Tὸ κεßμενον, τὸ ὁποῖον ἀκολουθεῖ, ἐδημοσιεýθη

 τὴν  Κυριακὴν 7ην  Νοεμβρßου 2010

εἰς τὴν ἑβδομαδιαßαν ἐφημερßδα «ΤΟ ΠΑΡΟΝ».

 

 

 

 

 

 

ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

 

ΕΛΕΓΧΟΣ  ΣΑΘΡΟΥ  ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΥ  ΛΟΓΟΥ

 

*******

Χαλεπὸν καὶ ἀναμαρτÞτως τι ποιÞσαντα μὴ ἀγνþμονι κριτῇ περιτυχεῖν.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ

 

1.-  Μοῖρα ἀναπüτρεπτη τοῦ εἰλικρινοῦς δημοσßου λüγου εἶναι, ὅτι δὲν λεßπουν καὶ οἱ ἐναντιοýμενοι στὴν ἐκφερüμενη ἀλÞθεια, οἱ ὁποῖοι καß, εὑρισκüμενοι σὲ ἀδυναμßα νὰ ἀπαντÞσουν ἐπὶ τῆς οὐσßας,   καταφεýγουν συνÞθως σὲ ἐμπαθῆ διαστρÝβλωσι τῶν λεχθÝντων, προσωπικὲς ὕβρεις ἢ σκιαμαχßες, ἀκüμη δὲ καὶ ἀερολογßες.

Ἔτσι δὲν ἠμποροῦσε νὰ ἔχῃ καλλßτερη μεταχεßρισι καὶ τὸ δημοσιευθὲν στὴν ἐφημερßδα ´´ΤΟ ΠΑΡΟΝ´´ τῆς 12.9.2010 ἄρθρο μου μὲ τßτλο ´´Ἑλληνικὴ Αὐτογνωσßα καὶ Ἐθνικὴ Ἀνüρθωσις´´. Ὁ Καθηγητὴς Φιλολογßας κ. Χρῖστος ΔÜλκος καὶ ὁ Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημßου Ἀθηνῶν π. Γεþργιος Δ. Μεταλληνὸς μὲ ἄρθρα των ἀποσταλÝντα εἰς ´´ΤΟ ΠΑΡΟΝ´´  προÝβαλαν ἀντιρρÞσεις ἐπὶ τῶν γραφομÝ-νων μου, ὁ πρῶτος μüνον μερικῶς καὶ παρενθετικῶς. Ἡ ἐφημερὶς ἔθεσεν ὑπ’ὄψιν μου τὰ κεßμενα τῶν ἄρθρων αὐτῶν, τὰ ὁποῖα καὶ ἐδημοσßευσεν εἰς τὸ φýλλον τῆς 10.10.2010 μαζὶ μὲ ἰδικÞν μου ἐκτενῆ ἀπÜντησιν, ὑπὸ τὸν τßτλον ´´Ἀνασκευὴ διανοητικῶν ἀστοχημÜτων´´, τῆς ὁποßας ἡ δημοσßευσις  ὡλοκληρþθηκε στὸ ἑπüμενο φýλλο τῆς 17.10.2010.

Ἤδη ἡ ἀπÜντησßς μου αὐτὴ προεκÜλεσε ἐπÜνοδον τῶν ἀνωτÝρω δýο μὲ νÝα κεßμενÜ των δημοσιευüμενα εἰς ´´ΤΟ ΠΑΡΟΝ´´ τῆς 24.10.2010, σελ. 27,  ἄρθρο τοῦ κ. ΔÜλκου μὲ τßτλο ´´ Ἡ Ρωμηοσýνη, ὁ Ρßτσος καὶ τὸ «συναμφüτερον»´´  καὶ ἐπιστολὴ τοῦ π. Μεταλληνοῦ μὲ τßτλο ´´Μὲ πüνο ψυχῆς ...´´.  Ἐπὶ τῶν νÝων αὐτῶν κειμÝνων περιορßζομαι στὰ ἑπüμενα ἐλÜχιστα. 

 

2.-  Ὁ κ. Χρῖστος ΔÜλκος μὲ τὸ ἄρθρο του ἐμμÝνει στὴν ἐπßκλησι τῆς «ρωμηοσýνης», διüτι «ἡ πεισματÜρα μνÞμη εἶναι παροῦσα στὴν γλῶσσα καὶ τὴν μοῦσα τῶν ἙλλÞνων» καὶ ἐρωτᾷ «τὶ νüημα ἔχει ἡ ἐπßκλησι τῶν παντελῶς διαφüρων σημερινῶν περιστÜσεων» !  Νὰ ἐπαναλÜβω λοιπüν, διὰ νὰ τὸ ἐμπεδþσῃ : ἀκριβῶς αὐτὲς οἱ παντελῶς διÜφορες σημερινὲς περιστÜσεις ἐπιβÜλλουν στοὺς σ υ γ χ ρ ü ν ο υ ς  Ἕλληνες νὰ μὴ χρησιμοποιοῦν ὀνομασßες, ποὺ ἀνακαλοῦν παλαιὲς καταστÜσεις χρüνων ὑπὸ ξÝνη (ρωμαúκὴ) δουλεßα καὶ μÜλιστα τüσο μακρυνῶν.  Ὡς πρὸς δὲ τὸν Ρßτσον, ἀφοῦ ρητῶς τὸν χαρακτηρßζω στὸ ἄρθρο μου ὡς «ἐξαßρετο ποιητÞ», ἀποτελεῖ εὐθεῖα παραποßησι τῶν γραφομÝνων μου νὰ λÝγεται ἀπὸ τὸν κ. ΔÜλκο, ὅτι δῆθεν ἀπετßμησα «τὸ συνολικὸ ἔργο, τὴν δρᾶσι του καὶ τὴν πολýπλευρη πνευματικὴ προσφορÜ του» ἀπὸ τὸ ὑμνολüγιü του γιὰ τὸν ΣτÜλιν !

ΠÝρα τῶν δýο αὐτῶν σημεßων  ὁ κ. ΔÜλκος  -  παρὰ τὸν λυρισμὸ τοῦ ὅλου κειμÝνου τοῦ ἄρθρου του, ἐμπλουτισμÝνου μὲ συνÞθεις ἄσχετες, κατὰ τὸ τρÝχον λεξιλüγιο διανοουμενßστικες, στὸ βÜθος κενολüγες, ἀναφορÝς -,  σὲ τßποτε ἀπολýτως δὲν ἀπαντᾷ, κανÝνα συγκεκριμÝνο στοιχεῖο τῆς περὶ «ρωμαßων» καὶ «ρωμηοσýνης» ἐπιχειρηματολογßας μου δὲν ἀντικροýει. Ἁπλοýστατα διüτι ἀδυνατεῖ.  ¸νῷ κατὰ τὰ λοιπÜ, ὡς πρὸς τὶς ἀπüψεις μου γιὰ τὸ αὐτοκÝφαλο τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησßας καὶ τὶς σχÝσεις μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπüλεως  γρÜφει, ὅτι «πεßθουν καὶ τὸν πλÝον δýστροπο συνομιλητÞ». ΔηλαδÞ, δὲν ἀντιλÝγει.

 

3.-  Διερωτῶμαι, ἐὰν ἠμπορεῖ νὰ γßνῃ  συζÞτησις (διÜλογος) μὲ ἀξιωματοῦχον ἱερωμÝνον ὄχι μüνον τῆς Ἐκκλησßας μας, ἀλλὰ καὶ κÜθε δüγματος ἢ θρησκεýματος. Καὶ τοῦτο διüτι αὐτοὶ διακατÝχονται παγßως ἀπὸ τὴν ἔνθεη πεποßθησι, ὅτι ὡς λειτουργοὶ τοῦ Ὑψßστου ἔχουν τὴν θεßα φþτισι καὶ ἑπομÝνως κατÝχουν μüνον αὐτοὶ τὴν ἀλÞθεια γιὰ κÜθε θÝμα, ἐπὶ τοῦ ὁποßου ἀποφαßνονται. Γι’αὐτὸ καὶ δὲν ἀσχολÞθηκα στὸ πρῶτο ἄρθρο μου «Ἐλληνικὴ Αὐτογνωσßα καὶ Ἐθνικὴ Ἀνüρθωσις», μὲ τὸν  π. Γεþργιον Μεταλληνὸν, τοῦ ὁποßου εἶναι κοινῶς γνωστÝς, ἀπὸ γραπτÜ του κεßμενα καὶ τηλεοπτικÝς του ἐμφανßσεις, οἱ ἐπὶ τοῦ θÝματος τοῦ ἄρθρου μου διαφορετικὲς ἀπüψεις.  

Αὐτὸς  ὅμως, ἀντιθÝτως,  ἀ π ρ ο κ λ Þ τ ω ς παρενÝβη, εἰς ἀντßκρουσιν τῶν γραφομÝνων μου, μὲ τὸ ἀποσταλὲν καὶ δημοσιευθὲν εἰς ´´ΤΟ ΠΑΡΟΝ´´  τῆς 10.10.2010 (σελ. 22) ἄρθρο του ὑπὸ τὸν τßτλο «Τὸ ὄνομα Ρωμηὸς καὶ ἡ ἱστορικÞ του σημασßα».  Καὶ ἡ ἀπρüκλητη αὐτὴ παρÝμβασßς του καταδεικνýει ὡς αὐτοφþρως ὑποκριτικὴν  τὴν  διαβεβαßωσß του στὴν δημοσιευομÝνη εἰς ´´ΤΟ ΠΑΡΟΝ´´  τῆς 24.10.2010 (σελ.27) νεωτÝρα ἐπιστολÞ του, ὅτι, κατὰ λÝξιν, «ὁ καθÝνας εἶναι  ἐλεýθερος νὰ γρÜφει ὅ,τι θÝλει, ἔστω κι ἂν τὰ ὅσα γρÜφει δὲν ἀνταποκρßνονται πÜντα στὴν ἱστορικὴ ἀλÞθεια». Διüτι, ἐὰν αὐτὰ ποὺ τþρα γρÜφει τὰ πιστεýει, ἐὰν πρÜγματι εἶχα τὴν ... «ἄδειÜ» του, ἤμουν «ἐλεýθερος νὰ γρÜφω ὅ,τι θÝλω», τüτε γιατὶ ἐνοχλÞθηκε ἀπὸ τὸ ἄρθρο μου καὶ παρενÝβη ἀπροκλÞτως πρὸς ἀντßκρουσß του ;

Ἀλλὰ ἔστω ὅτι συγχωρητῶς - δηλαδὴ παρὰ τὴν περὶ τοῦ ἀντιθÝτου «πεποßθησß» του ! -  παρενÝβη ἀπροκλÞτως. Πρὸς τὶ ὅμως ;    ΜÞπως  χÜριν καὶ πρὸς ἀποκατÜστασι τῆς ἱστορικῆς ἀληθεßας, ὡς βιαζομÝνης ἀπὸ τὰ γραφüμενÜ μου ;  Ἀλλὰ ὁ πρÜγματι ὑπὲρ τῆς, κατ’ αὐτüν, ἱστορικῆς ἀληθεßας παρεμβαßνων δὲν ἀποφαßνεται, ὅπως ἡ Πυθßα ἀπὸ τρßποδος, ἀλλὰ συζητεῖ.  Ὅμως ὁ π. Μεταλληνὸς καμμιὰ ἀπολýτως συζÞτησι δὲν κÜνει καὶ ἔτσι κανÝνα ἀπολýτως ἀπὸ τὰ ἐπικληθÝντα στὸ ἄρθρο μου συγκεκριμÝνα ἱστορικὰ στοιχεῖα δὲν ἀνασκευÜζει.

 Ἔτσι ὄχι ἀπροκλÞτως, ὅπως αὐτüς, ἀλλὰ προκληθεὶς ἀπÞντησα εἰς τὸν π. Μεταλληνὸν μὲ τὸ  ἄρθρο μου «Ἀνασκευὴ διανοητικῶν ἀστοχημÜτων» στὴν ἰδικÞ του μὲ τὸν τßτλον «Τὸ ὄνομα Ρωμηὸς καὶ ἡ ἱστορικÞ του σημασßα» ἀπρüκλητη παρÝμβασι. Καὶ ἡ ἀπÜντησßς μου αὐτὴ ἔγινε μὲ εὐπρÝπεια καὶ διατýπωσι συνετÞ, ὅπως ὁ κÜθε ἀναγνþστης ἠμπορεῖ νὰ διαπιστþσῃ.  ρκεῖ νὰ σημειþσω, ὅτι τὸν κατωνüμασα, χÜριν τῶν ἀγνοοýντων ἀναγνωστῶν τῆς ἐφημερßδος, ὡς Καθηγητὴν Πανεπιστημßου (ἰδιüτητα, ποὺ δὲν ἀνεγρÜφετο στὸ ἄρθρο του) καὶ συγχρüνως τὸν ἐχαρακτÞρισα ὡς «ἕνα ἀπὸ τοὺς πλÝον σημαßνοντες κληρικοὺς τῆς Ὀρθοδüξου Ἐκκλησßας μας μὲ πλοýσιο συγγραφικὸ καὶ ἄλλο ἔργον». Ἄλλωστε τὴν ἐκτßμησßν μου αὐτὴν γιὰ τὸ πρüσωπü του γνωρßζει κÜλλιστα ὁ π. Μελισσηνὸς ἀπὸ συγκεκριμÝνα κατὰ τὸ παρελθὸν ἐνεργÞματÜ μου ( ὅπως π.χ. προσκλÞσεις του ἐπὶ τῆς Προεδρßας μου κατ’ἐξαßρεσιν στὸ Προεδρικὸ ΜÝγαρο, κλπ., κλπ.). Πῶς λοιπὸν τþρα διατεßνεται, ὅτι τὸν ἀντιμετþπισα μὲ τὴν ἀπÜντησß μου στὴν ἀπρüκλητη παρÝμβασß του «ὑποτιμητικÜ»,  προσθÝτων καὶ πÜλιν ὑποκριτικῶς, ὅτι «αὐτὸ δὲν ἔχει σημασßα» ;  Ὑποκριτικῶς, διüτι πρὸς τὶ ἡ ἐπßκλησις σὲ μιὰ σýντομη ἐπιστολὴ πραγμÜτων, ποὺ δὲν ἔχουν σημασßα ; Καὶ ἡ ἐπßκλησις ἔτσι ἀορßστως, χωρὶς συγκεκριμÝνη ἀναφορÜ, δὲν προδßδει τὴν ἀνυπαρξßα ἔστω καὶ μιᾶς ὑποτιμητικῆς μου ἐκφρÜσεως  ;  Ἐκτὸς ἐὰν ὁ π. Μεταλληνὸς ὑπολαμβÜνῃ ὡς ὑποτιμητικὴ τὴν χρῆσι λÝξεων, ποὺ ἦσαν ἀπολýτως γλωσσικῶς ἀπαραßτητες πρὸς κατÜδειξι τῶν διανοητικῶν του ἀστοχημÜτων, τὰ ὁποῖα ἡ ἀπÜντησßς μου ἐκεßνη ἐπεσÞμαινε.

Ἀλλὰ εἰς τὰ ἀüριστα «ὑποτιμητικὰ» ὁ π. Μεταλληνὸς  προσθÝτει, ὅτι τὰ γραφüμενÜ μου εἶναι γι’αὐτὸν «καὶ συκοφαντικÜ», διüτι, ὅπως γρÜφῃ,  ὁ ἴδιος δὲν ὑπεστÞριξε «οὐδÝποτε καὶ πουθενÜ, προφορικῶς ἢ γραπτῶς τὴν ἐπανυπαγωγὴ τῆς ἐν ἙλλÜδι (ἢ ἑλλαδικῆς) Ἐκκλησßας εἰς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο».  Ἐδῶ προβÜλλει αὐτοφþρως διανοητικÞ του σýγχυσις. Διüτι, ὅπως ὁρßζῃ καὶ ὁ Ποινικüς μας Κῶδιξ (ἄρθρον 363 σὲ συνδυασμὸ μὲ 362), «συκοφαντικὴ δυσφÞμησις» εἶναι ὁ ἰσχυρισμὸς ἢ διἀδοσις γιὰ ἄλλον ψευδοῦς γεγονüτος, δυναμÝνου νὰ βλÜψῃ τὴν τιμὴν ἢ τὴν ὑπüληψßν του. Ἔτσι μὲ τὸ νὰ χαρακτηρßζῃ ὁ π. Μεταλληνὸς ὡς «συκοφαντικὸ» αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀποδßδεται, σημαßνει, ὅτι πρüκειται κÜτι κακü, ἀφοῦ τὰ καλὰ ἐξ ὁρισμοῦ ὡς ἔπαινοι οὐδÝποτε προσβÜλλουν τὴν τιμὴν ἢ τὴν ὑπüληψι τοῦ ἄλλου !  ΜÞπως λοιπὸν χωρὶς ἐπßγνωσι προσχωρεῖ καὶ αὐτὸς στὴν σωστὴ θÝσι, ὅτι εἶναι κακὸ ἡ διοικητικὴ ἐπανυπαγωγὴ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησßας στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἑπομÝνως, ὅτι καλῶς διεκηρýχθη πρὶν 87 χρüνια τὸ αὐτοκÝφαλü της ;

Ἐξ ἄλλου, μüνον τὰ ψευδῆ ἀποτελοῦν συκοφαντßαν, ἡ ἔκθεσις πραγμÜτων ἀληθῶν οὐδÝποτε συνιστᾷ συκοφαντßαν. Ἐν προκειμÝνῳ, εἶναι παγκοßνως γνωστüν, ὅτι ὁ π. Μεταλληνὸς ἐπανειλημμÝνως μὲ γραπτὰ κεßμενÜ του, ἀλλὰ καὶ σὲ τηλεοπτικὲς ἐμφανßσεις ὑποστηρßζει σταθερῶς, ὅτι ἡ ἀνακÞρυξις τοῦ αὐτοκεφÜλου τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησßας καθιερþθη δῆθεν πραξικοπηματικῶς ἀπὸ τοὺς Βαυαροὺς καὶ δῆθεν μüνον ἔβλαψε τὴν Ἐκκλησßα μας καὶ τὸν Ἑλληνισμü. Ὅποιος ὅμως ἰσχυρßζεται αὐτÜ, - ποὺ κατÝδειξα, ὅτι εἶναι ἀναληθῆ μὲ συγκεκριμÝνη στὸ ἄρθρο μου τεκμηρßωσι, ποὺ μÝνει ἀπὸ τὸν π. Μεταλληνὸ ἀναπÜντητη, - τþρα, 87 ὁλüκληρα χρüνια μετὰ τὴν διακÞρυξι τοῦ αὐτοκεφÜλου, τὶ ἄλλο κÜνει ἀπὸ τὸ νὰ προπαγανδßζῃ ἀμÝσως ἢ ἔστω ἐμμÝσως τὴν κατÜργησι τοῦ αὐτοκεφÜλου καὶ τὴν ἐπανυπαγωγὴ τῆς Ὀρθοδüξου Ἐκκλησßας μας στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ;  Ἀλλὰ ὄχι μüνον αὐτὰ τὰ συμπερασματικÜ. Διüτι ὁ π. Μεταλληνὸς εὐθÝως καὶ ἀπεριφρÜστως στὸ ἐκτενÝστατο (μὲ 441 σελßδες) γιὰ τὸ θÝμα βιβλßο του μὲ τßτλο «Ἑλλαδικοῦ ΑὐτοκεφÜλου Παραλειπüμενα» (ἐκδüσεις Δüμος, β´ἔκδ. 1989) διεκÞρυσσεν ἤδη στὸ Πρüλογο τοῦ βιβλßου (σελ.16), ὅτι, κατὰ λÝξιν «τὸ πρüβλημα τοῦ ἑλλαδικοῦ αὐτοκεφÜλου δὲν ἔκλεισε ἀκüμη ὁριστικÜ» !  Τὶ ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ καθαρὴ προπαγÜνδα ὑπὲρ ἐπανυπαγωγῆς στὸ Πατριαρχεῖο σημαßνει ὁ ἀφορισμὸς αὐτüς, ὅτι τὸ ζÞτημα τῆς αὐτοκεφαλßας δὲν ἔχει ἀκüμη κλεßσει ὁριστικÜ ;  Καὶ ὅμως μὲ περßσσειαν θρÜσους καὶ ὑποκρισßας ὁ π. Μεταλληνὸς διατεßνεται τþρα στὴν ἀνωτÝρω ἐπιστολÞ του, ὅτι συκοφαντεῖται μὲ τὰ ἐκτεθÝντα, διüτι «οὐδÝποτε καὶ πουθενὰ ὑπεστÞριξα προφορικῶς ἢ γραπτῶς τὴν ἐπανυπαγωγὴ τῆς ἐν ἙλλÜδι (ἢ ἑλλαδικῆς) Ἐκκλησßας εἰς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο».

Καὶ δὲν περιορßζεται εἰς αὐτü. Διüτι εὐθýς προσθÝτει, ὅτι «ἡ δικαιοσýνη ἀπαιτεῖ νὰ μοῦ ζητÞσουν δημüσια συγγνþμη ὅσοι μὲ συκοφαντοῦν ἀσυστüλως», ἐξαπολýων ἀδιστÜκτως καὶ τὴν ὕβριν  «εὐτελßζοντας τὴν ἐμπιστοσýνη τοῦ ἔθνους καὶ τὰ ἀξιþματÜ τους». Χωρὶς ὅμως καὶ πÜλιν νὰ ἐξηγῇ, πῶς εἶναι δυνατὸν τþρα, 25 χρüνια μετὰ τὴν Δικαστικὴν καὶ 20 χρüνια μετὰ τὴν ΠροεδρικÞν μου θητεßαν, νὰ εὐτελßζω τὰ δημüσια αὐτὰ ἀξιþματÜ μου ! ...  Καὶ ἂς συμπληρþσω, ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἰσχυρßζεται ὁ π. Μεταλληνὸς καὶ πÜλιν μὲ τὴν ὑποκριτικὴν ἐπῳδὸν «ὄχι διὰ τὴν δικαßωσÞ μου, ἀλλὰ ἀποβλÝπων ὡς ἑλληνορθüδοξος κληρικὸς στὴν ἀνÜνηψη τῶν κατηγüρων μου» ! Γλωσσικὸς ἐκτροχιασμüς, ποὺ ἐντüνως θυμßζει τὴν λαúκὴ παροιμßα «φωνÜζει ὁ κλÝφτης, γιὰ νὰ φýγῃ ὁ νοικοκýρης»...

Λυποῦμαι, ἀλλὰ  καὶ δὲν τὸν συνερßζομαι ...-

 

ΝÝα ΠεντÝλη, 2α Νοεμβρßου 2010.