·
Περὶ τρόπου ἐκλογῆς
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας καὶ ἁρμοδιοτήτων
αὐτοῦ.
Ἡ προσφάτως ὁλοκληρωθεῖσα
δευτέρα μετὰ τὴν θἐσπισίν του ἀναθεώρησις
τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος τοῦ
1975 δὲν φαίνεται νὰ συναντᾷ τὴν
ὁμοθυμίαν. Ἱκανοποιητικὴ
κατὰ τοὺς μέν, χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἄλλους
ἄτολμη καὶ διστακτική, ἢ ἀκόμη
γίνεται λόγος καὶ γιὰ « χαμένη ἀναθεώρησι ».
Ἀλήθεια ἀναντίρρητη πάντως
παραμένει τὸ γεγονός, ὅτι καὶ δὲν
προηγήθη ὁ προσήκων προβληματισμός. Προσήκων,
ἐν ὄψει τῆς καθοριστικῆς γιὰ
τὴν πορεία μιᾶς χώρας ἀποστολῆς
κάθε ἀναμορφώσεως συνταγματικῶν της ρυθμίσεων.
Διότι ἡ δημοσία, εἰς τὴν Βουλὴν
καὶ ἐκτὸς αὐτῆς, ἐπὶ
τῆς ἀναθεωρήσεως συζήτησις, τόσον κατὰ
τὸ πρῶτον στάδιον, καθορισμοῦ τῶν
ἀναθεωρητέων διατάξεων, ὅσον καὶ κατὰ
τὸ ὕστερον, τῶν εἰς τὰς
ἐπιλεγείσας ὡς τοιαύτας
ἐπενεκτέων τροποποιήσεων, ὑπῆρξεν
ἀναμφισβητήτως περιωρισμένη καὶ
ἰσχνή. Ἐνδιαφέρουσαι προτάσεις κατετέθησαν
ὄχι εἰς σημαντικὸν ἀριθμόν, ἀλλὰ
καὶ ἀπὸ αὐτὰς αἱ ὄντως
τεκμηριωμέναι, συζητήσιμοι καὶ πείθουσαι δὲν ἀπετέλουν
τὸν κανόνα.
Μεταξὺ τῶν ὑπὸ
ἀναθεώρησιν διατάξεων τοῦ Συντάγματος εἶχε
συμπεριληφθῆ ὑπὸ τῆς προηγουμένης
Βουλῆς καὶ ἡ περὶ τοῦ τρόπου τῆς ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας. Διὰ
τὴν ἐπ’ αὐτοῦ ἀπόφασιν
αἱ εἰς τὴν Βουλὴν κατατεθεῖσαι
προτάσεις Κυβερνήσεως (ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
καὶ Ἀξιωματικῆς Ἀντιπολιτεύσεως
(Νέας Δημοκρατίας) προέτειναν ἀναθεώρησιν τῆς διατάξεως, ἀλλὰ
μὲ διαφορετικὴν ἑκάστη ρύθμισιν.
Τὸ καταχωριζόμενον ἐν συνεχείᾳ
ἄρθρον ἐγράφη ὡς συμβολὴ εἰς
τὴν σχετικὴν συζήτησιν. Ἀποκρούει τεκμηριωμένως
καὶ τὶς δύο προτάσεις. Καὶ τάσσεται
ὑπὲρ τῆς μὴ τροποποιήσεως τῆς
ἰσχυούσης ρυθμίσεως. Εἶναι ἡ λύσις,
ἡ ὁποία καὶ τελικῶς ἐκ τῶν
πραγμάτων ἐδόθη, ἀφοῦ καμμία ἀπὸ
τὶς ὑποβληθεῖσες προτάσεις, οὔτε
τῆς Κυβερνήσεως οὔτε τῆς Ἀξιωματικῆς
Ἀντιπολιτεύσεως, δὲν συνεκέντρωσε τὴν
ἀπαιτουμένην διὰ τὴν ἐπιψήφισίν
της πλειονοψηφίαν. Ἡ σχετικὴ συνταγματικὴ
διάταξις παραμένε
ὡς εἶχε, ἀτροποποίητος.
Ἀλλὰ καὶ πέρα τοῦ
τρόπου ἐκλογῆς τὸ ἄρθρον
ἀναφέρεται καὶ εἰς τὸ πολυσυζητημένον
θέμα τῶν ἁρμοδιοτήτων
(ἐξουσιῶν) τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας.
Καὶ ἐπ’ εὐκαιρίᾳ θίγονται
οὐσιώδη σημεῖα λειτουργίας παρ’
ἡμῖν τοῦ πολιτεύματος.
Ἀκόμη σημειοῦνται
αἱ ἀτομικοῦ
χαρακτῆρος προϋποθέσεις, μὲ τὴν
συνδρομὴν τῶν ὁποίων μόνον εἶναι
δυνατὴ ἡ εὔορκος ἄσκησις τῶν
Προεδρικῶν καθηκόντων.
Τὸ ἄρθρον ἐδημοσιεύθη
εἰς δύο συνεχείας εἰς τὴν ἀπογευματινὴν
ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» τῆς 4ης καὶ 5ης
Ὀκτωβρίου 2000.-
ΠΕΡΙ ΕΚΛΟΓΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΥ
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
῾Υπὸ
ΧΡΗΣΤΟΥ
Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ
*******
Διἀγραμμα
Α) ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
1.- Ἀναθεώρησις
συνταγματικῶς δεσμία.
2.- Οἱ
περὶ τρόπου ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας προτάσεις.
Β) Η ΑΜΕΣΟΣ ΥΠΟ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
3.- Ἱστορικὰ
προηγούμενα. Γαλλία. Τὰ ὑπὲρ τῆς
ἀμέσου ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς
ἐπιχειρήματα.
4.- Τὰ
ἀρνητικὰ τῆς ἀπ’ εὐθείας
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς.
5.-
Ἡ
διακύμανσις τῆς ρυθμίσεως εἰς τὴν Γαλλίαν.
6.- Τὰ
ἐν Ἑλλάδι.
7.- Υἱοθέτησις
τῆς ἀμέσου ὑπὸ τοῦ λαοῦ
ἐκλογῆς ἀποκλείεται συνταγματικῶς.
8.- Πῶς
ἐξηγεῖται παρὰ ταῦτα ἡ πρότασις
; Συνταγματικὰ παραστρατήματα παρ’ ἡμῖν.
9.- Πρακτικὲς
ἀδυναμίες, δυσχέρειες καὶ ἄτοπα τῆς
ἀμέσου ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς.
Ἡ ὑπεροχὴ τῆς ὑπὸ
τῆς Βουλῆς ἀναδείξεως.
10.- Μεθοδεύεται
διὰ τῆς ἀμέσου ἐκλογῆς ἡ
παλινόρθωσις τῆς Μοναρχίας ;
11.- Τὸ
χρέος τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων.
Παραλείψεις τοῦ παρελθόντος.
Γ) ΟΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
12.- Τὸ αἴτημα ἐνδυναμώσεως
τῶν ἐξουσιῶν τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας.
13.- Οἱ ὑπερεξουσίες
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας πρακτικῶς
μὴ ἐφαρμόσιμες.
14.- Ἡ ὑπὸ
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας διάλυσις τῆς
Βουλῆς ἐνεργὸς ἀνάμιξις εἰς
κομματικὲς διαμάχες. Ἡ περίπτωσις τοῦ
ἄρθρου 41 § 2 τοῦ Συντάγματος.
15.- Καὶ ἄλλα ἐπιχειρήματα
κατὰ τῆς ἐξουσίας διαλύσεως.
16.- Ὁ
ρόλος τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας. Προὑποθέσεις
ἀτομικοῦ χαρακτῆρος εὐόρκου ἀσκήσεως
τῶν ἔργων του.
Δ) Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΙΣ
17.- Ἀπορριπτέα καὶ
ἡ κυβερνητικὴ πρότασις. Ἡ ψευδώνυμος
στήριξίς της.
Ε) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.
18.- Νὰ παραμείνῃ ἡ
ἰσχύουσα ρύθμισις.
Α) ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Ἀναθεώρησις
συνταγματικῶς δεσμία.
1.-
᾽Αναμφισβητήτως τὸ σπουδαιότερο
ἔργο, ποὺ ἔχει νὰ ἐπιτελέσει
ἡ σημερινὴ Βουλή, εἶναι τὸ
ἀναθεωρητικὸ τοῦ Συντάγματος.
Αὐτὸς εἶναι ἄλλωστε καὶ
ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖον
καὶ χαρακτηρίζεται ὡς ᾽Αναθεωρητικὴ
Βουλή. ῾Η ἀναθεώρησις
ὅμως αὐτή, κατ᾽ ἐπιταγὴν
τοῦ Συντάγματος (ἄρθρο
110), εἶναι δεσμία : μόνον
τὶς εἰδικῶς καθορισθεῖσες
ἀπὸ τὴν προηγουμένη Βουλὴ
διατάξεις τοῦ Συντάγματος δύναται
νὰ ἀφορᾷ καὶ οὐδέποτε
ἠμπορεῖ νὰ θίξει τὶς διατάξεις,
ποὺ καθορίζουν τὴν βάσι καὶ
τὴν μορφὴ τοῦ πολιτεύματός
μας ὡς Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικῆς
Δημοκρατίας.
Μεταξὺ
τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος,
ποὺ ἐκρίθησαν ἀναθεωρητέες
ἀπὸ τὴν προηγουμένη Βουλὴ,
εἶναι καὶ αὐτὴ τοῦ ἄρθρου
32, περὶ τοῦ τρόπου τῆς
ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας. Μάλιστα τὸ θέμα
αὐτὸ σχεδὸν μονοπωλεῖ τόν,
ἀπὸ τὶς στῆλες τοῦ τύπου
τοὐλάχιστον, ἐπὶ τῆς ἀναθεωρήσεως
προβληματισμό, ἂν καὶ ὑπάρχουν
οὐσιαστικώτερα ζητήματα, δηλαδὴ
μὲ περισσότερο βαρύνουσα στὴν
πορεία μας ὡς ὠργανωμένης ἐθνικῆς
κοινότητος σημασία, ἀναφερόμενα
σὲ ἄλλες ἀναθεωρητέες διατάξεις.
Τὸ φαινόμενο ἔχει βεβαίως τὴν
κοινωνιολογική του ἐξήγησι. ῾Η
ἐκλογὴ τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας εἶναι θέμα ἀμέσως
ὑπὸ τοῦ κοινοῦ ἀντιληπτό,
χωρὶς νὰ χρειάζονται ἐξειδικευμένες
ἀναλύσεις, καὶ γενικωτέρου ἔτσι
ἐνδιαφέροντος, ἴσως καὶ διότι
συνεδέθησαν κατὰ τὸ παρελθὸν μὲ
αὐτὸ μέχρι καὶ ἄλογες ἀντιπαραθέσεις.
Γιὰ
τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ ἐπιβάλλεται
ἡ ψύχραιμη καὶ ἀντικειμενικὴ
τοῦ θέματος ἀντιμετώπισις, μέσα
στὰ ὅρια φυσικὰ τῆς ὑφισταμένης
συνταγματικῆς νομιμότητος. Τέτοια προσέγγισι
ὑπηρετοῦν καὶ οἱ σκέψεις,
ποὺ ἀκολουθοῦν.
Οἱ περὶ τρόπου ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας.
Προτάσεις.
2.-
Γιὰ τὸ θέμα τῆς ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας ὑπάρχουν
βασικῶς δυὸ προτάσεις.
῾Η
μία, ἡ κυβερνητικὴ πρότασις,
εἶναι καὶ χρονικῶς πρώτη, ἀφοῦ
τὸ κυβερνῶν κόμμα, μὲ πλειοψηφία
καὶ στὴν προηγουμένη Βουλή, εἶχε
τὴν πρωτοβουλία καὶ τῆς παρούσης
᾽Αναθεωρήσεως, ὅπως καὶ ἐκείνης
τοῦ 1986. ῾Η πρότασις αὐτὴ
ἀναφέρεται στὴν διαδικασία,
εἰς τὸ «πῶς» τῆς ἐκλογῆς
Προέδρου Δημοκρατίας· προβλέπει
συγκεκριμένως δυνατότητα ἀλλεπαλλήλων
ψηφοφοριῶν στὴν Βουλὴ μέχρις ἐπιτεύξεως
τῆς ἀξιουμένης, ἀπὸ τὴν
τρίτη ψηφοφορία καὶ μετά, πλειοψηφίας
τῶν 3/5 τοῦ ὅλου ἀριθμοῦ
τῶν βουλευτῶν (δηλαδὴ 180 ψήφων)
γιὰ τὴν ἐκλογὴ Προέδρου
Δημοκρατίας, χωρὶς διάλυσι τῆς
Βουλῆς σὲ περίπτωσι μὴ
ἐπιτεύξεως τῆς πλειοψηφίας αὐτῆς
κατὰ τὴν τρίτη ψηφοφορία, ὅπως
τώρα μὲ τὸ ἄρθρο 32 § 4
τοῦ Συντάγματος
ἐπιβάλλεται.
῾Η
ἄλλη πρότασις, αὐτὴ τῆς
ἀξιωματικῆς ἀντιπολιτεύσεως,
τοῦ κόμματος τῆς «Νέας Δημοκρατίας»,
ποὺ εἶχεν ἐπιβάλλει ὡς πλειοψηφία
τὸ ἰσχῦον Σύνταγμα, στὴν
ἀρχική του, τοῦ 1975, διατύπωσι,
εἰσηγεῖται τὴν ἐκλογὴ
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας διὰ
τῆς λαϊκῆς ψήφου, δηλαδὴ ἀπ᾽
εὐθείας ὑπὸ τοῦ λαοῦ·
ἔτσι ἡ πρότασις αὐτὴ ἀναφέρεται
ὄχι εἰς τὴν διαδικασία, εἰς
τὸ «πῶς» τῆς ἐκλογῆς, ὅπως
ἡ κυβερνητική, ἀλλὰ εἰς
τὸν ἐκλέκτορα, εἰς τὸ θέμα
«ὑπὸ τίνος» ἡ ἐκλογή.
Θίγει, ἑπομένως, ζήτημα πλέον
νομιμοποιήσεως τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας, ἐὰν αὐτὴ
θὰ εἶναι πρωτογενής, ἀντλουμένη
ἀπ᾽ εὐθείας ἀπὸ τὴν
πηγὴ τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας,
τὸν λαό, ἢ ἁπλῶς παράγωγος,
στηριζομένη στὴν ἐμπιστοσύνη τῆς
ἐχούσης τὴν λαϊκὴ νομιμοποίησι
Βουλῆς, δηλαδὴ ἐμμέσως μόνον
στὸν λαό.
Εἶναι
φανερό, ὅτι οἱ δύο αὐτὲς
κύριες προτάσεις, καίτοι κινοῦνται
σὲ διαφορετικὰ ἐπίπεδα προβληματισμοῦ,
συμπλέκονται ἀχωρίστως. ᾽Αφοῦ
ἡ δευτέρα, αὐτὴ τῆς ἀξιωματικῆς
ἀντιπολιτεύσεως, περὶ ἀμέσου
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
περιαιρεῖ τὸ ἀντικείμενον τῆς
πρώτης, τῆς κυβερνητικῆς, περὶ
ἀλλεπαλλήλων στὴν Βουλὴ ψηφοφοριῶν.
Πράγματι, μόνον ἡ ἀπόρριψις
τῆς ἀμέσου ἐκλογῆς ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἐνεργοποιεῖ τὸν
περὶ ἀλλεπαλλήλων ἢ ὄχι
ψηφοφοριῶν στὴν Βουλὴ προβληματισμό,
ἐνῷ ἡ ἀποδοχὴ ἐκείνης
ἀχρηστεύει παντελῶς τὸν τελευταῖον
αὐτόν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐπιβάλλεται
νὰ προηγηθῇ ὁ ἔλεγχος τῆς
ἐν λόγῳ δευτέρας προτάσεως.
Β) Η ΑΜΕΣΟΣ ΥΠΟ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΕΚΛΟΓΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΥ
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ἱστορικὰ προηγούμενα. Γαλλία.
Τὰ ὑπὲρ τῆς ἀμέσου ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς ἐπιχειρήματα.
3.-
῾Η ἄμεσος ὑπὸ τοῦ λαοῦ
ἐκλογὴ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας
ἔχει βεβαίως τὰ ἱστορικά
της προηγούμενα. ῎Οχι ὅμως στὴν
χώρα μας, κατὰ τὶς σύντομες ἄλλωστε,
μετὰ τὴν ἐθνική μας ἀπελευθέρωσι,
περιόδους δημοκρατικοῦ, χωρὶς ξένες
καὶ ξενόδουλες δυναστεῖες, βίου.
Τέτοιο προηγούμενο ἀπαντᾶται κυρίως,
ἤδη ἀπὸ τῆς συστάσεώς
της, στὴν βορειοαμερικανικὴ συμπολιτεία
(Η.Π.Α.). ᾽Αλλὰ ἐκεῖ ἰσχύει
ἀνέκαθεν τὸ πολίτευμα τῆς
Προεδρικῆς Δημοκρατίας, ὄχι
Κοινοβουλευτικῆς Δημοκρατίας, ὅπως
συμβαίνει μὲ τὴν χώρα μας·
ἑπομένως τὰ ἐκεῖ ἰσχύοντα
δὲν ἠμποροῦν νὰ χρησιμεύσουν
σ᾽ ἐμᾶς ὡς πρότυπα μιμήσεως.
᾽Αντιθέτως, χρήσιμος εἶναι
ἡ ἐπισκόπησι τῶν γαλλικῶν
προηγουμένων, ἀφοῦ ἡ Γαλλία
ἀπὸ τὴν ἐπανάστασι τοῦ
1789 καὶ ἐφεξῆς ἔζησε κατὰ
τὸ πλεῖστον ὑπὸ καθεστὼς
ἀβασιλεύτου Κοινοβουλευτικῆς Δημοκρατίας.
Στὴν
ὑπὸ κοινοβουλευτικὸ καθεστὼς Γαλλία
τὸ δίλημμα
τῆς ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἢ ὑπὸ τοῦ
κοινοβουλίου,
χαρακτηριζόμενο μάλιστα ὑπὸ τῆς
ἐπιστήμης ὡς κεφαλαιώδους
σημασίας (d’importance
capitale)
( βλέπε π.χ. A.
ESMEIN,
Elements
de
Droit
Constitutionnel,
ἔκδοσις 5η, 1909, σελ. 580 ), ἐτέθη
ἤδη ἀπὸ τὸν περασμένο αἰῶνα.
῾Η ἄμεσος
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογὴ
ἐθεωρήθη ὡς ἀναγκαία συνέπεια
τῆς ἀρχῆς τῆς διακρίσεως
τῶν ἐξουσιῶν.
῾Η ἐκτελεστικὴ ἐξουσία,
τὴν ὁποίαν ἐνσαρκώνει ὁ
Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, οὔσα
μία ξεχωριστὴ ἐκδήλωσι τῆς
ἐθνικῆς κυριαρχίας, πρέπει νὰ
ἀντλεῖ ἀπὸ αὐτὸ τὸ
ἔθνος ὄχι μόνον τὴν θεσμική
της καθιέρωσι, ἀλλὰ καὶ τὴν
ἀνάδειξι τοῦ φορέως της.
῎Ετσι ἄλλωστε μόνον ἐξασφαλίζεται
ἡ παρουσία της ὡς πράγματι ἰσχυρᾶς
καὶ ἀνεξαρτήτου ἐξουσίας.
Δὲν ἄργησε ὅμως νὰ ἐπισημανθῇ,
ὅτι αὐτὴ ἡ ἰσχὺς καὶ
ἀνεξαρτησία ἠμπορεῖ νὰ καταστεῖ
ἕνας κίνδυνος
γιὰ τὴν νομοθετικὴ ἐξουσία
καὶ τὶς ἀτομικὲς ἐλευθερίες.
Τὰ
ἀρνητικὰ τῆς ἀπ’ εὐθείας
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς.
4.-
Πράγματι, ἐκτὸς ἀπὸ
τὸ γεγονός, ὅτι ἡ ἐκλογὴ
μὲ καθολικὴ
ψηφοφορία,
ἐπηρεαζομένη
καὶ παρασυρομένη ἀπὸ μιὰ
στιγμιαία
δημοτικότητα,
ἐνδέχεται
εὔκολα νὰ καταλήξει σὲ μιὰ
κακὴ
ἐκλογή,
τὸ ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα
τέτοιου συστήματος εἶναι ἡ συνύπαρξις ἀφ᾽ ἑνὸς ἑνὸς
νομοθετικοῦ
σώματος, τοῦ ὁποίου
τὰ μέλη εἶναι μὲν κατὰ τὸ
Σύνταγμα (ὅπως κατὰ τὸ ἄρθρον
51 § 2 τοῦ ἰσχύοντος ἰδικοῦ
μας Συντάγματος) ἀντιπρόσωποι
ὁλοκλήρου τοῦ ἔθνους, ἀλλὰ
στὴν πραγματικότητα ἐκλεκτοὶ
μιᾶς μόνον ἐκλογικῆς περιφερείας,
καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου ἑνὸς
ἄρχοντος
ἐκλεκτοῦ,
τόσον κατὰ τὸ Σύνταγμα ὅσον
καὶ στὴν πραγματικότητα, ὁλοκλήρου
τοῦ ἔθνους.
῎Ετσι ὅμως ὁ διὰ τῆς λαϊκῆς
ψήφου ἐκλεγόμενος Πρόεδρος
τῆς Δημοκρατίας, στηριζόμενος καὶ
μὲ τὴν αἴγλη ἀκριβῶς τῆς
λαϊκῆς του νομιμοποιήσεως,
ἡ ὁποία καὶ ἐκ τῶν
πραγμάτων, ὡς μεγαλυτέρα τοῦ ἡμίσεος
τοὐλάχιστον ὅλων τῶν ἐκλογέων
(γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς ἐκλογῆς),
θὰ εἶναι κατὰ κανόνα ὑπερτέρα
τῆς ἀντιστοίχου τῆς Κυβερνήσεως
(στηριζομένης συνήθως σὲ ἰσχνότερη
λαϊκὴ νομιμοποίησι), δὲν
ἀποκλείεται
νὰ
δημιουργεῖ συνεχῶς προβλήματα
στὴν
Κυβέρνησι, ἢ καὶ ἀκόμη νὰ
ἐκτραπεῖ σὲ ἀντισυνταγματικὲς
ἐνέργειες
μὲ τὴν ἐπίφασι καὶ κατὰ
κατάχρησι ἐξουσιῶν παρεχομένων
ἀπὸ τὸ Σύνταγμα.
Καὶ
ἀκόμη· ἡ ἐπικαλουμένη
ἀρχὴ
τῆς διακρίσεως τῶν ἐξουσιῶν
ἐπιβάλλει ἁπλῶς,
ὅπως ἡ κάθε μιὰ ἀπὸ
αὐτὲς εἶναι ἐμπεπιστευμένη
σὲ ἕνα τιτλοῦχο (φορέα) ξεχωριστὸ
καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ
ἐκείνους τῶν ἄλλων ἐξουσιῶν,
καὶ καθόλου δὲν
ἀποκλείει τὴν ἀνάθεσι ἀπὸ
τὸ Σύνταγμα στὸν φορέα τῆς
μιᾶς ἐξουσίας τῆς
ἁρμοδιότητος (καθήκοντος) νὰ
ἐκλέγει τὸν φορέα τῆς ἄλλης,
διότι καὶ
τότε ἡ νομιμοποίησις
τοῦ
οὕτως ἐκλεγομένου δὲν ἀπορρέει
ἀπὸ τὸν ἐκλέγοντα, ἀλλὰ
ἀντλεῖται εὐθέως ἀπὸ
τὴν διάταξι τοῦ Συντάγματος,
ποὺ καθιερώνει τέτοιο εἶδος ἐκλογῆς,
δηλαδή, ἔστω ἐμμέσως, ἀπὸ
αὐτὴ τὴν βούλησι τοῦ ἔθνους,
ποὺ ἐθέσπισε τὴν συνταγματικὴ
αὐτὴ διάταξι. Μὲ ἄλλα λόγια,
εἶναι νομιμοποίησις,
ἀντλουμένη καὶ αὐτὴ ἀπὸ
τὸν μοναδικὸ
φορέα τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας,
ἁπλῶς παράγωγος καὶ ὄχι
πρωτογενής,
ὅπως στὴν περίπτωσι τῆς ἀπ᾽
εὐθείας ὑπὸ τοῦ λαοῦ
ἐκλογῆς.
Ἡ
διακύμανσις τῆς ρυθμίσεως εἰς τὴν Γαλλίαν.
5.-
Μὲ τὸ Σύνταγμα
τοῦ 1848 ἡ Γαλλία
ἐπέλεξε τὸ σύστημα τῆς ἀναδείξεως
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας διὰ
τῆς λαϊκῆς ψήφου.
Οἱ πολέμιοί του ὅμως σύντομα
ἐδικαιώθησαν, ἀφοῦ ὁ ἐκλεγεὶς
Λουδοβῖκος-Ναπολέων
Βοναπάρτης
μὲ πραξικόπημα ἀνέτρεψε
στὶς 2.12.1851 τὸ δημοκρατικὸ πολίτευμα
καὶ
ἐγκαθίδρυσε τὴν αὐταρχικὴ
δευτέρα αὐτοκρατορία.
῾Η ὀδυνηρὴ αὐτὴ ἐμπειρία
ὑπῆρξε γιὰ τὸ μέλλον ἄκρως
διδακτική. Κανένας πλέον σοβαρὸς
δισταγμὸς δὲν προεβάλλετο καὶ
ἡ
ἄμεσος ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογὴ
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας ἀπεκλείσθη
μὲ συντριπτικὴ πλειοψηφία. ῎Ετσι
ἡ ἐκλογὴ ἀπὸ τὸ Κοινοβούλιο
(Βουλὴ καὶ Γερουσία μαζὶ) καθιερώθη
στὰ Συντάγματα, ποὺ ἠκολούθησαν,
τὸ μακροβιότερο ὅλων, τῆς τρίτης
γαλλικῆς Δημοκρατίας, τοῦ 1875, ἀλλὰ
καὶ ἐκεῖνο τῆς τετάρτης
γαλλικῆς Δημοκρατίας, τοῦ 1946.-
Τὸ
σκηνικὸ ἀνετράπη βαθμιαίως στὴν
Γαλλία μὲ τὴν ἔλευσι τὸ
1958
τοῦ Ντὲ
Γκὼλ
στὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἐγκαθίδρυσι
ὑπ᾽ αὐτοῦ τῆς πέμπτης
γαλλικῆς Δημοκρατίας. Μὲ τὸ Σύνταγμα
τῆς 4.10.1958 τὸ
πολίτευμα μετεβλήθη, ἡ ἀμιγῶς
κοινοβουλευτικὴ Δημοκρατία μετεξειλίχθη
σὲ ἰδιόμορφη,
μὴ ἀνταποκρινομένη σὲ κανένα
ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα συστήματα,
Προεδρικὴ
κοινοβουλευτικὴ
Δημοκρατία.
Εὑρισκόμεθα ἐκεῖ, ὅπως προσφυῶς
καὶ καθολικῶς ἐκτιμᾶται, ὑπὸ
καθεστὼς «ἀπολύτως ἀνέκδοτο»
(“absolument
inédit”, κατὰ
τὸν Burdeau),
«χωρὶς προηγούμενο, οὔτε ἀναφορές»
(“sans
précedent ni références, κατὰ τὸν
Prélot), «μὴ δυνάμενο νὰ
ὑπαχθῆ σὲ καμμιὰ κατηγορία»
(n’
entrant
“dans
aucune
catégorie”, κατὰ
τὸν Cogeul)
(βλέπε σχετικῶς, π.χ. CHEVALLIER,
Histoire
des
institutions
et
des
régimes politiques de la France de 1789 à nos jours,
ἔκδ. 7η, 1985, σελ. 713 ἑπ.). ῾Η
Κυβέρνησις, ποὺ σχηματίζεται, δὲν
χρειάζεται πλέον νὰ πάρει ψῆφο
ἐμπιστοσύνης ἀπὸ τὴν Βουλή.
῾Ο δὲ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας
συμμετέχει, μὲ οὐσιώδεις ἁρμοδιότητες,
στὴν διακυβέρνησι τῆς χώρας, προεδρεύει
καὶ τοῦ ῾Υπουργικοῦ Συμβουλίου,
οὐσιαστικῶς συγκυβερνᾷ. Παρὰ
ταῦτα καὶ μολονότι μὲ τοιοῦτο
πλέγμα ἐξουσιῶν ἡ διὰ τῆς
λαϊκῆς ἀπ᾽ εὐθείας ψήφου
νομιμοποίησις καὶ τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας παρίστατο, ἀκριβῶς
ὅπως τῆς Βουλῆς, ὡς ἡ ἀληθινὰ
μόνη προσήκουσα καὶ ἐπιβαλλομένη,
τὸ Σύνταγμα τοῦ 1958 στὴν ἀρχική
του διατύπωσι (ἄρθρο 6) ἐνέμεινε
εἰς τὸ σύστημα τῆς ὑπὸ
τοῦ Κοινοβουλίου ἐκλογῆς τοῦ
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας· μὲ
μόνη τὴν διαφορά, ὅτι, μὲ
προσθήκη στὰ μέλη τοῦ Κοινοβουλίου
(Γερουσίας καὶ Βουλῆς) ἱκανοῦ
ἀριθμοῦ καὶ ἄλλων ἀντιπροσώπων
(τοπικῆς αὐτοδιοικήσεως, κλπ.), διηύρυνε
τὸ ἐκλεκτορικὸ σῶμα σὲ περίπου
80.000 πρόσωπα. ᾽Αλλὰ μετὰ
τὴν πρώτη καὶ μοναδικὴ ἐφαρμογή
του τὴν 21.12.1958, ὁπότε καὶ
ἐξελέγη ὁ Ντὲ Γκὼλ
ὡς πρῶτος Πρόεδρος τῆς πέμπτης
Γαλλικῆς Δημοκρατίας μὲ τὴν
συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν 62.394 ψήφων
ἐπὶ συνόλου 69.470 ψηφισάντων,
τὸ σύστημα αὐτὸ ἐγκατελείφθη.
Μὲ τροποποίησι
τῆς 6.11.1962, ἡ ὁποία,
ἐπικυρωθεῖσα μὲ δημοψήφισμα,
ἀμφισβητήθηκε μὲν βασίμως ὡς
ἀντισυνταγματική, ἀλλὰ ἐκαλύφθη μὲ μεταγενέστερες συντακτικὲς ἀναφορές,
εἰσήχθη καὶ ἐφαρμόζεται
ἀπὸ τότε στὴν Γαλλία τὸ
σύστημα τῆς ἀπ᾽ εὐθείας
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας.
῎Ετσι ἡ υἱοθέτησις τοῦ τελευταίου
αὐτοῦ συστήματος συνεδέθη
μὲ τὴν μεταβολὴ τοῦ πολιτεύματος
σὲ ἰδιόμορφη Προεδρικὴ κοινοβουλευτικὴ
Δημοκρατία καὶ ἐπῆλθε
ὡς λογικὴ συνέπεια τῆς μεταβολῆς
αὐτῆς. ᾽Ενῷ ὑπὸ
ἀμιγῶς κοινοβουλευτικὸ καθεστὼς
ἡ ἐκλογὴ τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας ἐγίνετο στὴν Γαλλία
μὲ τὴν ψῆφο τοῦ Κοινοβουλίου.-
Τὸ
τελευταῖο αὐτὸ ἰσχύει σήμερα
καὶ στὶς σπουδαιότερες, ὑπὸ
ἀβασίλευτο κοινοβουλευτικὸ καθεστώς,
χῶρες τῆς δυτικῆς
τοὐλάχιστον Εὐρώπης, ὅπως
στὴν ῾Ομοσπονδιακὴ Δημοκρατία
τῆς Γερμανίας (κατὰ τὸ
ἄρθρο 54 τοῦ Συντάγματος τοῦ 1949),
καὶ τὴν ᾽Ιταλία
(κατὰ τὸ ἄρθρο 83 τοῦ Συντάγματος
τοῦ 1947)· ἐνῷ τὸ σύστημα
τῆς ἐκλογῆς Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας μὲ τὴν ψῆφο τοῦ
λαοῦ υἱοθετεῖται μόνον στὴν
Πορτογαλία (ἄρθρο 124 § 1 τοῦ
Συντάγματος τοῦ 1976) καὶ τὴν
᾽Ιρλανδία (κατὰ τὸ
ἄρθρο 12 § 2 τοῦ Συντάγματος τοῦ
1937).-
Τὰ
ἐν Ἑλλάδι.
6.-
Στὴν χώρα μας, κατὰ τὴν
σύντομη περίοδο ὁμαλοῦ ἀβασιλεύτου
κοινοβουλευτικοῦ βίου, σταθερῶς
καθιερώθη (μὲ τὸ ἄρθρον
65 τοῦ Συντάγματος τῆς 29.9.1925, τὸ
ἄρθρον ἐπίσης 65 τοῦ δημοσιευθέντος
τὴν 22.9.1926 ἀπὸ 11.9.1925 Συντάγματος,
ὡς καὶ μὲ τὸ ἄρθρον 67 τοῦ
Συντάγματος τῆς 3.6.1927) καὶ ἐφηρμόσθη τὸ
σύστημα τῆς ἐκλογῆς τοῦ
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας διὰ τῆς
ψήφου τοῦ Κοινοβουλίου (Βουλῆς
καὶ Γερουσίας). Περίπτωσις ἐκλογῆς
ὑπὸ τοῦ λαοῦ δὲν ἀντιμετωπίσθη.-
Υἱοθέτησις τῆς ἀμέσου
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς
ἀποκλείεται συνταγματικῶς.
7.- Αὐτὰ εἶναι τὰ
ἱστορικὰ προηγούμενα, ἰδικά
μας καὶ ξένα.
῎Ετσι
ἡ πρότασις ἐκλογῆς μὲ
τὴν λαϊκὴ ψῆφο τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας στὰ μὲν ἰδικά
μας δεδομένα δὲν εὑρίσκει κανένα
προηγούμενο· ἀπὸ δὲ τὰ
ξένα δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἀντλήσει
ἕνα κἂπως ἱκανοποιητικῶς βαρῦνον
πρότυπο. Εἶναι λοιπὸν δυνατὸν
τέτοια πρότασι νὰ υἱοθετηθῇ
κατ᾽ ἀπομίμησι τοῦ σημερινοῦ
γαλλικοῦ προτύπου ; ᾽Αναμφισβητήτως
ὄχι !
Διότι
ἡ σημερινὴ Γαλλία ἔχει πολίτευμα
διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ ἰδικό
μας. Τὸ πολίτευμα τῆς πέμπτης
γαλλικῆς Δημοκρατίας εἶναι ἰδιόμορφη
Προεδρικὴ Δημοκρατία, ὄχι ἡ ἀμιγῶς
κοινοβουλευτική, ὅπως εἶναι τὸ
ἰδικό μας. Καὶ ἡ καθιέρωσις
τῆς ἀμέσου ὑπὸ τοῦ
λαοῦ ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας ἀποκλείεται σ᾽
ἐμᾶς ὄχι ἁπλῶς
διότι θὰ ἐσήμαινε μετάπτωσι
τοῦ πολιτεύματός μας σὲ Προεδρικὴ
Δημοκρατία· ἀλλὰ διότι
τὸ ἄρθρον 110 § 1 τοῦ ἰσχύοντος
Συντάγματός μας ρητῶς ἀπαγορεύει
κάθε μεταβολὴ τῆς βάσεως καὶ
τῆς μορφῆς τοῦ πολιτεύματος ὡς
Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικῆς Δημοκρατίας.
῾Επομένως, οἱοδήποτε ἀναθεωρητικὸν
ἐγχείρημα, πρὸς τὴν κατεύθυνσι
μεταβολῆς τοῦ ἰσχύοντος τρόπου
τῆς ὑπὸ τῆς Βουλῆς ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
μὲ τὴν ρητὴ αὐτὴ ἀπαγόρευσι
σαφῶς ἀποκλείεται.-
Πῶς ἐξηγεῖται παρὰ
ταῦτα ἡ πρότασις ; Συνταγματικὰ παραστρατήματα
παρ’ ἡμῖν.
8.-
Τὶς στοιχειώδεις αὐτὲς
ἀλήθειες, δηλαδὴ τὴν ρητῶς
ἀπαγορευομένη
διολίσθησι τοῦ πολιτεύματος
μας ἀπὸ Προεδρευομένη σὲ Προεδρικὴ
Δημοκρατία, ἀσφαλῶς ἀντιλαμβάνονται
οἱ προτείνοντες καὶ ὅλοι οἱ
θιασῶτες τῆς διὰ τῆς λαϊκῆς
ψήφου ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας. ᾽Εκτὸς ἀπὸ
τὸ αὐτονόητο τοῦ πράγματος,
τὴν περὶ ἐπιγνώσεως τῶν
συνεπειῶν τῆς προτάσεώς των ἀπόδειξι
προσφέρουν καὶ οἱ ἴδιοι, ὅταν
τὴν συνδέουν μὲ τὴν ἀνάγκη
λελογισμένης, ὅπως λέγουν, αὐξήσεως
τῶν ἁρμοδιοτήτων τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας. Καὶ ἡ μὲν
ἀξίωσις γιὰ «λελογισμένη»
αὔξησι, ἐφ᾽ ὅσον δὲν
συγκεκριμενοποιεῖται, στερεῖται νοήματος.
Σὲ κάθε περίπτωσι ὅμως, προερχομένη
ἀπὸ ἀμύντορες καὶ νοσταλγοὺς
τῆς ἀρχικῆς, πρὶν ἀπὸ
τὴν ᾽Αναθεώρησι τοῦ 1986, διατυπώσεως
τοῦ Συντάγματος τοῦ 1975, ἠμπορεῖ
νὰ ἐκληφθῇ μόνον ὡς ἔμμεσος
ὁμολογία καὶ παραδοχὴ καὶ
ἀπὸ αὐτούς, ὅτι οἱ
παρεχόμενες ἀπὸ αὐτὸ ἁρμοδιότητες
στὸν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας ἦσαν
ὄχι λελογισμένες, ἀλλὰ
ἀλόγιστες. ῞Οπως καὶ
πράγματι ἦσαν ! ῾Υπὸ τὴν
προϋπόθεσι βεβαίως, ὅτι οἱ
ἁρμοδιότητες αὐτὲς καὶ ὄντως,
συντρεχούσης περιπτώσεως, θὰ ἠσκοῦντο
!
Πῶς
ἐξηγεῖται λοιπὸν ἡ σοβαροφανὴς
ὑποβολὴ τῆς, περὶ ἀναδείξεως
μὲ τὴν λαϊκὴ ψῆφο τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας, προτάσεως, παρὰ
τὴν ἐπίγνωσι τοῦ συνταγματικῶς
καταδήλως ἀνεπιτρέπτου αὐτῆς
; ᾽Ανάγκη
εἰλικρινείας. ῾Η ἐξήγησις
ἀνέτως ἀνευρίσκεται ἀκριβῶς
στὸ πλαίσιο μιᾶς κρατούσης
στὴν πολιτική μας πρακτικὴ νοοτροπίας
τοῦ ἐπιτρεπτοῦ καὶ παραθεωρήσεως
καὶ εὐθείας παραβιάσεως τοῦ
Συντάγματος. Μὲ τὴν προσδοκία
τῶν ἑκάστοτε δραστῶν, πὼς
ἂν ἐπιτευχθῇ τὸ ἐθελόμενο,
ἡ παραβίασι παγιοῦται καὶ δὲν
ἀκολουθοῦν συνέπειες. ῾Ο λόγος
εἶναι πικρός, ἀλλὰ ἀκριβής,
ἀφοῦ τὰ ἐν προκειμένῳ
παραδείγματα δυστυχῶς δὲν σπανίζουν.᾽Ημπορεῖ
κανεὶς νὰ μνημονεύσει τὴν κατὰ
τὸ παρελθὸν πυκνή, καίτοι εὐθέως
ἀντισυνταγματική, πρακτικὴ τῶν
Πράξεων τοῦ ῾Υπουργικοῦ Συμβουλίου.
῍Η τὴν νόσφισι ἢ καὶ ἀπόπειρα
νοσφίσεως καὶ Προεδρικῶν ἁρμοδιοτήτων.
῍Η τὴν παρεμβολὴ τροπολογιῶν
σὲ ἄσχετα πρὸς τὸ ἀντικείμενό
των νομοθετήματα. ῍Η τὶς ἀπαράδεκτες
στὸ ἔργο τῆς Δικαιοσύνης ἐπεμβάσεις,
ἄλλοτε μὲ ὠμὲς ὁριοθετήσεις
τῶν καθηκόντων της ἢ καὶ ἐπιτιμητικὸ
σχολιασμὸ δημοσίως ἀπὸ φορεῖς
τῶν ἄλλων ἐξουσιῶν τῶν ἀποφάσεών
της, ἄλλοτε μὲ δημόσιες αὐθαίρετες
ἑρμηνεῖες διατάξεων ἐπικειμένης
τῆς ἐφαρμογῆς των, ἄλλοτε μὲ
ἀναιδεῖς ἐπιταγές. ῍Η τὶς
συνταγματικῶς βαρύτερες παραβιάσεις,
- διότι ἀφοροῦν αὐτὴ τὴν
ἐθνική μας κυριαρχία καὶ ἀνεξαρτησία,
- συγκεκριμένως τῆς ὑπογραφῆς
διεθνῶν συμβάσεων, χωρὶς νὰ ἐπικυρώνονται
μὲ νόμο, ὅπως ἀπαιτεῖ
τὸ ἄρθρον 28 § 1 τοῦ Συντάγματος,
ἢ τῆς διαμονῆς ἢ διελεύσεως
ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια
ξένων στρατιωτικῶν δυνάμεων, χωρὶς
νὰ ἐπιτρέπει τοῦτο νόμος,
ὅπως ἐπιτάσσει τὸ ἄρθρο
27 § 2 τοῦ Συντάγματος. Τὰ
συνταγματικὰ αὐτὰ παραστρατήματα
εἶναι ὅλα κοινῶς γνωστά, τὰ
παραδείγματά των ἀφθονοῦν.
᾽Απὸ τὶς κατὰ τὰ ἀνωτέρω
βαρύτερες μορφές των, ἀρκεῖ ἐδῶ
ἐνδεικτικῶς ἡ ὑπόμνησις,
ἀφ᾽ ἑνὸς τοῦ γεγονότος,
ὅτι ἡ θλιβερή, «ἐνδιάμεση»
λεγομένη, συμφωνία μας μὲ τὰ
Σκόπια, τῆς 13.9.1995 στὴν Νέα
῾Υόρκη, δὲν εἰσήχθη ἀκόμη
στὴ Βουλὴ πρὸς ἐπικύρωσι
(!), καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου τῆς
ἰταμωτάτης ἐπὶ ἑβδομάδες
χρησιμοποιήσεως ἀπὸ τὶς
νατοϊκὲς δυνάμεις τοῦ ἑλληνικοῦ
ἐδάφους ὡς ὁρμητηρίου
γιὰ τὴν περυσινὴ ἄνομη καὶ
ἐγκληματική, ἀφοῦ ἐστερεῖτο
διεθνοῦς ἢ ἔστω ἐνδονατοϊκῆς
νομιμοποιήσεως, ἐπίθεσι ἐναντίον
τῆς Νοτιοσλαβίας, χωρὶς νὰ ἐπιτρέψει
τοῦτο νόμος, μὲ μόνη τὴν
πρὸς τὸ θεαθῆναι, γιὰ ἐσωτερικὴ
ἁπλῶς κατανάλωσι καὶ πρὸς
κατασίγασι τῆς ὀργῆς τῶν
Πανελλήνων, ὑποκριτικὴ διασάλπισι,
ὅτι δῆθεν ἡ ῾Ελλὰς δὲν
συμφωνοῦσε στὴν βάρβαρη ἐπίθεσι.
῾Υποκριτική, ἀφοῦ ἐὰν
ὄντως διαφωνοῦσε, δὲν ἔπρεπε νὰ
ἐπιτρέψει τὴν χρησιμοποίησι, γιὰ
τὶς ἀνάγκες τῆς ἐπιθέσεως,
τοῦ ἐδάφους της.
Πρακτικὲς ἀδυναμίες, δυσχέρειες
καὶ ἄτοπα τῆς ἀμέσου ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς. Ἡ ὑπεροχὴ
τῆς ὑπὸ τῆς Βουλῆς ἀναδείξεως.
9.-
᾽Εκτὸς ὅμως τοῦ συνταγματικοῦ
ἐμποδίου, οἱ προτείνοντες τὴν
ἐκλογὴ μὲ τὴν λαϊκὴ ψῆφο
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας παραθεωροῦν
καὶ τὶς πρακτικὲς ἀδυναμίες
καὶ δυσχέρειες καὶ τὰ
ἄτοπα ἑνὸς τέτοιου
συστήματος. Διότι ἡ λαϊκὴ νομιμοποίησις
πῶς θὰ ἐκμαιευθῇ ;
Μήπως μὲ προεκλογικὲς συναθροίσεις
; ᾽Αλλὰ αὐτὲς τὶ
ἀντικείμενον ἠμπορεῖ ἐν
προκειμένῳ νὰ ἔχουν ; ᾽Αφοῦ
κατὰ τὶς προεκλογικὲς ἀντιπαραθέσεις,
καθ᾽ ὑπόθεσιν, προβάλλονται
προγράμματα καὶ δίδονται συγκεκριμένες
ὑποσχέσεις πραγματοποιήσεώς
των, ἄλλο τὸ ζήτημα ὅτι ἀκολούθως
οἱ ὑποσχέσεις αὐτές, κατὰ
κανόνα καὶ σχεδὸν ἀπὸ ὅλους
τοὺς ἐκλεγομένους, ἀθετοῦνται.
῾Ο Πρόεδρος ὅμως τῆς Δημοκρατίας
κατὰ τὸ πολίτευμά μας δὲν
κυβερνᾷ, δὲν διοικεῖ, ἑπομένως
καὶ δὲν νοεῖται πρόγραμμα δράσεώς
του, τὸ ὁποῖον νὰ ἠμπορεῖ
νὰ συγκριθῆ μὲ ἄλλο καὶ
νὰ τεθῆ ἔτσι ὑπὸ τὴν
κρίσι τοῦ λαοῦ. Κατὰ συνέπειαν
καὶ κάθοδος εἰς προεκλογικὴν διαμάχην
ὑποψηφίων γιὰ τὸ Προεδρικὸν
ἀξίωμα θὰ στερεῖται ἀντικειμένου
ἀντιπαραθέσεως.
῾Η
ἀντιπαράθεσις ἀναγκαίως ἔτσι
θὰ περιορισθῆ εἰς τὴν σύγκρισιν
προσωπικοτήτων, εἰς τὸ τὶ
εἶναι, ἢ μᾶλλον εἰς τὸ τὶ
ὑπῆρξε μέχρι τῆς ὑποψηφότητός
του ὁ κάθε ὑποψήφιος. Νὰ
ἐπρόκειτο περὶ ἀντιπαραθέσεως
προσόντων, ἐὰν ἡ ἐπιλογὴ
ὑπῆρχε τρόπος νὰ περιορίζεται
σ᾽ αὐτὰ καὶ οἱ ἐκλογεῖς
νὰ ἀκολουθοῦν ὄντως ἀντικειμενικὰ
κριτήρια ἐκτιμήσεως, τὸ πρᾶγμα
ἴσως νὰ ἦτο ἀνεκτόν. ᾽Αλλὰ
ἀναποτρέπτως ἡ ἀντιπαράθεσις
θὰ ἐκφυλίζεται πάντοτε,
ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, σὲ
ἀγῶνα δημοτικότητος.
᾽Αλλ᾽
ἐδῶ ἔγκειται ὁ μέγας κίνδυνος.
Διότι ἡ ἐκλογὴ στὸ
ἀνώτατο ἀξίωμα τῆς χώρας
εἶναι ἀνεπίτρεπτο νὰ γίνεται
μὲ προδιαγραφὲς καὶ κριτήρια καλλιστείων.
Δὲν εἶναι μόνον ὁ ἐλεεινὸς
λαϊκισμός, ἀκόμη καὶ τῆς
πιὸ βρωμερῆς μορφῆς, ποὺ ἠμπορεῖ
σὲ μιὰ τέτοια ἀναμέτρησι
νὰ κατισχύσει. Εἶναι ἡ ἐξ
αὐτοῦ τοῦ κριτηρίου τῆς
δημοτικότητος ἐκπορευομένη ἀπειλή.
Διότι εἶναι πασίγνωστο τὸ
πῶς μεθοδεύεται στὶς ἡμέρες
μας καὶ μὲ ποιὲς ἀνορθόδοξες
πολλὲς φορὲς μεθόδους κατακτᾶται
ἡ δημοτικότης. ῾Η ὁποία
καὶ ἠμπορεῖ νὰ στηρίζεται
καὶ στὸ εὐτελέστερο κριτήριο,
καί, ἀκόμη χειρότερο, ἄλλοθεν
νὰ ἐπιβληθῆ μὲ κατευθυνόμενο
θόρυβο καὶ ἀσύστολη διαφημιστικὴ
ἐκστρατεία. Καὶ τὰ πολυποίκιλα
μέσα προπαγάνδας στὶς ἡμέρες
μας εἶναι ἐπὶ τοῦ προκειμένου
ἀκαταγώνιστα, κυρίως μὲ τὴν
εἰκόνα πού, εὔκολη στὴν
θέασι, ἀποκλείει γιὰ τὸν
πολὺ κόσμο τὴν δυνατότητα καὶ
στοιχειώδους προβληματισμοῦ.
῎Ετσι
βλέπουμε δυστυχῶς, μὲ κινητήριο
δύναμι τὸ χρῆμα, ποὺ τὰ
πάντα διαφθείρει, καὶ μὲ ὑπόπτους
σχεδιασμοὺς ἀλλοφύλων, ξένων
«προστατῶν» μας, ποὺ θέλοντας νὰ
διαφεντεύουν ἀνενοχλήτως τὰ τῆς
χώρας μας προετοιμάζουν τοὺς ἐγχωρίους
ἐθελοδούλους ὑπηρέτες των,
νὰ προωθοῦνται σκοπίμως καὶ
ἀπατηλῶς σὲ τεχνητὰ ὕψη
δημοτικότητος καὶ νὰ ἀναδεικνύωνται
καὶ στὸ πολιτικό μας στερέωμα
ὄχι σπανίως καὶ πρόσωπα
στερούμενα τῆς ἀπαραιτήτου
μορφώσεως καὶ παιδείας,
ἀμφιβόλου ἤθους, ὑπόπτου
παρελθόντος, ποὺ δὲν ἔκαναν
προηγουμένως στὴν ζωή τους ἀπολύτως
τίποτε, ἀκόμη καὶ ἀνεπάγγελτα,
κυριολεκτικῶς μηδενικά. Οἱ
πάντες κατανοοῦν τὴν στοιχειώδη
αὐτὴ ἀλήθεια. Πικρὴ γεῦσι
τῆς ὁποίας, σὲ ἥσσονα βεβαίως
κλίμακα, μᾶς προσέφεραν καὶ οἱ
προηγούμενες
ἐθνικὲς βουλευτικὲς ἐκλογές,
μὲ τὰ ἀποτελέσματα τῶν ὁποίων
ἀπεκλείσθησαν ἀπὸ τὴν
σημερινὴ Βουλὴ πρόσωπα ἱκανά,
μὲ ἀληθινὲς καὶ ὄχι κίβδηλες
προσφορὲς πρὸς τὸ ῎Εθνος
καὶ τὴν Δημοκρατία, καὶ ἀντ᾽
αὐτῶν ἀνεδείχθησαν ὡς
ἐκλεκτοὶ τοῦ λαοῦ ποικίλες
ἄγνωστες, χωρὶς καμμιὰ προσφορὰ
στὸν τόπο, ἀνώριμες ἢ καὶ
ἀπαίδευτες ἀσημαντότητες
!
Σημεῖα
τῶν καιρῶν. Μήπως θέλουμε
σ᾽ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο
νὰ περιπέσει καὶ ἡ ἐκλογὴ
τοῦ πρώτου ἄρχοντος τῆς χώρας
μας ;
᾽Επὶ
τέλους, ἐκλέγουσα ἡ Βουλή,
κατὰ τὰ ἰσχύοντα σήμερον,
τὸν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, ἀντικειμενικῶς
ὑπερέχει κατὰ πολύ, καὶ
δὲν εἶναι ἐπιδεκτικὴ τέτοιας
ἀθλίας χειραγωγήσεως. Καί,
ἐξ ἄλλου, προκρινομένης τὴς ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας μὲ
τὴν ψῆφο τοῦ λαοῦ, μήπως
πρόκειται τὰ κόμματα νὰ
μείνουν ἀμέτοχα στὴν
σχετικὴ προεκλογικὴ ἐκστρατεία
; Δὲν θὰ καταδείξει τὸ
καθένα ποιὸν ἀπὸ
τοὺς ὑποψηφίους προτιμᾷ
; ῎Ετσι δὲν θὰ εἶναι καὶ
τότε ὁ ἐκλεγόμενος οὐσιαστικῶς
ὁ ἐκλεκτὸς τοῦ κόμματος
ἢ τῶν κομμάτων, ποὺ τὸν
προετίμησαν ; Τί, λοιπόν,
ἀποτρέπεται μὲ τὴν ἄμεση
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογή
;
᾽Ανάγκη
εἰλικρινείας. ῾Η ἐκλογὴ
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας εἶναι
πρᾶξις καθαρῶς πολιτική,
ἑπομένως καὶ ἡ ἀνάμιξις
σ᾽ αὐτὴν τῶν κομμάτων,
ποὺ ἀποτελοῦν, ὑπὸ δημοκρατικὸ
πολίτευμα, τὴν πεμπτουσία τοῦ
πολιτικοῦ παιχνιδιοῦ, μὲ κανένα
τρόπο δὲν ἐπιτρέπεται, ἀλλὰ
καὶ δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἀποκλεισθῇ.
᾽Εν τοιαύτῃ περιπτώσει, ὅμως,
δὲν εἶναι ἐμφανέστατα συνετώτερον,
ἀντὶ νὰ μετέχουν,
ὅπως μὲ τὴν ἄμεση ἐκλογὴ
προτείνεται, σ᾽ αὐτὴν οἱ
ὀπαδοὶ τῶν κομμάτων, μὲ
τὰ ἀμφίβολα κριτήρια καὶ
τὴν εὐκόλως χειραγωγουμένη νοοτροπία
των, νὰ συντελοῦν στὴν ἐκλογὴ
τοῦ Προέδρου οἱ ἐκλεκτοὶ
αὐτοῦ τοῦ λαοῦ ἀντιπρόσωποί
του στὴν Βουλή ; Δὲν ἔχουν
αὐτοὶ κατὰ τεκμήριον ἰσχυρότερη
ἀπὸ τοὺς ἐκλέκτορές
των κρίσι καὶ ἀντίληψι
καὶ γι᾽ αὐτὸ ἄλλωστε δὲν
ἐκλέγονται ὡς ἀντιπρόσωποί
των ;
Μεθοδεύεται διὰ τῆς ἀμέσου
ἐκλογῆς ἡ παλινόρθωσις τῆς Μοναρχίας
;
10.-
᾽Εν ὄψει τῶν ἀνωτέρω ὁ
καθένας εὐλόγως διερωτᾶται, τὶ
ἐπὶ τέλους ὑπηρετεῖ αὐτὴ
ἡ πρότασις περὶ ἀμέσου ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας καὶ ἡ ἐμμονὴ
σ᾽ αὐτήν, μολονότι καὶ συνταγματικῶς
ἀνεπίτρεπτη εἶναι, καὶ
τὰ ἐκτεθέντα ἄτοπα καὶ
ἀδυναμίες παρουσιάζει ; Πολὺ
φοβοῦμαι, ὅτι δὲν
ἀποκλείεται νὰ ἐπιδιώκεται
μὲ τὴν μεθόδευσι αὐτὴ σὲ
πρῶτο στάδιο ἡ ἔμμεση παλινόρθωσι
τῆς ἐκπεσούσης δυναστείας. καὶ
στὴν συνέχεια ἡ ἀποκατάστασι
στὴν χώρα μας τῆς βασιλείας.
Τοὺς
φόβους αὐτοὺς ἐκτρέφει ἀκριβῶς
ἡ ἰσχυρὴ προσωπικότης τοῦ
τέως Πρωθυπουργοῦ Κυρίου Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη, πράγματι ἱκανωτάτου
πολιτικοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ
ἔκανε πρῶτος τὴν πρότασι καὶ
ἐμμένει ἀνενδότως σ᾽αὐτή.
᾽Αφοῦ ὁ ἴδιος ἀντικειμενικῶς,
λόγῳ ἡλικίας, μᾶλλον δὲν
πρόκειται νὰ ὠφεληθῇ ἀπὸ
αὐτήν. Καὶ ἀκόμη, ἐν
ὄψει φυσικὰ τῆς πολιτικῆς του
συμπεριφορᾶς. ᾽Αφοῦ ὄχι μόνον
συνείργησεν ἀποτελεσματικῶς
μὲ τὴν γνωστὴ ἀποστασία
τοῦ ᾽Ιουλίου 1965 στὸ
βασιλικὸ πραξικόπημα ἀποπομπῆς
τῆς ὄντως λαοπροβλήτου, στηριζομένης
στὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ 53% τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, Κυβερνήσεως
τοῦ ἀειμνήστου Γεωργίου Παπανδρέου,
καίτοι μάλιστα σ᾽αὐτὴν καὶ
ὁ ἴδιος, σὲ ἐπιφανῆ θέσι,
μετεῖχε· ἀποστασία, ποὺ
συνεπέφερε τὴν ἀκολουθήσασα
εἰδεχθῆ ἑπταετῆ δικτατορία
τῶν παρανοϊκῶν ἀπριλιανῶν. ᾽Αλλά,
καὶ πολὺ ἀργότερον, κατὰ
τὸ 1990, προέβη στὸ Λονδῖνο
στὴν πασίγνωστη δήλωσί του, γιὰ
τὸ δῆθεν “unfair”
(ἄδικο) τοῦ δημοψηφίσματος
τοῦ 1974, μὲ τὸ ὁποῖον
ὁ ῾Ελληνικὸς λαὸς μὲ συντριπτικὴ
πλειοψηφία ἀπετίναξε τὰ δεσμὰ
τοῦ ἀναχρονιστικοῦ πολιτεύματος
τῆς Βασιλείας. Δήλωσι, ποὺ
φυσικὰ μόνον ἀπὸ ἀφέλεια
δὲν ἔγινε. ᾽Εσκοπεῖτο
τότε μὲ αὐτὴν κάτι, ἡ
ἐπίσημη, ἀπὸ ἐπιφανὲς
πολιτικὸ στέλεχος τῆς χώρας, ἐπισήμανσις
μιᾶς δῆθεν «ἀδικίας».
Μήπως λοιπὸν τώρα ἦλθε τὸ
πλήρωμα τοῦ χρόνου ἀποκαταστάσεως
τῆς «ἀδικίας» αὐτῆς ; Μήπως
δηλαδὴ καὶ τώρα ἐπιδιώξεις
τῆς δυναστείας, ἐνεστῶσες φυσικά,
ὑπηρετοῦνται ; Μὲ μοχλὸ ἀκριβῶς τὴν ἐν
λόγῳ πρότασι ἐκλογῆς ὑπὸ
τοῦ λαοῦ τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας. ᾽Αψόγως κατὰ τὸ
περικάλυμμά της δημοκρατική, στὴν
οὐσία ὅμως μὲ καταλυτικὴ
τοῦ δημοκρατικοῦ μας πολιτεύματος ὀπισθοβουλία.
Καὶ ἐξηγοῦμαι :
Τὸ
χρέος τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων.
Παραλείψεις τοῦ παρελθόντος.
11.-
᾽Εὰν
ὄντως ἡ προκειμένη ὑπόθεσις
εἶναι ὑποστατή, τότε
ἡ μεθόδευσις εἶναι πράγματι
σατανική. Διότι μὲ τὸ σημερινὸ
σύστημα, ἀφοῦ ἡ Βουλὴ
ψηφίζει Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας
κατὰ πρότασι τῶν κομμάτων, ἠμπορεῖ
μὲν νὰ ἐκλέγονται ὡς Πρόεδροι
πρόσωπα οἱουδήποτε πολιτικοῦ
φρονήματος· ἀλλὰ εἶναι
ἀδιανόητο, ἑπομένως ἀδύνατο,
ὅτι θὰ βρεθοῦν ποτὲ κόμματα
νὰ προτείνουν, καὶ Βουλὴ νὰ
ἐκλέξει ὡς Πρόεδρον τῆς
Δημοκρατίας μέλος τῆς οἰκογενείας
τῆς, πανηγυρικῶς μὲ τὸ
δημοψήφισμα τοῦ 1974, ἐκπεσούσης
δυναστείας.
᾽Ενῷ
μὲ τὴν προτεινομένη ἀπ᾽
εὐθείας ὑπὸ τοῦ λαοῦ
ἀνάδειξι τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας τέτοιο ἐνδεχόμενο
καθόλου δὲν ἀποκλείεται.
Διότι, ὅπως προεξετέθη, σήμερα
τὰ μέσα ἐπηρεασμοῦ τοῦ
λαϊκοῦ φρονήματος εἶναι ἀκαταγώνιστα,
ὁ βιασμὸς τῆς ἀληθινῆς
θελήσεως τοῦ λαοῦ μὲ συστηματικὴ
πλύσι ἐγκεφάλου δὲν εἶναι
δυσκατόρθωτος. Καὶ στὴν σκέψι
τῶν ἐπιβούλων ἀσφαλῶς
ἐνεργοποιεῖται τὸ ἐνδεχόμενο,
ὅταν καθιερωθῇ ἐκλογὴ μὲ
τὴν λαϊκὴ ψῆφο, νὰ ὑποβληθῇ
ὑποψηφιότης γιὰ τὸ ἀξίωμα
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
- ἀφοῦ αὐτὸ εἶναι τὸ
πολίτευμά μας καὶ δὲν ἀλλάζει,
- κάποιου γόνου τῆς ἐκπεσούσης
δυναστείας. Καὶ βεβαίως θὰ
συνεργήσουν σ᾽ αὐτὴν
οἱ ξένοι ἐπίβουλοι, μὲ
τὴν ἐπιστράτευσι καὶ ὅλων
τῶν ἀνοήτων μύθων τοῦ
παρελθόντος καὶ τὴν ἐκμετάλλευσι
φυσικὰ τῆς ἀγνοίας ἢ ἀμνησίας
τοῦ ῾Ελληνικοῦ λαοῦ γιὰ
τὰ ὅσα δεινὰ ὑπέστη ἡ
Πατρίδα μας ἀπὸ τὴν ξένη
καὶ ξενόδουλη δυναστεία. ῞Αμα δὲ ἐπιτευχθῇ
τὸ σκοπούμενο, τὸ ἑπόμενο βῆμα, - μὲ
τὴν ἐπίκλησι φυσικὰ ἐπιχειρηματολογίας
μηδενικοῦ νοητικοῦ ἐπιπέδου, τοῦ
τύπου, φέρ᾽ εἰπεῖν, «τὶ
τὶς θέλουμε τὶς ἐκλογὲς
γιὰ Πρόεδρο, ἀφοῦ τὸν ἔχουμε
καλὸ καὶ ἀκομμάτιστο, ἂς
μετατρέψουμε λοιπὸν τὸ πολίτευμά
μας σὲ βασιλευομένη δημοκρατία, γιὰ
νὰ ἀποφεύγουμε καὶ τὶς ἐκλογὲς
καὶ τὰ ἔξοδά των» -, δὲν
θὰ εἶναι καθόλου δύσκολο νὰ
διασκελισθῇ. ῾Η ἐπάνοδος
τῆς χώρας στὸ ἀναχρονιστικὸ
πολίτευμα θὰ ἔχει τότε, διὰ
τῆς τεθλασμένης, κατορθωθῆ.-
Εὔχομαι
οἱ παραπάνω φόβοι μου νὰ μὴ
στηρίζονται σὲ ἀληθινὲς προθέσεις
καὶ σχεδιασμούς, νὰ εἶναι στὴν
πραγματικότητα ἀδικαιολόγητοι.
᾽Αλλὰ καὶ ἡ Βουλὴ
τῶν ῾Ελλήνων ἔχει χρέος,
ἐνώπιον τῆς ῾Ιστορίας, νὰ
μὴ δώσει μὲ τὴν υἱοθέτησι
τῆς προτάσεως, περὶ ἀμέσου
ἐκλογῆς ὑπὸ τοῦ λαοῦ
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
τὴν δυνατότητα πραγματοποιήσεώς
των. ῾Η Δημοκρατία εἶναι τὸ
πολίτευμα, ποὺ κατ᾽ ἐξοχὴν
ἐπιβάλλει συνεχῆ καὶ ἀδιάκοπη
τὴν ἐγρήγορσι
ὅλων μας πρὸς διαφύλαξί
της.
Δὲν
ἠμπορεῖ νὰ λεχθῇ, οὔτε
ὅτι ἡ Βουλή μας προσέχει
πάντοτε.
Κατὰ τὴν
κατάρτισι τοῦ Συντάγματος τοῦ
1975 εἶχα διαμηνύσει
στοὺς ᾽Αρχηγοὺς τῆς δημοκρατικῆς
παρατάξεως, τὸν Γεώργιον Μαῦρον
τῆς Ε.ΔΗ.Κ. καὶ τὸν ᾽Ανδρέαν
Παπανδρέου τοῦ ΠΑ.ΣΟ.Κ.,
νὰ φροντίσουν τοὐλάχιστον νὰ
παρεντεθῇ στὸ Σύνταγμα διάταξις,
ὁμοία πρὸς τὸ ἄρθρο 44 τοῦ
γαλλικοῦ συντάγματος τοῦ 1946,
κατὰ τὸ ὁποῖο «τὰ μέλη
τῶν οἰκογενειῶν, ποὺ ἐβασίλευσαν
στὴν Γαλλία, δὲν εἶναι ἐκλέξιμα
στὴν Προεδρία τῆς Δημοκρατίας».
῎Αδικος ὁ κόπος, ἡ ὑπόδειξίς
μου δὲν βρῆκε ἀνταπόκρισι. Οἱ
Γάλλοι, προνοητικοί, ἕνα
αἰῶνα μετὰ τὴν κατάλυσι
τῆς βασιλείας ἐφρόντισαν καὶ
ἐθέσπισαν τὴν διάταξι αὐτή.
᾽Εμεῖς, παρὰ τὶς
νωπότατες μνῆμες ἀπὸ τὴν
βασιλικὴ ἀνομία, τίποτε σχετικὸ
δὲν ἐκάναμε. ῾Η ᾽Αναθεωρητική
μας Βουλὴ τοῦ 1974 οὔτε τὴν πρόνοια
τῆς § 1 τοῦ «περὶ ἐκπτώσεως
τῆς δυναστείας καὶ ἀνακηρύξεως
τῆς Δημοκρατίας» Ψηφίσματος τῆς
Δ' ἐν ᾽Αθήναις Συντακτικῆς Συνελεύσεως
τῆς 25ης Μαρτίου 1924 ἔλαβε,
γιὰ τὴν στέρησι τῆς ἑλληνικῆς
ἰθαγενείας ἀπὸ τὰ
μέλη τῆς ἐκπεσούσης δυναστείας
καὶ τὴν ἀπαγόρευσι τῆς
διαμονῆς των στὴν ῾Ελλάδα.
᾽Ηγνόησε τὸ συνετὸ αὐτὸ
ἱστορικὸ προηγούμενο. Γι᾽ αὐτὸ
καὶ ἀνέκυψαν τὰ προβλήματα,
ποὺ εἴχαμε μὲ τὶς ἐπιχειρηθεῖσες
ἀνὰ τὴν ῾Ελλάδα περιοδεῖες
τοῦ ἐκπτώτου, ἀλλὰ καὶ
θὰ ἔχουμε προσεχῶς κατὰ τὴν
τέλεσι στὴν χώρα μας τῶν ᾽Ολυμπιακῶν
᾽Αγώνων τοῦ 2004. Γι᾽ αὐτὸ
καὶ διανοίγεται ἡ θυρίδα
πρὸς ἔμμεση, κατὰ τὰ
ἀνωτέρω, παλινόρθωσι βλαστῶν
τῆς ἐκπεσούσης δυναστείας,
ἐὰν παρασχεθῇ ἡ δυνατότης
αὐτὴ μὲ ἄφρονα καὶ
χωρὶς περίσκεψι υἱοθέτησι
τῆς, περὶ ἀμέσου ὑπὸ
τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας, ἀντισυνταγματικῆς
προτάσεως.-
Γ) ΟΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Τὸ αἴτημα ἐνδυναμώσεως
τῶν ἐξουσιῶν τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας.
12.-
῞Οπως προεξετέθη, ἡ περὶ ἀμέσου
ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλογῆς
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας πρότασις
συνδέεται ἀπὸ νοσταλγοὺς τῆς
ἀρχικῆς διατυπώσεως τοῦ ἰσχύοντος
Συντάγματος τοῦ 1974 μὲ αἴτημα
ἐνδυναμώσεως τῶν ἁρμοδιοτήτων
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
οἱ ὁποῖες ἔχουν περιορισθῆ
μὲ τὴν ἀναθεώρησι τοῦ 1986.
᾽Επιζητοῦν ἀποκατάστασι τῶν
ἀρχικῶν ἁρμοδιοτήτων του, ὄχι
βεβαίως στὴν πληρότητά των,
ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ ὁμιλοῦν
γιὰ «λελογισμένη» μόνον αὔξησι
τῶν ἐξουσιῶν του.
Καὶ
εἶναι ἀληθές, ὅτι παρόμοιες
φωνὲς ἔχουν ἀκουσθῆ σποραδικῶς
καὶ κατὰ τὸ παρελθόν, ἰδίως
σὲ σχέσι μὲ τὴν δυνατότητα
διαλύσεως τῆς Βουλῆς, σὲ
περίπτωσι διαπιστώσεως προφανοῦς
δυσαρμονίας πρὸς τὸ λαϊκὸν αἴσθημα
ἢ μὴ ἐξασφαλίσεως κυβερνητικῆς
σταθερότητος· ἁρμοδιότητα,
τὴν ὁποίαν ἔδιδε στὸν
Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, μετὰ
γνώμην τοῦ, μὴ ὑφισταμένου
σήμερα, «Συμβουλίου τῆς Δημοκρατίας»,
ἀρχικῶς τὸ Σύνταγμα τοῦ
1974 (μὲ τὸ ἄρθρο του 41 § 1), ἀλλὰ
τὴν ὁποίαν ἀφῄρεσεν ἡ
᾽Αναθεώρησις τοῦ 1986. ῎Ετσι
ἐπιβάλλεται ἡ ἐγγυτέρα ἐδῶ
ἐξέτασις τοῦ προβαλλομένου αὐτοῦ
αἰτήματος.-
Οἱ ὑπερεξουσίες τοῦ
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας πρακτικῶς μὴ
ἐφαρμόσιμες.
13.-
Μιὰ συνταγματικὴ πρόβλεψις χρειάζεται
ὄχι ἁπλῶς μόνον γιὰ νὰ
ὑπάρχει. Διότι τὸ Σύνταγμα
εἶναι ἄθροισμα ὁρισμῶν, ποὺ
διέπουν εὐθέως τὴν ὀργάνωσι
τῆς Πολιτείας καὶ ρυθμίζουν κατὰ
τρόπον πρακτικῶς ἐφαρμόσιμο τὴν
κατανομὴ τῶν ἐξουσιῶν. Πρακτικῶς
δὲ ἐφαρμόσιμες εἶναι
μόνον οἱ διατάξεις, ἡ ἐφαρμογὴ
τῶν ὁποίων ἠμπορεῖ, συντρεχούσης
περιπτώσεως, νὰ συντελεσθῆ ὁμαλῶς,
χωρὶς ἐπικινδύνους γιὰ τὸ
πολίτευμα καὶ τὴν ζωὴ τῆς
ἐθνικῆς κοινότητος κλυδωνισμούς.
᾽Αλλὰ
ἀκριβῶς τέτοιο χαρακτῆρα
δὲν εἶχαν οἱ διατάξεις
τοῦ ἀρχικοῦ κειμένου τοῦ
ἰσχύοντος Συντάγματος, οἱ
παρέχουσες πλέγμα ὑπερεξουσιῶν
στὸν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας.
Οἱ ὑπερεξουσίες αὐτὲς ἀνταπεκρίνοντο
μὲν στὶς ἐπιθυμίες τοῦ ᾽Αρχηγοῦ
τοῦ κόμματος τῆς «Νέας Δημοκρατίας,
ποὺ μὲ τὴν συντριπτική του τότε
πλειονοψηφία ἐπέβαλε τὸ Σύνταγμα
τῆς ἀρεσκείας του, Πρωθυπουργοῦ
Κωνσταντίνου Καραμανλῆ, ἱκανοποιοῦσες
τὴν πασίγνωστη ἰδιοσυγκρασία του,
ἀποβλέποντος δὲ προσωπικῶς ἀπὸ
τότε στὴν κατάληψι καὶ τοῦ
ἀνωτάτου ἀξιώματος τῆς
Δημοκρατίας, πρακτικῶς ὅμως ἐφαρμόσιμες
δὲν ἦσαν. ᾽Απόδειξις,
ὅτι ὁ ἴδιος κατὰ
τὸ διάστημα τῆς πενταετοῦς ἀπὸ
τὸ 1980 μέχρι τὸ 1985 Προεδρίας
του, ὁπότε καὶ ὑπῆρχαν οἱ
ὑπερεξουσίες αὐτὲς τοῦ Προέδρου,
οὐδέποτε τὶς ἤσκησε.
Μολονότι ἡ ἔλευσις σχεδὸν ἀμέσως,
τὸ 1981, τοῦ ΠΑ.ΣΟ.Κ. στὴν
ἐξουσία, μὲ τὶς βαθύτατες
ἀλλαγὲς ποὺ ἡ Κυβέρνησίς
του ἐπέφερε σὲ ὅλους σχεδὸν
τοὺς τομεῖς τῆς κρατικῆς ὀργανώσεως
καὶ δραστηριότητος καὶ τῆς ζωῆς
γενικὰ τοῦ ἔθνους, ἠμποροῦσε
ἐπανειλημμένως νὰ δώσει τὴν
πρὸς τοῦτο ἀφορμή. Καὶ δὲν
τὶς ἤσκησε, ὄχι βεβαίως
μόνον ἀπὸ πολιτικὸ καιροσκοπισμό,
δηλαδὴ μὲ τὴν προσδοκία, ἐφ᾽
ὅσον τὸ ἀντίπαλον ΠΑ.ΣΟ.Κ.
εὑρίσκετο ἀκλονήτως στὴν
ἐξουσία καὶ ἀπὸ αὐτὸ
ἐξηρτᾶτο ἡ ἐπανεκλογή του,
νὰ ἐκμαιεύσει, μὲ τὴν ἐν
προκειμένῳ ἀδράνειά του,
τὴν εὐμένεια καὶ συγκατάθεσι
τοῦ κυβερνῶντος αὐτοῦ κόμματος
γιὰ ἀνανέωσι τῆς Προεδρικῆς
του θητείας. Δὲν τὶς ἤσκησε, προφανῶς
ἀναλογιζόμενος καὶ τὶς συνέπειες
ἑνὸς τέτοιου ἐγχειρήματος,
ποὺ θὰ ἠμποροῦσε νὰ βυθίσει
τὴν χώρα σὲ μιὰ θεσμικὴ
καὶ πολιτικὴ κρίσι χωρὶς προηγούμενο. Καὶ
ἐξηγοῦμαι.
Ἡ ὑπὸ τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας διάλυσις τῆς Βουλῆς
ἐνεργὸς ἀνάμιξις εἰς κομματικὲς
διαμάχες. Ἡ περίπτωσις τοῦ ἄρθρου 41
§ 2 τοῦ Συντάγματος.
14.-
᾽Αποτελεῖ, νομίζω,
αὐτονόητο κανόνα εὐκρασίας
τοῦ πολιτεύματος, ὄργανο ἐκλεγόμενο
ἀπ᾽εὐθείας ὑπὸ τοῦ
λαοῦ, μόνον ἀπὸ αὐτὸν
νὰ καταλύεται.
῾Η
Βουλὴ ἐκλέγεται μὲ
καθολικὴ ψηφοφορία γιὰ ὡρισμένο
χρόνο (τετραετία), μετὰ τὴν
πάροδο τοῦ ὁποίου, πάλι
μὲ τὴν λαϊκὴ ψῆφο, ἀνανεώνεται.
῾Επομένως ἐξηναγκασμένη,
μὲ ἀπόφασι ἄλλου ὀργάνου,
διακοπὴ τοῦ βίου της δὲν πρέπει
νὰ ἐπιτρέπεται.
῍Ας
σημειωθῆ ἐδῶ, ὅτι διαφορετικὴ
εἶναι ἡ προβλεπομένη στὸ ἄρθρο
41 § 2 τοῦ Συντάγματος περίπτωσις
διαλύσεως τῆς Βουλῆς «προκειμένου
νὰ ἀντιμετωπισθῇ ἐθνικὸ
θέμα ἐξαιρετικῆς σημασίας»·
διότι αὐτὴ γίνεται μὲν ἀπὸ
τὸν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, ἀλλὰ
μὲ «πρότασι τῆς Κυβερνήσεως,
ποὺ ἔχει λάβει ψῆφο ἐμπιστοσύνης»,
δηλαδὴ κατὰ τεκμήριο ἐκφράζει
τὴν ἐπιθυμία τῆς πλειονοψηφίας
αὐτῆς τῆς διαλυομένης Βουλῆς.
Χωρὶς βεβαίως νὰ ἐπιτρέπεται
ἀποσιώπησις ἐν προκειμένῳ
τοῦ γεγονότος, ὅτι ἔχει
γίνει, δυστυχῶς, καὶ μάλιστα
ὄχι μιὰ φορά, καὶ καταχρηστικὴ
ἐφαρμογὴ τῆς διατάξεως
αὐτῆς, καίτοι δηλαδὴ δὲν
συνέτρεχεν ἡ βασικὴ προϋπόθεσις
τῆς ὑπάρξεως ὄντως «ἀνάγκης
ἀντιμετωπίσεως ἐθνικοῦ θέματος
ἐξαιρετικῆς σημασίας».
᾽Εκτὸς
ὅμως ἀπὸ τὸ ζήτημα αὐτὸ
ἀρχῆς, ὅτι εἶναι ἀνεπίτρεπτο
ἡ ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλεγομένη
Βουλὴ νὰ καταλύεται μὲ ἀπόφασι
ἄλλου ὀργάνου, τέτοια προνομία
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας διανοίγει
ἀθεράπευτο κύκλο προβλημάτων.
Διότι ἡ μετὰ τὴν διάλυσι
ἐκλεγομένη νέα Βουλή,
ἐὰν μὲν ἐπαναλαμβάνει
κατὰ τὴν σύνθεσί της, δηλαδὴ
ἀπὸ ἀπόψεως συσχετισμοῦ
τῶν πολιτικῶν δυνάμεων σ᾽ αὐτήν,
τὴν προηγουμένη, τότε θὰ ἔχει
πλέον τρωθῆ σημαντικώτατα τὸ
γόητρο τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
ἀφοῦ μὲ τὴν λαϊκὴ ψῆφο
οὐσιαστικῶς θὰ ἔχει ἀποδοκιμασθῆ
ἡ περὶ διαλύσεως ἀπόφασίς
του. ᾽Εὰν δὲ πάλι προκύψει
νέας συνθέσεως Βουλή, τότε
εὐλόγως ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας
θὰ ἐπισύρει τὴν δικαιολογημένη
μῆνι αὐτῶν, ποὺ ἡττήθησαν,
ὅτι ἔχασαν τὴν ἐξουσία μὲ
τὴν μεροληπτικὴ ὑπὲρ τῶν
ἀντιπάλων των πρωτοβουλία τοῦ
Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, τῆς
διαλύσεως τῆς προηγουμένης Βουλῆς·
μομφή, πλήρως τεκμηριουμένη ἐκ
τοῦ γεγονότος, ὅτι ἀσφαλῶς
ἡ διάλυσις θὰ ἀνταποκρίνεται
πάντοτε σὲ αἴτημα τῶν ἐκτὸς
τῆς ἐξουσίας κομμάτων καὶ
ἔτσι ἡ παρέμβασις μὲ τὴν
διάλυσι τῆς Βουλῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας μόνον ὡς
ἐνεργὸς ἀνάμιξίς του στὶς
κομματικὲς διαμάχες καὶ ἐνέργεια
μεροληπτικὴ θὰ ἠμπορεῖ νὰ
ἑρμηνευθῇ.
Γι᾽
αὐτοὺς τοὺς λόγους καὶ στὴν
Γαλλία ὑπὸ ἀμιγῶς
κοινοβουλευτικὸ πολίτευμα, μολονότι
τὰ συνταγματικὰ κείμενα τοῦ
1875 τοῦ ἔδιδαν ἐξουσία
διαλύσεως τῆς Βουλῆς, ὁ Πρόεδρος
τῆς Δημοκρατίας οὐδέποτε,
κατὰ τὰ ἑβδομῆντα χρόνια
ζωῆς τῆς τρίτης γαλλικῆς Δημοκρατίας,
τὴν ἤσκησε· ὁπότε
καὶ δὲν ἐπανελήφθη φυσικὰ
τέτοια προνομία του στὸ Σύνταγμα
τοῦ 1946.
Καὶ ἄλλα ἐπιχειρήματα
κατὰ τῆς ἐξουσίας διαλύσεως.
15.-
Στοιχειώδης λοιπὸν πολιτικὴ σύνεσις
ἐπέβαλε τὴν ἀδρανοποίησι
καὶ σὲ μᾶς τῆς περὶ
διαλύσεως τῆς Βουλῆς ἐξουσίας
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας καὶ
ὅταν προεβλέπετο ἀπὸ τὸ
Σύνταγμα. ᾽Επρόκειτο ἑπομένως
περὶ καταφανῶς ἀχρήστου
καὶ ἐξοβελιστέας διατάξεως, ἡ
ὁποία καὶ ὀρθότατα ἀπηλείφθη
μὲ τὴν ᾽Αναθεώρησι τοῦ 1986.
Καὶ
φυσικὰ μόνον νηπιακῆς ἐμβελείας
εἶναι τὸ ἐνίοτε προβαλλόμενο
σχετικῶς ἐπιχείρημα, ὅτι «δὲν
πειράζει, ἂς μὴν ἀσκεῖται
ἡ ἁρμοδιότης αὐτὴ τοῦ
Προέδρου, ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχει,
διότι μὲ τὸν φόβο τῆς ἀσκήσεώς
της θὰ συγκρατεῖται ἡ Κυβέρνησις
σὲ σύννομη ἄσκησι τῆς ἐξουσίας».
Καὶ τοῦτο διότι εἶναι ἀδιανόητο
καὶ ἀνεπίτρεπτο, νὰ θεσπίζουμε
διατάξεις, καὶ μάλιστα στὸ Σύνταγμα,
ἁπλῶς καὶ μόνον μὲ ἐκφοβιστική,
γιὰ τὴν ἐκλεγομένη μὲ τὴν
ψῆφο τοῦ λαοῦ Κυβέρνησι, ἀποστολή.
῞Οσοι τὰ ἀντίθετα πρεσβεύουν,
ἂς πληροφορηθοῦν πρῶτα στοιχειωδῶς,
τὸ τὶ πρέπει νὰ διαλαμβάνει
τὸ Σύνταγμα μιᾶς χώρας
! ...
῾Υπάρχει
ὅμως καὶ μία ἄλλη σκέψις,
ἡ ὁποία ἀπὸ τὸν ἴδιο
κύκλο προβληματισμοῦ ἀναδύεται.
῞Οσοι κοινοβουλευτικοὶ ὑποστηρίζουν
τὴν ἐπαύξησι τῶν ἐξουσιῶν
(ἁρμοδιοτήτων) τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας, οὐσιαστικῶς ἀπεμπολοῦν
μερίδιον τῆς ἰδικῆς των ἀποστολῆς.
Διότι,
ὑπὸ κοινοβουλευτικὸν καθεστώς,
πρωταρχικὸν καθῆκον τῆς
Βουλῆς εἶναι νὰ ἐπηρεάζει
τὴν διαμόρφωσι τοῦ πολιτικοῦ σκηνικοῦ,
ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ
ἐξαρτᾶται ἡ πορεία
τῆς χώρας, πορεία συντελουμένη
μὲν ὑπὸ τὴν καθοδήγησι
τῆς ἑκάστοτε λαοπροβλήτου Κυβερνήσεως,
ἀλλὰ ἀπαραιτήτως διαρκῶς
στηριζομένης τῆς τελευταίας αὐτῆς
στὴν ἐμπιστοσύνη τῆς ἐθνικῆς
ἀντιπροσωπείας. Καὶ ὄχι
νὰ μεταθέτει τὸ καθῆκον της τοῦτο
οὐσιαστικῶς στοὺς ὤμους ἄλλου
ὀργάνου, καὶ μάλιστα μονοπροσώπου,
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας καὶ
νὰ ἀναμένει μὲ τὴν διάλυσί
της ἀπὸ αὐτὸν, νὰ ἐπέλθῃ
προσδοκωμένη ἀλλαγή !
Καὶ
ὁ ἐν λόγῳ ἐπηρεασμὸς
μόνον μὲ τὴν ἄρθρωσιν ἐντὸς
τῆς Βουλῆς ὄντως ὀρθοῦ,
συνεποῦς καὶ μεστοῦ πολιτικοῦ
λόγου καὶ τὴν σώφρονα ἄσκησι
τῶν κοινοβουλευτικῶν δυνατοτήτων
ἠμπορεῖ νὰ κατορθωθῇ. Πρᾶγμα,
τὸ ὁποῖο κανένας δυστυχῶς
δὲν ἠμπορεῖ νὰ ὑποστηρίξει
ἐλλόγως, ὅτι ἀποτελεῖ σήμερα
τὸν κανόνα. ᾽Αφοῦ εἶναι
πασίδηλο τὸ γεγονός, ὅτι τὰ
ὅσα ἡ Βουλὴ ψηφίζει,
συνήθως ἐκτὸς αὐτῆς
προηγουμένως ἀποφασίζονται
καὶ παρασκευάζονται, δὲν ἀπουσιάζουν
δὲ καὶ περιπτώσεις ὑστέρας
ἀπὸ αὐτὴν καλύψεως
καὶ ἀνομιῶν, ποὺ ἔχουν
ἤδη συντελεσθῆ. Τὸ θέμα βεβαίως
συναρτᾶται καὶ πρὸς τὴν προσήκουσα
ὀργάνωσι τῶν κατ᾽ ἰδίαν
πολιτικῶν κομμάτων, δὲν
λέγω τὴν «δημοκρατικὴ» λειτουργία
των, διότι δυστυχῶς ὁ ὅρος
ἐξεφυλίσθη τόσον, ὥστε νὰ
ὁμιλοῦν τώρα γιὰ δημοκρατία
κυρίως πνευματικῶς ἀνερμάτιστοι
μὲ φασιστοειδῆ νοοτροπία καὶ συμπεριφορά.
Ὁ ρόλος τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας. Προὑποθέσεις ἀτομικοῦ χαρακτῆρος
εὐόρκου ἀσκήσεως τῶν ἔργων του.
16.-
᾽Ανάκτησις λοιπὸν ἀπὸ
τὴν Βουλὴ τῶν θεσμικῶν καθηκόντων
καὶ τῆς ἀποστολῆς της πρέπει
νὰ εἶναι τὸ μόνο ζητούμενο.
Καὶ γιὰ τὴν σωστὴ λειτουργία
τοῦ πολιτεύματος δὲν χρειάζεται
ἀπονομὴ καὶ ἄλλων ἁρμοδιοτήτων
στὸν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας
ἐκτὸς τῶν ὑφισταμένων, ἐκείνων
στὶς ὁποῖες ἔχει περιορισθῆ
μὲ τὴν ᾽Αναθεώρησι τοῦ 1986.
῾Ο
ρυθμιστικὸς τοῦ πολιτεύματος ρόλος
του (ἄρθρον 30 § 1 τοῦ Συντάγματος)
ἐπαρκῶς καὶ μὲ τὶς ὑφιστάμενες
ἁρμοδιότητές του ἀσκεῖται.
῾Υπάρχει δὲ τώρα καὶ ἱστορικὸ
δεδομένο. Τὴν περὶ τούτου
ἁπτὴ ἀπόδειξι προσφέρει
ἤδη μὲ ἰδιαίτερη ἐνάργεια
ἡ ἀπὸ τὸν Πρόεδρο
τῆς Δημοκρατίας συνετὴ ἀντιμετώπισις
τῆς βαρυτάτης πολιτικῆς κρίσεως
τοῦ 1989. Μὲ τοὺς κατὰ
τὸ ἰσχῦον Σύνταγμα χειρισμούς
του, ποὺ ἔτυχαν, ἂς σημειωθῆ,
τῆς ρητῆς ἐπιδοκιμασίας δημοσίως
τοῦ συνόλου, χωρὶς καμμιὰ
ἐξαίρεσι, τοῦ πολιτικοῦ κόσμου,
καὶ μὲ τὶς περιωρισμένες
ἀκριβῶς ἐξουσίες του ἐπετεύχθη
τὸ ἀπὸ ὅλους ποθούμενο,
δηλαδὴ καὶ ἀπετράπη ἡ
μεταβολὴ τῆς πολιτικῆς σὲ ἐθνικὴ
κρίσι καὶ ἡ χώρα ὡδηγήθη
ἀβιάστως σὲ ὁμαλὸ πολιτικὸ
βίο. Κανένας ἑπομένως
σοβαρὸς λόγος δὲν ἠμπορεῖ
νὰ γίνεται γιὰ ἀνεπαρκῆ,
δῆθεν, θωράκισι τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας πρὸς ἄσκησι τῶν κατὰ
τὸ Σύνταγμα καθηκόντων του.-
Γιὰ τὴν ἄσκησι ὅμως
αὐτὴ χρειάζονται ὡρισμένες
ἀτομικοῦ χαρακτῆρος προϋποθέσεις.
Συνοπτικῶς : ὁ Πρόεδρος τῆς
Δημοκρατίας ὡς ἀληθὴς φορεὺς
τοῦ ἀνωτάτου αὐτοῦ πολιτειακοῦ
λειτουργήματος νὰ μὴ μεταβάλλεται
σὲ ἄβουλο, θλιβερὸ ἐνεργούμενο
τῶν πολιτικῶν δυνάμεων, ποὺ
τὸν ἀνέδειξαν, ἀλλὰ νὰ
ἔχει πλήρη γνῶσι τῶν καθηκόντων
καὶ ἐπίγνωσι τῆς ἀποστολῆς
του. Νὰ χειρίζεται τὶς ἁρμοδιότητές
του αὐτονόμως, ὄχι ἀναγκαίως
κατὰ τὶς εἰσηγήσεις ὑπηρεσιακῶν
ὀργάνων, οὔτε κατὰ τὶς ἑκάστοτε
ὑποδείξεις κυβερνητικῶν ἢ ἄλλων
παραγόντων. Νὰ ἐνεργεῖ πάντοτε
καὶ σὲ κάθε περίπτωσι ἀμερολήπτως
καὶ χωρὶς ἀπονομὴ συμπαθειῶν
ἢ κατανομὴ ἀντιπαθειῶν πρὸς
οἱονδήποτε, μεριμνῶν ἀποκλειστικῶς
καὶ μόνον γιὰ τὴν παραφυλακὴ
τῆς συνταγματικῆς νομιμότητος, καὶ
ὄχι γιὰ τὴν ὑστεροφημίαν
του. Νὰ εἶναι διατεθειμένος
καὶ νὰ διαφωνεῖ πρὸς τὴν
Κυβέρνησι, ὅταν αὐτὴ ἀνομεῖ.
Καὶ στὴν διαφωνία του αὐτὴ
νὰ ἐμμένει καὶ ἐὰν
τείνει νὰ ἐξελιχθῇ σὲ σύγκρουσι,
στὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ
ἀποδύεται μακρυὰ πάντοτε ἀπὸ
κάθε δημοσιότητα καὶ νὰ τὴν
τηρεῖ κατὰ τὸ δυνατὸν μυστική,
γιὰ νὰ μὴ ὠφεληθῇ ἢ
βλαβῇ κανένας ἀπὸ αὐτή,
ἀλλὰ καὶ πρὸς χάριν
αὐτῆς τῆς αὐθεντίας καὶ
ὑπολήψεως τοῦ κοινοῦ πρὸς
τοὺς θεσμούς. Νὰ ἐμφορεῖται
μὲ ὑποδειγματικὴ μακροθυμία,
συνειδητοποιῶν τὴν ἀλήθεια, ὅτι
καὶ παντελῶς ἄδικες ἐπιθέσεις
πρόκειται νὰ δεχθῇ, καὶ ἐξ
ὁλοκλήρου χαλκευμένα ψεύδη εἰς βάρος του θὰ ἀρθρωθοῦν καὶ
κάθε ἀθέμιτο μέσο θὰ
χρησιμοποιηθῇ ἀπὸ τὴν ἐνεργοποιημένη
ἀνομία καὶ διαπλοκή, προκειμένου
ἡ ὑποταγή του νὰ ἐκβιασθῇ,
ὅταν ὁ ἴδιος, καίτοι ἀδύναμος
σὲ μέσα ἀμύνης, ἀκατάβλητος
ὅμως κατὰ τὴν θέλησι, ἐννοεῖ
νὰ μὴ ἀποκλίνει ἀπὸ
τὴν εὔορκη τοῦ καθήκοντός
του ἐπιτέλεσι. ῎Ετσι νὰ διαθέτει
τὴν ἐσωτερικὴ ἀλκή,
ὥστε νὰ ἀντιπαρέρχεται μὲ
στωϊκότητα τὶς ἄνομες σὲ
βάρος του μεθοδεύσεις καὶ μὲ
τὴν δᾷδα μόνο τῆς ἀλήθειας
νὰ τὶς ἀντιμετωπίζει.
Μόνον
ὑπὸ τὶς προϋποθέσεις αὐτὲς
ἠμπορεῖ ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας
νὰ ἀνταποκριθῇ εὐόρκως στὴν
κατὰ τὸ Σύνταγμα ἀποστολή
του.
῍Ας περιορισθῇ ὁ ἀναγνώστης
ἐπὶ τοῦ προκειμένου εἰς
τὰ ὀλίγα αὐτὰ ἐπιγραμματικῶς
διατυπούμενα καὶ τὰ ὅσα ἐξυπονοοῦνται.
Τὰ ὁποῖα ἐξῆλθαν ἀπὸ
τὴν ἐμπειρία πενταετοῦς καὶ
πλέον (ἀπὸ 29.3.1985 μέχρι 5.5.1990)
ἀσκήσεως τῶν Προεδρικῶν καθηκόντων
ὑπὸ τοῦ γράφοντος. Τὰ
κατ᾽ αὐτὴν δὲν εἶναι βεβαίως
τοῦ παρόντος. Θὰ τὰ πληροφορηθῇ
ὁ ῾Ελληνικὸς λαὸς τεκμηριωμένως
ἐν καιρῷ.-
Δ) Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΙΣ
Ἀπορριπτέα καὶ ἡ κυβερνητικὴ
πρότασις. Ἡ ψευδώνυμος στήριξίς της.
17.-
῾Η κυβερνητικὴ πρότασις ὀρθῶς
ἐμμένει στὸ ἰσχῦον σύστημα
τῆς ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας ἀπὸ τὴν
Βουλὴ καὶ ἀπορρίπτει τὴν
ἐκλογὴ του ἀπ᾽ εὐθείας
ἀπὸ τὸν λαό. ᾽Αλλὰ
ἀτόπως προβλέπει δυνατότητα
ἀλλεπαλλήλων ψηφοφοριῶν γιὰ
τὴν ἐκλογὴ αὐτὴ μέχρις
ἐπιτεύξεως τῆς ἀξιουμένης,
ἀπὸ τὴν τρίτη ψηφοφορία
καὶ μετά, πλειοψηφίας τῶν 3/5
τοῦ ὅλου ἀριθμοῦ τῶν βουλευτῶν
(δηλαδὴ 180 ψήφων), προκειμένου νὰ
ἀποφευχθῇ διάλυσις τῆς Βουλῆς
σὲ περίπτωσι μὴ ἐπιτεύξεως
τῆς πλειοψηφίας αὐτῆς κατὰ
τὴν τρίτη ψηφοφορία, ὅπως τώρα
μὲ τὸ ἄρθρο 32 § 4 τοῦ Συντάγματος
ἐπιβάλλεται.
Καὶ
εἶναι ἀτυχὴς ἡ πρότασις
αὐτή, διότι, ὅπως σωστὰ
παρετηρήθη, ἔτσι ἀπαραδέκτως
εὐτελίζεται ὁ θεσμός.
᾽Ανεξαρτήτως καὶ τοῦ πρακτικοῦ
ἀδιεξόδου εἰς τὸ ὁποῖον
ἠμπορεῖ τέτοιο σύστημα νὰ
καταλήξει, ἐὰν τὰ κατ᾽
ἰδίαν κόμματα, σεβόμενα τὴν
ἀξιοπιστία των, ἐμμένουν ἀνυποχωρήτως
στὴν ἄρνησι συγκλίσεως μὲ
180 ψήφους σὲ συγκεκριμένο ὑποψήφιο.
῾Οπότε ἠμπορεῖ νὰ ἀπαιτηθῇ
καὶ ἐπ᾽ ἀόριστον ἀκόμη
συνέχισις ἀσκήσεως τῶν Προεδρικῶν
καθηκόντων ἀπὸ πρόσωπο, τοῦ
ὁποίου ὅμως πρὸ πολλοῦ ἔχει
λήξει ἡ Προεδρικὴ θητεία !
Τὰ
ἄτοπα αὐτὰ ἡ κυβερνητικὴ
πρότασις ἀποπειρᾶται νὰ ὑπερκεράσει
μὲ τὴν ἐπίκλησι ψευδωνύμου
ἐπιχειρηματολογίας. Συγκεκριμένως,
ὅτι ὑπὸ τὴν προτεινομένη
ρύθμισι θὰ ἀναγκάζονται τὰ
κόμματα νὰ προέρχονται σὲ σύγκλισι
τῶν ἐπιλογῶν των. Μὲ
ποιὸν ὅμως τρόπο θὰ χωρεῖ
ὁ ἐξαναγκασμὸς αὐτός,
ἀφοῦ κανένα ἀπολύτως μέσο
πρὸς αὐτὸν δὲν προβλέπεται,
ἡ δὲ ἄσκησις τῶν Προεδρικῶν
καθηκόντων ὁμαλῶς ἀπὸ τὸν
ἀπερχόμενο θὰ συνεχίζεται καὶ
ἔτσι ἡ ἀνάγκη τῆς ἐκλογῆς
δὲν θὰ παρίσταται ἐνεστῶσα
; Πῶς εἶναι νοητόν,
μόνες οἱ ἀλλεπάλληλες ψηφοφορίες,
χωρὶς δηλαδὴ κανένα ἐξαναγκαστικὸ
μέσο, νὰ ὁδηγοῦν
τὰ κόμματα στὴν συναινετικὴ
ἀνάδειξι Προέδρου τῆς Δημοκρατίας,
ὅταν αὐτὴ ἡ ἀπειλὴ
διαλύσεως τῆς Βουλῆς δὲν
ἠμπορεῖ νὰ ἐπιφέρει
τέτοιο ἀποτέλεσμα ; Εἶναι
στοιχειώδη ἐρωτήματα, τὰ ὁποῖα
καθιστοῦν καταδήλως ἀνάπηρη καὶ
ἀναποτελεσματικὴ τὴν ἀφελῆ
αὐτὴ πρότασι.
᾽Απὸ
αὐτὴν ὅμως φαίνεται, ὅτι
οἱ Κυβερνήσεις δὲν διστάζουν
νὰ προβαίνουν σὲ διαλύσεις τῆς
Βουλῆς, ὅταν τὶς κρίνουν
ἰδιωφελῶς συμφέρουσες, μὲ
καταχρηστικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ ἄρθρου
41 § 2 τοῦ Συντάγματος, δηλαδὴ ψευδώνυμη
ἐπίκλησι ἀνάγκης
ἀντιμετωπίσεως «ἐθνικοῦ θέματος
ἐξαιρετικῆς σημασίας», ἐνῷ
τὴν περίπτωσι διαλύσεως τῆς Βουλῆς,
ὅταν τὴν ὑπαγορεύει αὐτὸ
τὸ Σύνταγμα μὲ τὸ ἀψόγως
ἀντικειμενικὸ καὶ ἁπτὸ κριτήριο
τῆς ἀδυναμίας ἀναδείξεως
μὲ εὐπρεπῆ πλειοψηφία Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας, τόσον τὴν
ἀποστρέφονται, ὥστε ἐπιδιώκουν
νὰ τὴν καταργήσουν ! ...
Ε) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.
Νὰ
παραμείνῃ ἡ ἰσχύουσα ρύθμισις.
18.-
Οἱ προηγηθεῖσες ἀναπτύξεις ὁδηγοῦν
ἀσφαλῶς εἰς τὰ ἀκόλουθα
συμπέρασματα :
α)
ὅτι οἱ σχετικὲς πρὸς τὴν
ἐκλογὴ τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας προτάσεις τόσον τῆς
Κυβερνήσεως, ὅσον καὶ τῆς ἀξιωματικῆς
ἀντιπολιτεύσεως εἶναι ὁπωσδήποτε
ἀπορριπτέες.
β)
ὅτι ὁ τρόπος τῆς ἐκλογῆς
πρέπει νὰ παραμείνει ὡς ἔχει
μὲ τὴν ἰσχύουσα ρύθμισι
τοῦ ἄρθρου 32 τοῦ Συντάγματος,
ποὺ βασικῶς παρέμεινεν ἡ ἴδια
καὶ μετὰ τὴν ᾽Αναθεώρησι
τοῦ 1986.
γ)
ὅτι οἱ περιωρισμένες,
ὅπως προβλέπονται ἀπὸ τὸ
ἰσχῦον Σύνταγμα τοῦ 1974 μετὰ
τὴν ᾽Αναθεώρησι τοῦ 1986, ἁρμοδιότητες
τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας
καὶ προσήκουσες εἶναι καὶ
πλήρως ἐπαρκοῦν γιὰ τὴν
ἀποτελεσματικὴ ἄσκησι τοῦ ρόλου
του ὡς ρυθμιστοῦ τοῦ Πολιτεύματος,
ἐπαύξησίς των δὲ μόνον
προβλήματα στὴν λειτουργία τοῦ
πολιτεύματος ἠμπορεῖ νὰ δημιουργήσει.
Κατὰ
συνέπεια καμμία μεταβολὴ δὲν ἐνδείκνυται
σχετικῶς νὰ γίνει.
᾽Αρθρώνεται
βεβαίως ἀπὸ πολλοὺς ἡ αἰτίασις
καὶ ὑπάρχει ὄντως σ᾽ ἐμᾶς
πρόβλημα κυβερνητικῆς ἀλαζονείας
κατὰ τὴν ἄσκησι τῆς ἐξουσίας,
ἀπόρροια τοῦ πρωθυπουργοκεντρικοῦ
χαρακτῆρος τοῦ πολιτικοῦ μας συστήματος.᾽Αλλ᾽
αὐτὸ ὑπὸ κοινοβουλευτικὸ
καθεστὼς δὲν ἠμπορεῖ νὰ
ἀντιμετωπισθῇ μὲ διεύρυνσι τῶν
ἐξουσιῶν ἢ ἀλλαγὴ τοῦ
τρόπου ἐκλογῆς τοῦ Προέδρου
τῆς Δημοκρατίας. Μόνη ἀποτελεσματικὴ
ἐξισορρόπησις θὰ ἠμποροῦσε
νὰ ἐπέλθῃ, παραλλήλως πρὸς
τὴν κατὰ τὰ ἀνωτέρω ἀνάκτησι
τοῦ θεσμικοῦ της ρόλου ἀπὸ
τὴν Βουλή, μὲ τὴν δημιουργία
καὶ δευτέρου νομοθετικοῦ σώματος,
Γερουσίας, ἀναδεικνυομένης σὲ
σώφρονα τροχοπέδη γιὰ τὴν πρόληψι
κυβερνητικῶν ἀνομιῶν.-
῾Ο
Μοντεσκιὲ εἰςτὸ
ἔργον
του
Περὶ τοῦ πνεύματοςτῶν Νόμων ἔγραψε
: «Il ne faut point faire de changement dans une
loi sans une raison suffisante» [MONTΕSQUIEU,
De l’esprit des lois, livre XXIX, chap.
XVI], δηλαδή,
« δὲν πρέπει νὰ γίνεται καμμιὰ μεταβολὴ σ᾽ ἕνα νόμο χωρὶςἐπαρκῆ αἰτία”. Κατὰ μείζονα λόγον ὅταν πρόκειται γιὰ διατάξειςτοῦ θεμελιώδουςνόμου, τοῦ Συντάγματος.
Τὴν παραίνεσι αὐτὴ τοῦ μεγάλου πολιτειολόγου ἂςἔχει διαρκῶςὑπ᾽ ὄψιν τηςκαὶ ἡ παροῦσα ᾽Αναθεωρητικὴ τοῦ ΣυντάγματοςΒουλή.-
Χρῆστος
Α. Σαρτζετάκης
Νέα
Πεντέλη, 27η Σεπτεμβρίου 2000.