρατίαν,
διότι κόμματα δὲν θὰ ὑπηρετήσω», διὰ νὰ ἀνταπαντήσῃ ὁ Πρωθυπουργός «μά, καὶ ἐμεῖς αὐτὸ θέλουμε».
στ) Τὸ ὅτι δὲ ὄντως ἐτήρησα
εἰς τὸ ἀκέραιον τὴν ὑπόσχεσίν
μου αὐτὴν καὶ βεβαίως τὸν ὅρκον
μου ὡς Προέδρου τῆς Δημοκρατίας ἀποδεικνύει
διὰ κάθε νουνεχῆ καὶ διανοητικῶς ἔντιμον ἄνθρωπον ὁλόκληρος ἡ εἰς
τὴν θέσιν αὐτὴν πενταετὴς θητεία
μου. Ἔτσι, συνεχίζων τὸ «ὑπεροπτικὸν
καὶ μεγαλεπήβολον» ὕφος μου, ἠρνούμην τὴν ὑπογραφὴν ἀντισυνταγματικῶν
καὶ παρανόμων νομοθετημάτων, συγκεκριμένως ἀρκετῶν Πράξεων Νομοθετικοῦ Περιεχομένου τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας
(ἄρθρου 44 τοῦ Συντάγματος), καίτοι ὑπογεγραμμένων ὑπὸ τοῦ Πρωθυπουργοῦ καὶ τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου, ὡς
καὶ σωρείας διαταγμάτων,
τὰ ὁποῖα καὶ ἐπέστρεφα
διὰ τὴν σύννομον σύνταξίν των (διατηρῶ φωτοαντίγραφα
τῶν ἐπιστραφέντων), ἀδιαφορῶν
βεβαίως διὰ τὸ γεγονός, ὅτι τὰς ἀρνήσεις
μου αὐτὰς ἀκολουθοῦσαν σχεδὸν
πάντοτε ἐνωρχηστρωμέναι διὰ τοῦ τύπου ἐπιθέσεις ἐναντίον
μου μὲ ψευδῆ, χαλκευμένα ἐξ ὁλοκλήρου,
περιστατικὰ ἀνυπάρκτων «πράξεων» καὶ «παραλείψεών»
μου. Παρομοίαν τακτικὴν οὐδεὶς ἄλλος
Πρόεδρος ἠκολούθησε, εἰς καμμίαν περίπτωσιν,
κανένα νομοθέτημα ποτὲ δὲν ἐπεστράφη,
προφανῶς διότι μὲ τὸ νὰ ἀκολουθοῦν
οἱ ἄλλοι τὴν ἀνώδυνον συνταγὴν «ὅλα
τὰ κυβερνητικὰ καλῶς καμωμένα» δὲν
διέθετον τὴν ἰδικήν μου «ὑπεροψίαν»
! - Ἐπίσης, ἐκάλεσα μὲν ἐγὼ διὰ πρώτην φορὰν
εἰς τὸ Προεδρικὸν Μέγαρον, εἰς
τὴν δεξίωσιν τῆς 24ης Ἰουλίου,
πράγματι ἀντιστασιακούς, ποὺ ποτὲ προηγουμένως
δὲν εἶχον κληθῆ, ὡς καὶ ἀντιπροσώπους
τοῦ ἐπαρχιακοῦ τύπου, ἐκπαιδευτικῶν, ἐργατικῶν
κέντρων καὶ ἀγροτικῶν σωματείων, ἀκόμη
καθιέρωσα ἐτησίας δεξιώσεις διὰ παιδιὰ ὀρφανοτροφείων
καὶ μὲ εἰδικὰς ἀνάγκας,
τὸ προσωπικὸν τῆς Προεδρίας, κλπ., ἀλλὰ αὐτὰ τὰ ἔκανα ἀπὸ ἀθεράπευτον «ὑπεροψίαν», ἀφοῦ κατὰ τὰ λοιπὰ δὲν κατεδέχθην νὰ κολακεύσω
ποτὲ καὶ κανένα ! Ἔτσι, ἀντιθέτως πρὸς τὴν
τακτικὴν ἄλλων, περιορίζων τὸν πολιτικόν
μου λόγον αὐστηρῶς μέσα εἰς τὰ ὅρια
τῶν Προεδρικῶν μου καθηκόντων καὶ μὴ φλυαρῶν ἀδεσπότως, οὐδέποτε ἀπηρνήθην τὰ ἐθνικὰ ἑλληνικὰ καὶ ἰδεολογικά
μου «πιστεύω» τοῦ προτέρου ἀκομματίστου
βίου μου, ἀντιθέτως, ἔτσι κομματικῶς ἀνεπίληπτα, ἐθνωφελῶς
τὰ διεκήρυσσα, πάντοτε δὲ μετὰ προτέραν
γνῶσιν καὶ συγκατάθεσιν καὶ τοῦ ὑπευθύνου
Πρωθυπουργοῦ τῆς χώρας, ἐν γνώσει
μου βεβαίως, ὅτι αἱ ἐθνωφελεῖς
διακηρύξεις μου, ἀναρριπίζουσαι τὸ ἐθνικὸν
φρόνημα καὶ τὴν ἐθνικήν ὑπερηφάνειαν τοῦ καὶ ἀπὸ «φίλους»
καὶ «συμμάχους» προδιδομένου Ἑλληνισμοῦ, ἐνοχλοῦσαν ἰδιαιτέρως
τὸν ξένον παράγοντα, ὁ ὁποῖος
καὶ ἐφρόντιζε νὰ ἐκδηλώνῃ παντοιοτρόπως
τὴν ἐκ τούτου δυσαρέσκειάν του (περισσότερα ἐπ'
αὐτοῦ δὲν ἐπιθυμῶ τώρα
νὰ ἐκθέσω)∙ οὔτε ἐπήνεσα ποτὲ κυβερνητικὰ ἔργα, πρᾶγμα ἀσύμβατον
πρὸς τὴν «ὑπεροπτικήν»
μου ἀντίληψιν, ὅτι ὁ Πρόεδρος τῆς
Δημοκρατίας δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κατέρχεται
εἰς τὸ ἐπίπεδον ἐπιβραβεύσεως
κυβερνητικῆς πολιτικῆς, ἑπομένως
καὶ ἀντιπαραθέσεως πρὸς τὴν ἐλέγχουσαν ἀντιπολίτευσιν∙ οὔτε παράσημα ἀπένειμα, ἐφαρμόζων
κατ' οὐσίαν τὴν διάταξιν τοῦ ἄρθρου
4 § 7 τοῦ Συντάγματος, κατὰ τὴν ὁποίαν «τίτλοι εὐγενείας ἢ διάκρισης οὔτε ἀπονέμονται
οὔτε ἀναγνωρίζονται σὲ Ἕλληνες
Πολίτες», καίτοι ἐπιμόνως μοῦ ἐζητοῦντο ἀπὸ ἐν ἐνεργείᾳ Ὑπουργούς,
μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπισύρω τὴν ἐμφανῆ δυσαρέσκειάν
των, ἐκδηλουμένην καὶ μὲ κακολογίας
διὰ τὴν «δυστροπίαν» μου∙ οὔτε
προσκλήσεις εἰς ἐπίσημα Προεδρικὰ δεῖπνα
πρὸς τιμὴν ξένων Ἡγετῶν διένειμα
εἰς γνωστοὺς καὶ φίλους τοῦ ἐπιχειρηματικοῦ ἢ ἄλλου
κόσμου ἢ καὶ ἀφανῶν δραστηριοτήτων,
περιορισθεὶς αὐστηρῶς εἰς τὰ ἐπίσημα
κατὰ τὸ πρωτόκολλον πρόσωπα, ὅπως
παντοῦ εἰς τὰς ἄλλας χώρας
γίνεται∙ οὔτε
εἰς χειροφιλήματα ἱερωμένων προῆλθον,
καίτοι ἐπιμόνως μοῦ τὸ συνιστοῦσαν,
θεωρῶν τὴν πρακτικὴν αὐτὴν ὡς ἐξευτελιστικήν, ἀντικειμένην
εἰς τὴν ἀνθρωπίνην ἀξιοπρέπειαν∙ οὔτε εἰς ἐπίσημα
Προεδρικὰ δεῖπνα πρὸς τιμὴν
ξένων Ἡγετῶν ἐκάλεσα ποτὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον ἢ ἄλλους Ἱερωμένους (μὲ μόνην ἐξαίρεσιν
εὐλόγως κατὰ τὴν ἐπίσκεψιν
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Δημητρίου), οὔτε
γεύματα πρὸς τιμὴν τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου ποτὲ ( π.χ. διὰ τὴν ἑορτὴν
τῆς Ὀρθοδοξίας) παρέθεσα, ὅλα
αὐτὰ μὲ τὴν «ὑπεροπτικὴν» σκέψιν, πρῶτον, ὅτι ἡ Δημοκρατία
μας δὲν εἶναι θεοκρατικὴ καὶ ἑπομένως
εἰς μὲν τὰς ἐπισήμους διακρατικὰς
σχέσεις της θρησκευτικοὶ ἡγέται δὲν ἔχουν
θέσιν, ἡ δὲ ἐπίσημος συμμετοχή της
εἰς θρησκευτικὰς ἐπετείους πρέπει
νὰ περιορίζεται εἰς μόνας τὰς θρησκευτικὰς
τελετάς, ἰδίως κατὰ τὰς ἐθνικὰς ἐπετείους,
καὶ δεύτερον, ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς ἰσότητος
θὰ ἐπέβαλε τυχὸν πρόσκλησις νὰ περιλάβῃ τοὺς Ἀρχηγοὺς ὄχι
μόνον τῆς συντριπτικῶς πλειονοψηφούσης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
μας, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων
δογμάτων ἢ θρησκειῶν, καίτοι αὐτὰ ἀντιπροσωπεύουν ἕνα ἐλάχιστον
μόνον μέρος τοῦ πληθυσμοῦ τῆς χώρας
μας, πρακτικὴ ὅμως ἡ ὁποία
οὐδέποτε ἠκολουθήθη.- Ἀκόμη,
καίτοι μοῦ ἐζητεῖτο, ἀμέσως ἢ ἐμμέσως, οὐδέποτε ἐπενέβην
εἰς τὴν Δικαιοσύνην ὑπὲρ κατηγορουμένων
κυβερνητικῶν καὶ ἄλλων ἀξιωματούχων, κυριαρχούμενος ἀπὸ τὴν
«ὑπεροπτικὴν»
τῆς προτέρας ἰδιότητός μου ὡς δικαστικοῦ λειτουργοῦ ἀντίληψιν, ὅτι
εἰς μίαν εὐνομουμένην Δημοκρατίαν πρὸ παντὸς ἡ Δικαιοσύνη
θὰ πρέπει νὰ ἀφίνεται ἀπερίσπαστος
καὶ μακρὰν πάσης ἐπιρροῆς εἰς ἐπιτέλεσιν
τοῦ δυσχερεστάτου ἔργου της.- Αἱ συνακόλουθοι
δυσαρέσκειαι ἀπὸ τοιαύτας πολλαπλᾶς, ὡς ἀνωτέρω, ἐκδηλώσεις «ὑπεροψίας» καὶ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς
Προεδρικῆς μου θητείας ὑπῆρξαν φυσικὰ ποικίλαι
καὶ πάντως ἀναμενόμεναι. Ὅμως ἀδιαφοροῦσα
δι' αὐτάς, διότι διαρκὴς μέριμνά μου ἦτο ὄχι
νὰ γίνωμαι ἀρεστὸς εἰς ἄλλους, ἀλλὰ ἀποκλειστικῶς
καὶ μόνον νὰ ἐπιτελῶ εὐόρκως
τὰ ἐκ τοῦ Συντάγματος καθήκοντά μου,
καὶ τίποτε ἄλλο.
ζ) Θὰ ἠμποροῦσα
βεβαίως εἰς τὰ ἔργα τῆς «ὑπεροψίας» μου νὰ προσθέσω
καὶ τοὺς χειρισμούς μου κατὰ τὴν μόνην
πολιτικὴν κρίσιν, ποὺ ἀντιμετώπισε
μεταπολιτευτικῶς ἡ Δημοκρατία μας, αὐτὴν
τῆς περιόδου 1989-1990, ὁπότε καὶ μόνον ἐνεφανίσθη
περίπτωσις ἀσκήσεως ὑπὸ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας τοῦ ρόλου του ὡς
ρυθμιστοῦ τοῦ πολιτεύματος. Ἀλλὰ κοινῶς ἀναγνωρίζεται,
- τὸ πράττει ἐν μέρει καὶ ὁ ἀρθρογράφος
σας μὲ τὰ ἀνωτέρω γραφόμενά του,
- ὅτι χάρις εἰς τὴν ἀπόλυτον ἀμεροληψίαν
καὶ τοὺς ἐπιτυχεῖς χειρισμούς
μου ἀπετράπη τότε ὁ κίνδυνος νὰ περιπέσῃ ἡ χώρα
εἰς ἀκυβερνησίαν καὶ ἐξήλθομεν
δι' ἐκλογῶν ὁμαλῶς ἀπὸ τὴν
κρίσιν. Ἡ προσωπικὴ αὐτὴ συμβολή
μου καθολικῶς τότε ἀνεγνωρίσθη διὰ δημοσίων
δηλώσεων ἀπὸ ὅλους τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτας
(Ἀνδρέαν Παπανδρέου τοῦ Πα.Σο.Κ., Κωνσταντῖνον Μητσοτάκην τῆς
Νέας Δημοκρατίας, Χαρίλαον
Φλωράκην τοῦ ἑνιαίου τότε, συμπεριλαμβάνοντος
καὶ τὸ Κ.Κ.Ε., Συνασπισμοῦ τῆς Ἀριστερᾶς
καὶ τῆς Προόδου). Ἄλλωστε μόνον ὡς
θετικὴ ἐκρίθη ἡ ὅλη Προεδρική
μου θητεία, διὰ νὰ μὲ ἐπαναψηφίσουν
τὸ 1990 τὸ Πα.Σο.Κ.
καὶ τὰ λοιπὰ κόμματα, ποὺ ἐστήριξαν
τὸ 1985 τὴν ἐκλογήν μου, μάλιστα ὁ ἑνιαῖος
τότε Συνασπισμὸς μὲ ἐψήφισε καὶ κατὰ τὰς
τρεῖς ψηφοφορίας τοῦ πρώτου σταδίου τῆς
Προεδρικῆς ἐκείνης ἐκλογῆς,
τὸ ὁποῖον ὅμως ἀπέβη ἄκαρπον, ὁπότε ἠκολούθησαν,
κατὰ τὸ Σύνταγμα, ἐκλογαὶ καί,
κατὰ δεύτερον στάδιον, ἡ νέα Βουλὴ ἐξέλεξε
μὲ τὴν ἁπλῆν πλειονοψηφίαν
τῶν 151 ψήφων ὡς διάδοχόν μου τὸν Κωνσταντῖνον Καραμανλῆν.
Ἀλλὰ καὶ ὁ λαὸς κατὰ μεγάλην
πλειονοψηφίαν μόνον θετικῶς εἶχεν ἐκτιμήσει
τὴν ὅλην Προεδρικήν μου θητείαν, ἀφοῦ καὶ δημοσκόπησις
περὶ τὸ τέλος αὐτῆς μὲ ἔφερε ἀπολαμβάνοντα
τῆς ἐμπιστοσύνης τοῦ 62 % τῶν ἐρωτηθέντων, καὶ μάλιστα κατὰ πλειονοψηφίαν μεταξὺ τῶν ὀπαδῶν
καὶ τῶν τριῶν, ὡς ἄνω,
κομματικῶν σχηματισμῶν, ἐνῷ κανεὶς ἄλλος ἐκ τῆς
εἰκοσάδος τῶν μνημονευομένων εἰς
τὴν αὐτὴν δημοσκόπησιν, οὔτε ὁ μακαρίτης ἤδη
Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς, δὲν ἐφέρετο ἀπολαμβάνων, ὅπως ἐγώ,
τῆς ἐμπιστοσύνης τῆς πλειονοψηφίας
τῶν ὀπαδῶν καὶ κάθε ἑνὸς ἀπὸ τοὺς
κομματικοὺς σχηματισμοὺς χωριστά (βλέπε
περιοδικὸν ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, τεῦχος τῆς
26.10.1989, σελ. 16 ἑπ.). Δηλαδὴ ἡ δημοτικότης
μου εἶχε παραμείνει ἀκλόνητος εἰς
τὴν λαϊκὴν συνείδησιν παρὰ τὴν ἐνωρχηστρωμένην
καὶ λυσσαλέαν, ἀδιάκοπον καὶ συστηματικήν,
σχεδὸν καθ' ὅλην τὴν διάρκειαν
τῆς Προεδρικῆς μου θητείας, κυρίως
κατὰ τὰ πρῶτα τέσσαρα χρόνια
της, ὑπὸ μερίδος τοῦ τύπου ἐναντίον
μου καταφοράν, - πρὸς ὑπηρέτησιν πολλαπλῶν
σκοπιμοτήτων, ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος
-, μὲ πρωτοφανῆ καταιγισμὸν ὕβρεων
καὶ συκοφαντιῶν, μὲ κατεσκευασμένας ἐξ ὁλοκλήρου
ψευδολογίας διὰ φανταστικὰς καὶ ἀνυπάρκτους
«πράξεις» καὶ «παραλείψεις» μου. Ἁπλούστατα ὁ λαός, ὁ ὁποῖος διεφωτίζετο περὶ τῆς ἀληθείας διὰ καταλυτικῶν
τῶν ἀθλιοτήτων καὶ πλήρως τεκμηριωμένων ἐπισήμων ἑκάστοτε ἀνακοινώσεων
τῆς Προεδρίας τῆς Δημοκρατίας, δὲν εἶχε παραπλανηθῆ. Ἔτσι
τὰ ὁποιαδήποτε «σκωπτικὰ σχόλια τοῦ τύπου», πάντοτε
κατευθυνόμενα, δὲν προεκάλεσαν καὶ «ἀντιδράσεις στὴν κοινὴ γνώμη», τοὐλάχιστον
εἰς τὸ μεγαλύτερον μέρος της, ὅπως ἀντιθέτως
μὲ τόσην ἐπιπολαιότητα γράφει ὁ ἀνωτέρω ἀρθρογράφος
σας, ὁ ὁποῖος προφανῶς
παρέβλεψε καὶ ὅλας τὰς ἀνωτέρω ἐπισήμους ἀνακοινώσεις
τῆς Προεδρίας τῆς Δημοκρατίας. Οὔτε
βέβαια προῆλθα ποτὲ «σὲ ἀτυχεῖς ἐπιλογές», ὅπως
μοῦ καταλογίζει τὸ ἴδιο τεῦχος
τῶν «Ἱστορικῶν» εἰς
τὴν σελ. 45, ὑπὸ τὴν παρατιθεμένην
φωτογραφίαν ἀπὸ ἐπίσκεψίν μου
εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Διότι
οἱ κατὰ τὴν λῆψιν τῆς
φωτογραφίας παρόντες δημοσιογράφοι γνωρίζουν τὴν ἀλήθειαν, ἀφοῦ ἤκουσαν
καὶ αὐτοὶ τὸν ξεναγοῦντα
με Ἡγούμενον
τῆς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας, νὰ μὲ παροτρύνῃ, ὅπως ἀναρτήσω
εἰς τὸν λαιμόν μου τὸν σιδηροῦν
σταυρὸν καὶ λάβω ἀνὰ χεῖρας
τὴν σιδηρᾶν βακτηρίαν, διὰ νὰ αἰσθανθῶ καὶ ὁ ἴδιος
τὸ πόσον βάρος ἔφερε μεθ' ἑαυτοῦ συνεχῶς
χωρὶς διακοπήν, νυχθημερόν, ἀκόμη καὶ κοιμώμενος, ὁ κατὰ τὸν
10ον αἰῶνα ἀνιδρυτὴς
τῆς Μονῆς Ὅσιος Ἀθανάσιος, ἐγὼ δὲ μόνον
διὰ λόγους εὐγενείας συνεμορφώθην πρὸς
τὴν παράκλησιν. Ὅμως ἡ ἀλήθεια
αὐτὴ ἀπεκρύβη, ἡ φωτογραφία ἐλήφθη
καί, δημοσιευθεῖσα εὐρύτατα, διεσαλπίσθη,
μὲ ἀρρωστημένην κακοήθειαν, ὡς ἔνδειξις μεγαλαυχίας καὶ ὑπεροψίας, ὅτι,
δῆθεν, ἐγὼ αὐτοβούλως,
καὶ ὄχι κατὰ παράκλησιν, ἐπεδίωξα
τὴν ἐν λόγῳ περιβολήν, μιμούμενος
τὸν ἱδρυτὴν τῆς Μονῆς ! Παραπληροφόρησις,
τὴν ὁποίαν ἀναπαράγουν οὐσιαστικῶς
τώρα καὶ τὰ «Ἱστορικὰ» μὲ τὴν ἀνωτέρω
καταχώρισιν, προδίδοντα ἔτσι τὴν ἐκ
τοῦ τίτλου των ἀποστολήν των.
Πρὸς τὸν τιμητήν μου καθηγητήν, τῆς
Νομικῆς μάλιστα τοῦ Πανεπιστημίου τῆς
γενετείρας μου Θεσσαλονίκης, Κώσταν
Χ. Χρυσόγονον ἁρμόζει ἡ συμβουλή : Μὴ ἀσχημονεῖτε
! Ἡ πολιτικὴ Ἱστορία δὲν γράφεται
μὲ αὐτόφωρον βιασμὸν τῆς ἀληθείας. Ἀπαράδεκτοι
δὲ καὶ παντελῶς ἀθεμελίωτοι,
χωρὶς γνῶσιν καὶ σοβαρὰν καὶ οὐσιαστικὴν
τῶν πραγμάτων ἔρευναν, ὅπως ὁ βαρὺς
τίτλος τοῦ καθηγητοῦ Πανεπιστημίου ἐπιβάλλει,
χαρακτηρισμοὶ ἁπλῶς ἀνακαλοῦν ἀθελήτως
τοὺς στίχους ἀνεκδότου ποιήματος Θεσσαλονικέως
ποιητοῦ διὰ τοὺς συνωθουμένους εἰς
τοὺς ἀντιθαλάμους τῶν κρατούντων : « μωροὶ καὶ φαῦλοι / φαύλων
καὶ ἀδαῶν / ἀκόλουθοι καὶ δορυφόροι∙ / ἐμετικοὶ ἀνερυθρίαστοι
ζηλόφθονοι / τοὺς ἄξιους λοιδοροῦν»...
Μὲ τὴν
προσήκουσαν τιμήν,
Χρῆστος
Α. Σαρτζετάκης
.........................................................................www.sartzetakis.gr