Tὸ κεßμενον, τὸ ὁποῖον ἀκολουθεῖ, ἐδημοσιεýθη

τὴν Κυριακὴν 12ην Σεπτεμβρßου 2010

εἰς τὴν ἑβδομαδιαßαν ἐφημερßδα «ΤΟ ΠΑΡΟΝ».

 

 

 

 

 

XΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

 

*******

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ  AYTOΓΝΩΣΙΑ

 ΚΑΙ  ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΟΡΘΩΣΙΣ

 

 

ΘÝσεις πρὸς ἀνακοπὴν τῆς ἐθνικῆς μας παρακμῆς

 

 

1.-   Ἡ Πατρßδα μας διÝρχεται περßοδο πρωτüγνωρης παρακμῆς. Διüτι αὐτὴ χαρακτηρßζει, γιὰ πρþτη φορὰ στὴν μεταπολεμικὴ τοὐλÜχιστον Ἱστορßα μας, κÜθε ἰκμÜδα τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς, τüσο τῆς ἐθνικῆς μας κοινüτητος στὰ συλλογικÜ της ἐνεργÞματα, ἐπὶ θεμÜτων ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν, ὅσο καὶ τῶν ἙλλÞνων κατ’ἰδßαν, ὡς ἀτüμων - ἐννοῶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χþρου, ὄχι καὶ τῶν ἀποδÞμων, οἱ ὁποῖοι ἀντιθÝτως σκÝπτονται καὶ ἐνεργοῦν μὲ ζηλευτὴ πÜντοτε προσÞλωσι πρὸς τὰ πÜτρια καὶ τὶς ἀκατÜλυτες, ἀνὰ τὶς χιλιετηρßδες, ἑλληνικὲς ἀξßες.

Φυσικὰ ἡ σοβοῦσα παρακμὴ δὲν ἀνÝκυψεν αἰφνιδßως, δὲν εἶναι ἡ ἐπαýριον μιᾶς αἰθρßας ἡμÝρας. ἈνÝκυψε ὡς τὸ ἀναπüφευκτο ἀποτÝλεσμα ὀλεθρßας συλλογικῆς πρακτικῆς δεκαετιῶν. Τὴν ὁποßα μὲ περßσσεια ἀφροσýνης βαθμηδὸν ἀκολουθÞσαμε, συντονßζοντες τὸ βῆμα μας πρὸς συνθηματολογßα σαγηνεýουσα, ἀλλὰ εὐθÝως μηδενιστικὴ καὶ  καταστροφικÞ. Ἀληθινὴ πορεßα ὀλÝθρου, πρὸς ἀνÜσχεσι τῆς ὁποßας συνετὲς φωνὲς ὀρθοφροσýνης δὲν ἔλλειψαν, ἀλλὰ αὐτὲς δὲν εἰσηκοýοντο ἀπὸ τοὺς ποικιλωνýμους ταγοýς μας, κυρßως τοὺς  ἑκÜστοτε ἔχοντες τὸ πηδÜλιον τῆς κρατικῆς ἐξουσßας, ἑπομÝνως καὶ τὸ πρüσταγμα γιὰ τὴν  πορεßα τοῦ τüπου. Τοὐναντßον μÜλιστα, ἡ ὅποια προσπÜθεια ἀνασχÝσεως στὸν κατÞφορο τῆς συμφορᾶς πολλαχüθεν παρημποδßζετο καὶ θετικῶς, ἐκτὸς λοιδωριῶν καὶ καταιγισμοῦ ὕβρεων σὲ βÜρος τῶν ἀνθισταμÝνων ἀπὸ κατευθυνüμενα μÝσα (τýπο καὶ ραδιοτηλεοπτικÜ) μαζικῆς ἐξαχρειþσεως, καὶ μὲ τὴν δραστικὴ χρῆσι καὶ κατÜχρησι ψευδεπιγρÜφως «προοδευτικοῦ», πεπαλαιωμÝνου μὲν ἰδεολογικοῦ ὁπλοστασßου, πλὴν εὐηκüου καὶ λαοπλÜνου.  Καὶ δρÜστες τῶν ὀρθουμÝνων αὐτῶν ἐμποδßων πληθωρικῶς ἀνεφαßνοντο. Ὄχι μüνον μεταξὺ ξÝνων ἐπιβοýλων, παγßως ὑπηρετοýντων ἄλλωστε ἰδικÜ των συμφÝροντα, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τοῦ ἑλληνικοῦ χþρου, στὶς τÜξεις, ποὺ σὲ ὅλες τὶς κοινωνßες, παντοῦ καὶ πÜντοτε, ὑπÜρχουν, ἀρνησιπÜτριδων, καιροσκüπων, ἀφελῶν, ἢ καὶ ἐγχωρßων μειοδοτῶν, μισθοφüρων ἢ ὄχι, ἀδιÜφορον.    

 

2.- Ἔτσι σÞμερα, περισσüτερον ἀπὸ κÜθε ἄλλη περßοδο τοῦ ἐθνικοῦ μας βßου ἐπιβÜλλεται πλÝον, ὡς μüνη ἀτραπὸς διεξüδου ἀπὸ τὴν ἐφιαλτικὴ κρßσι, ἡ ἀνασýνταξις τῆς ἐθνικῆς μας κοινüτητος. Ἂς μὴ αὐταπατþμεθα ὅμως.  Τὸ ἑλληνικὸ πρüβλημα δὲν εἶναι μüνον οἰκονομι-κüν ! Τὰ πεδßα τῆς παρακμῆς εἶναι πολυπληθῆ. Ἀπαντῶνται σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς.  Φαßνεται βεβαßως τþρα μεταξὺ αὐτῶν προÝχον τὸ οἰκονομικüν, τὸ ὁποῖον στὶς ἡμÝρες μας, μὲ γεῦσι ἤδη τῶν ληφθÝντων πρὸς ἀντιμετþπισß του ὀδυνηρῶν μÝτρων, ἑλκýει τὴν ἄμεση προσοχὴ καὶ ἀναδýει τὸν προβληματισμὸν ὅλων, χωρὶς ἐξαßρεσι.  Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ δὲν ἐξÝθρεψε αὐτοδυνÜμως, οὔτε συνιστᾷ τὸ κινοῦν αἴτιο τῆς σὲ ὅλα τὰ πεδßα, καθολικῆς ἐθνικῆς  μας παρακμῆς. 

Ἂς ἀναβλÝψουμε. Τὸ ἑλληνικὸν πρüβλημα εἶναι πρωτßστως θÝμα ἰδεολογικüν. Διüτι μüνον ἐκ τῶν ἰδεῶν-δυνÜμεων (κατὰ Fouillée, Esquisse psychologique des idées - forces καὶ L’ évolutionnisme des idées forces)  ἀπορρÝει ἡ ἔφεσις πρὸς ἐνÝργειαν ἐπὶ παντὸς ἀνθρωπßνου πεδßου, ἑπομÝνως καὶ ἡ δυνατüτης ἐπανορθþσεως καὶ θεραπεßας τῶν κακῶς κειμÝνων.  Καὶ ὡς πρþτη πτυχὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβλÞματος ἀναφαßνεται ἡ ἀνÜγκη τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσßας. Ἀφοῦ μüνον μὲ ἐπßγνωσι τοῦ τὶ εἴμαστε, ἠμποροῦμε νὰ προδιαγρÜψουμε καὶ τὶς δυνατüτητÝς μας πρὸς λýσι καὶ νὰ ἐπιδοθοῦμε στὴν συνÝχεια, ἐν ὄψει ἀκριβῶς τῆς ἐκτÜσεþς των, στὸν ἀγῶνα ἐπιλýσεως κατ’ἰδßαν προβλημÜτων μας. Μὲ καßρια καὶ ἀμÝσως ἐπεßγοντα, πρωτßστως τὰ ἀναγüμενα εἰς τὸν τομÝα τῆς παιδεßας καὶ συνακολοýθως τῆς τüσον κακοποιουμÝνης γλþσσης μας.  Ἄλλωστε ὅλοι ἐπισημαßνουν τὸ πüσον χωλαßνει ἡ παρεχομÝνη παιδεßα στὴν χþρα μας καὶ κραυγαλÝως ὠρýονται γιὰ τὸ σημερινü της κατÜντημα. Παραθεωροῦν ὅμως οἱ μεμψιμοιροῦντες, μὲ λßγες μüνον ἐξαιρÝσεις, ὅτι ἀνüρθωσις τῆς παιδεßας  δὲν νοεῖται χωρὶς ὡς ἐναρκτÞρια κßνησι τὴν ἀποκατÜστασι τοῦ γλωσσικοῦ ὀργÜνου, τῆς ἑλληνικῆς μας γλþσσης. Διüτι σκÝψεις καὶ ἰδÝες, προγρÜμματα καὶ σχεδιασμοὶ ἀνθρωπßνης ἐνεργεßας δὲν γεννιοῦνται παρὰ μüνον διὰ τοῦ γλωσσικοῦ ὀργÜνου, ὑπÜρχει μιὰ μυστικὴ ἀντιστοιχßα, μιὰ ἀκατÜλυτη ταýτισις ἐκεßνων μὲ αὐτü. Ὁ λüγος, οἱ χρησιμοποιοýμενες λÝξεις δὲν ἐξωτερικεýουν ἁπλῶς τὰ ἀνθρþπινα διανοÞματα, ἀλλὰ καὶ τὰ γεννοῦν. Καὶ ὅπως παντοῦ, ἡ οὐσßα τοῦ διανοÞματος κεῖται ἀκριβῶς στὴν γλωσσικÞ του ἐξωτερßκευσι.  Τὸ νὰ χωλαßνει λοιπὸν τüσον θρηνητικῶς ἡ χρῆσις στὴν σýγχρονÞ μας κοινωνßα τῆς ἑλληνικῆς μας γλþσσης, αὐτὸ  φανερþνει, ὅτι καὶ οἱ διατυποýμενες  ἰδÝες,  τὰ ἐξαγγελλüμενα προγρÜμματα, οἱ κÜθε εἴδους προβαλλüμενοι σχεδιασμοὶ εὑρßσκονται στὴν ἴδια στÜθμη εὐτελοῦς ποιüτητος μὲ τὴν χρησιμοποιουμÝνη πρὸς ἔκφρασß τους γλῶσσα.  Ἔτσι ἐξηγεῖται, ἀπὸ τὴν χαρακτηριστικὴ γλωσσικÞ μας φτþχεια, καὶ ἡ ἀδυναμßα συγκλßσεως καὶ συμφωνßας τοῦ κοινωνικοῦ συνüλου ἐπὶ τοῦ πρακτÝου καὶ σὲ βασικοὺς ἀκüμη τομεῖς τοῦ ἐθνικοῦ μας βßου.   

 

3.- Τὸ τερÜστιο εὖρος τοῦ ἑλληνικοῦ προβλÞματος στὴν ἰδεολογικÞ του διÜστασι δὲν ἐπιτρÝπει τὴν συνολικὴ ἀνÜπτυξß του στὰ στενὰ πλαßσια τοῦ παρüντος ἄρθρου. Θὰ περιορισθῶ λοιπὸν ἐδῶ ἐξ αὐτοῦ εἰς ὀλßγα μüνον. Καὶ κατὰ πρῶτον, εἰς τὴν ἀνÜγκην τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσßας, καὶ μÜλιστα εἰς μüνην τὴν ἀφετηρßαν της, τὴν ὀνομασßαν τῆς ἐθνικῆς μας κοινüτητος.  Διüτι φαßνεται, ὅτι καὶ τὴν ἐθνικÞν μας ὀνομασßα δὲν τὴν γνωρßζουμε ὅπως ἐπιβÜλλεται, στὴν διαχρονικÞ της διÜστασι.

Ἡ ἀφορμὴ σὲ ἐνασχüλησι τÝτοιου περιεχομÝνου ὑπῆρχε καὶ κατὰ τὸ παρελθüν. Τþρα ὅμως ἐντüνως ἀνενεþθη ἐξ ἀφορμῆς καταχωρßσεως σὲ ἐφημερßδα τῶν Ἀθηνῶν, τὴν ΕΣΤΙΑΝ τῆς 5ης Αὐγοýστου ἐ. ἔ., πιστολῆς ναγνστου της, μὲ τὴν ὁποßαν ἐκφÝρονται μεγαλüστομοι καταφοραὶ κατὰ τῆς ἀκολουθουμÝνης καὶ παρ’ἡμῶν ὀνομασßας ἀπὸ ξÝνους τῆς χþρας μας ὡς Greece καὶ τῶν ἙλλÞνων ὡς Greeks- Γραικῶν. Ὁ ἐπιστολογρÜφος διατεßνεται, ὅτι τÝτοιες ὀνομασßες εἶναι ξενικÝς, τὶς ἐχρησιμοποßησαν γιὰ πρþτη φορὰ «ἀρχικοὶ Λατßνοι ναυτικοß», ὅταν προσÞγγισαν στὴν Β.Δ. ἙλλÜδα, καὶ ἀκολοýθως ἐγενικεýθη ἡ καταφρονητικὴ ὑπὸ τῶν ξÝνων χρῆσις των. Προτεßνει δὲ τὴν ἐπßσημον παρ’ ἡμῶν μὲν ἐν παντὶ ἀντικατÜστασßν των διὰ τῶν ὅρων Ἑλλὰς (Hellas)  καὶ Ἕλληνες, ὡς ὁ ἴδιος (ὁ ἐπιστολογρÜφος) ἔπραξε τὸ 1956 ὡς «ἀρχηγὸς τῆς Ὀλυμπιακῆς μας ὁμÜδος (Μελβοýρνη)», πρὸς τοὺς ξÝνους δὲ (κρÜτη, κλπ.) διακÞρυξιν, ὅτι θὰ ἐπιστρÝφεται ἀνεπßδοτη κÜθε ἀλληλογραφßα διαλαμβÜνουσα τὶς ἀνωτÝρω ξενικὲς ὀνομασßες.

Παρüμοιες ἐπιστολὲς ἄλλων, μὲ τὶς ἴδιες ἐπὶ τοῦ θÝματος ὑποδεßξεις, ἔχουν δημοσιευθῆ σὲ ἐφημερßδες καὶ κατὰ τὸ παρελθüν, προερχüμενες  καταφανÝστατα ξ γαθοφιλοπτριδος συνειδτος. Ὅμως, μ τν ντληψιν τι φιλοπατρα προûποθτει κα δραα γνσι τς στορας, ἐπιβÜλλεται νὰ σημειþσω ἐπὶ τῶν ἀνωτÝρω τ κλουθα.

 

4.-   Πλανῶνται ὅσοι νομßζουν, τι τ νομα «γραικς» εναι ξενικν, δοθν δθεν π τν Ρωμαων ες τος λληνας.  Διτι δν πρκειται περ ξενικς νομασας ! Εναι νομα ἑλληνικþτατον, τ πρτον θνικν μας νομα. Πργματι, λγει ριστοτλης (Μετεωρολογικ, Ι 14) «κουν γρ ... κα ο καλομενοι ττε μν Γραικο, νν δ λληνες» (βλπε τ κεμενον, π.χ. στν κδοσι τν  Μετεωρολογικν τς Collection Budé, Παρσι, τμος Ι, 1982, σελ. 45, παραπομπς δὲ  κα σὲ λλους ρχαους συγγραφες ες τ ξαρετον ργον το Καθηγητοῦ  Γεωργου Α. Παπαντωνου, ρχαα λληνικ στορα, τμος Α´, 1979, σελ. 98  ποσημ.2). Τ «γραικς» ατ πραν ν συνεχείᾳ ο Ρωμαοι κα, προσαρμζοντς το ες τν φωνητικν τς γλσσης των, πλασαν τ “Graecus”, π τ ποον καπρορχονται ο χρησιμοποιοýμενες νομασες στς σγχρονες ξνες γλσσες μν τν λλνων κα τς χρας μας, ὅπως Grecs, Grèce εἰς τὴν γαλλικÞν, Greeks, Greece εἰς τὴν ἀγγλικÞν, κλπ. Ὀνομασßες,  πομνως, μ πανρχαιες λληνικς ρζες, οἱ ὁποῖες κα κατ καμμαν λογικν δν θ πρπει ν θεωρονται ποβλητες ὡς δῆθεν μὴ ἑλληνικῆς προελεýσεως !...

 

5.-   ντιθτως ποβλητες εναι ο νομασες «ρωμης» κα «ρωμηοσνη», ὡς ἐθνικῶς ἀπαρÜδεκτες, ἀνακαλοῦσες μüνον τοὺς χρüνους τῆς ὑπὸ ρωμαúκὴν κυριαρχßαν δουλεßας μας. Δυστυχῶς οἱ ὄντως ξενικὲς αὐτὲς ὀνομασßες χρησιμοποιονται κα π ξιολγους, κατ τ λοιπ, διανοουμνους, ο ποοι ναβρνονται μιλοντες συνεχς γι τν «ρθδοξη  ρωμαικη παρδοση» (λλοτε πρχε, δν γνωρζω ἐὰν συνεχßζεται, κα εδικὴ  ραδιοφωνικ κπομπ μ τν νομασαν ατν !), χωρς ν νοχλονται π τν  στορικν λθειαν, τι προσωνυμα «ρωμαος», δηλ. διτης το ρωμαου  πολτου, ρωμαúκ θαγνεια θ λγαμε σμερα, πενεμθη (κα ατ, ς  σημειωθ, γινε γι φορολογικος ποκλειστικς λüγους !), μ τ γνωστὸ  διταγμα το Καρακλλα τ 212 μ.Χ., ες λους τος ποδολους λαος τς νατολς π τς ττε κοσμοκρατερας Ρμης. Τ θλουν λοιπν ο διανοομενομας ατο ν διαιωνσουν ; Τν νμνησι τς δουλεας κενης ;  Καὶ γιατὶ παραθεωροῦν τὴν γνησßαν ἑλληνικὴν λαúκὴν παρÜδοσιν, ἡ ὁποßα ὑπερηφÜνως ἐμμÝνει εἰς τὰ πÜτρια ; Διüτι, κατὰ τὸ πασßγνωστον,  ο γωνιστατο 1821 μ θαυμαστν πγνωσι τς ταυττητς των διαλαλοσαν : «γ γραικς  γεννθηκα, γραικς θ ν πεθνω», χρησιμοποιοντες κριβς τ πανρχαιον κενο κα ατχθον «γραικς» κα χι τ ξενφερτον κα ποβλητον «ρωμαος» «ρωμης ( «ρωμις»). ναμφισβηττως σαν σοφτεροι π τος ατοαποκαλουμνους σÞμερα «ρωμηος», καßτοι συμπατριῶτες μας  ! ... ΠρÝπει δὲ νὰ προσθÝσω, ὅτι καὶ ἡ λογßα ἑλληνικὴ παρÜδοσις δὲν διαφÝρει, ἀφοῦ καὶ ἐπιφανεῖς ἐκπρüσωποß της σὲ πολλὲς περιπτþσεις χρησιμοποιοῦν γιὰ τοὺς Ἕλληνες τὴν ὀνομασßα Γραικοß, ὅπως ὁ ἐκ τῶν ἐξοχωτÝρων διδασκÜλων τοῦ ΓÝνους, ἐκδüτης κειμÝνων πληθþρας ἀρχαßων ἙλλÞνων συγγραφÝων ( τüμοι 16 εἰς τὴν σειρὰν «Ἑλληνικὴ ΒιβλιοθÞκη» καὶ τüμοι 9 εἰς τὴν σειρὰν «ΠÜρεργα Ἑλληνικῆς ΒιβλιοθÞκης» ) καὶ ἀπὸ τοὺς ἐθναποστüλους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐλευθερßας ἈδαμÜντιος Κοραῆς, π.χ. εἰς τὰ πονÞματÜ του «Ἀδελφικὴ Διδασκαλßα πρὸς τοὺς εὑρισκομÝνους κατὰ πᾶσαν τὴν Ὀθωμανικὴν ἘπικρÜτειαν Γραικοýς» (Ρþμη, 1798), «Ὰσμα ΠολεμιστÞριον τῶν ἐν Αἰγýπτῳ περὶ ἐλευθερßας μαχομÝνων Γραικῶν» (Αἴγυπτος, 1800),  «Τὶ πρÝπει νὰ κÜμωσιν οἱ Γραικοὶ εἰς τὰς παροýσας περιστÜσεις» (Βενετßα, 1805),  κλπ., κλπ.

 

6.-  Ἂς προσθÝσω ἐδῶ καὶ μßαν ἀναδυομÝνη σχετικῶς κραυγαλÝα πτυχὴ τῆς σημερινῆς γλωσσικῆς μας τραγῳδßας.  Οἱ ξÝνοι, ὡς καὶ ὁ ἀνωτÝρω ἐπιστολογρÜφος, τὴν λÝξιν ΕΛΛΑΣ μεταγρÜφουν μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες ὀρθῶς εἰς HELLAS, καὶ ὄχι εἰς ELLAS.  Mὲ τὴν προσθÞκην τοῦ ἀρχικοῦ γρÜμματος Η  ἁπλοýστατα μεταγρÜφουν τὴν δασεῖαν τοῦ ἀρχικοῦ Ε τῆς λÝξεως ΕΛΛΑΣ, ἀποδεχüμενοι ἔτσι τὸν προσῳδιακὸ προορισμü, ποὺ ἀνÝκαθεν, ἀπὸ τῶν ἀλεξανδρινῶν χρüνων καὶ μÝχρι σÞμερον, ἐπιτελοῦν τὰ πνεýματα καὶ οἱ τüνοι εἰς τὴν ἑλληνικÞν· αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λüγος, γιὰ τὸν ὁποῖον καὶ οἱ ξÝνοι τὰ διατηροῦν εἰς τὸ ἑλληνογενὲς λεξιλüγιüν των, ὅπως π.χ. στὴν υἱοθετηθεῖσαν ὑπὸ τῆς γαλλικῆς λÝξιν HÉROS  τὸ ἀρχικὸν Η ἀποδßδει τὴν δασεῖαν τῆς ἑλληνικῆς γραφῆς  «ἥρως».  ΔηλαδÞ, οἱ ξÝνοι διατηροῦν στὴν ἑλληνικÞ μας γραφὴ τοὺς τüνους καὶ τὰ πνεýματα, αὐτÜ, τὸ ὁποῖα ἡ ἐπßσημος Ἑλλὰς μὲ ἀσýγγνωστη ἀφροσýνη ἔχει καταργÞσει καθ’ ὑπαγüρευσιν ἀμαθῶν καὶ ἀπαιδεýτων, παρὰ μÜλιστα τὴν ἀντßθεσι τῆς συντριπτικῆς πλειονοψηφßας τοῦ πνευματικοῦ κüσμου.  ΚατÜργησις, ἡ ὁποßα ἐνισχυομÝνη καὶ μὲ τὸν βαθμιαῖον περιορισμὸν καὶ ὑποβιβασμὸν τῶν κλασσικῶν σπουδῶν στὸν χῶρο τῆς παιδεßας μας προεκÜλεσε καὶ τὴν σημερινὴ θρηνητικὴ ἀγραμματωσýνη τῆς νεολαßας μας.

 

7.-   Μὲ τὰ ὀλßγα ἀνωτÝρω περὶ γλþσσης εἰσÞλθαμε καὶ εἰς τὸ μÝγα θÝμα τῆς ἐθνικῆς μας παιδεßας, ἡ ὁποßα ἐδῶ καὶ χρüνια ἔπαυσε νὰ εἶναι ἑλληνικÞ, ἐθνικÞ. ΘÝμα, ποὺ κατÝχει τὴν κορυφὴ  τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβληματισμοῦ στὸ πλαßσιο τῆς φροντßδος γιὰ τὴν ἐπιζητουμÝνη ἐθνικÞ μας ἀνüρθωσι. Ἐπ’αὐτοῦ καὶ σὲ συνÝχεια τῶν ὅσων ἀνωτÝρω, στὴν § 2, ἐξÝθεσα περιορßζομαι, τερματßζων τὸ παρὸν ἄρθρον μου, συμπερασματικῶς εἰς τὰ ἑξῆς ἐλÜχιστα :  Οἱ ἐπισÞμως ἐξαγγελλüμενες διακηρýξεις καὶ ἐπιδιþξεις παρὰ τὴν εἰλικρßνειÜν των  καὶ οἱ θυσßες, στὶς ὁποῖες ὑποβÜλλεται τὸ κοινωνικὸν σýνολον, δὲν πρüκειται νὰ τελεσφορÞσουν, ἐφ’ ὅσον δὲν πραγματοποιεῖται πρωτßστως τὸ καßριον  ἀποφασιστικὸν βῆμα :  ἡ ἀνÜκτησις τῆς ἑλληνικῆς μας παιδεßας μὲ πλÞρη φυσικὰ ἀποκατÜστασι τῶν πληγμÜτων, ποὺ ἐδÝχθη μεταπολιτευτικῶς ἡ ἑλληνικÞ μας γλῶσσα. ἈνÜκτησις, ὅπως εἶχε καὶ ἐπισÞμως ἐξαγγελθῆ ἐπὶ Ὑπουργßας τοῦ ἀειμνÞστου Ἀντþνη Τρßτση τὴν 8ην Ἰουλßου 1987, μὲ ἐφαρμογὴν τοῦ προγρÜμματος ἀπὸ τοῦ σχολικοῦ ἔτους 1987-88, ματαιωθεῖσαν ὅμως μὲ τὴν ἀποπομπὴν τοῦ Τρßτση ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖον Παιδεßας ( βλÝπε σχετικῶς τὸ ἐξαßρετον βιβλßον τοῦ ἀειμνÞστου λογßου ΧÜρη Λαμπßδη, Παιδεßα καὶ ΤρομοκρÜτες [Κεßμενα Κριτικῆς, «Ἀντßφωνον», 1990], ὅπου εßς τὰς σελßδας 873-891 τὸ πρüγραμμα Τρßτση ).  Ἔτσι μüνον θὰ καταστοῦν οἰκεῖα στοὺς νÝους μας καὶ ὅλα τὰ πρὸ τοῦ 1980 κεßμενα ὄχι μüνον τῆς ἀρχαßας καὶ μεσαιωνικῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς νεοελληνικῆς μας γραμματεßας, ποὺ εἶναι σÞμερα ἀπρüσιτα ἐξ αἰτßας καὶ τοῦ θλιβεροῦ μονοτονικοῦ, θὰ γßνουν ἀμÝσως προσπελÜσιμες καὶ ἀφομοιþσιμες ὅλες οἱ παραδοσιακÝς μας ἀξßες, θὰ σφυρηλατηθοῦν χαρακτῆρες μὲ τὶς ἑλληνικὲς ἀρετὲς τοῦ θÜρρους, τῆς αὐταπαρνÞσεως, τῆς ἀλληλεγγýης, τῆς ἐθνικῆς ὑπερηφανεßας, τῆς αἰσιοδοξßας.

Ἐπßτευγμα πολýτιμον, ἀφοῦ μüνον οἱ ἀξßες αὐτὲς ἠμποροῦν νὰ χαλυβδþσουν τὴν ἐθνικÞ μας ἀνεξαρτησßα καὶ κυριαρχßα καὶ τὴν ἐθνικÞ μας  ἀξιοπρÝπεια, νὰ ἐκθρÝψουν τὴν ἐλπßδα καὶ νὰ ὁδηγÞσουν εἰς τὸ ἀπὸ ὅλους ἐπιθυμητüν, τὴν ἀνακοπὴ τῆς προúοýσης παρακμῆς καὶ γενικþτερον εἰς ἕνα καλλßτερον αὔριον καὶ τὴν πρüοδον τῆς ἐθνικῆς μας κοινüτητος.- 

 

ΝÝα ΠαντÝλη, 2α Σεπτεμβρßου 2010.