ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
Ὁ τέως Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας
Κύριος Χρῆστος Α. Σαρτζετάκης προέβη εἰς τὴν ἀκόλουθον
δήλωσιν :
« Μὲ βαθυτάτην ὀδύνην ὁλόκληρος ὁ Ἑλληνικὸς
λαὸς παρακολουθεῖ ἐπὶ ἑβδομάδας
τώρα τὰς ἀποκαλυπτομένας καὶ ἐν
μέρει, ἀμέσως ἢ ἔστω ἐμμέσως, ἀνομολογουμένας ἀθλιότητας ἐκκλησιαστικῶν
μας ταγῶν. Ἡ δέσμη τῶν καταγγελλομένων ἱερατικῶν ἀνομημάτων
εἶναι πλουσία. Ἑστιάζεται κυρίως εἰς
α) γενετήσια σκάνδαλα, β) σκανδαλώδη χρηματοθηρίαν καὶ γ) ἀνηκούστους
ραδιουργίας πρὸς παράνομον ἐκμαίευσιν εὐνοιῶν, ἀκόμη
καὶ Δικαστικῶν λειτουργῶν∙ σχηματισμὸν κλικῶν,
δηλαδὴ ὁμίλων ἀλληλοϋποστηριζομένων
προσώπων, πρὸς προαγωγὴν τῶν ἰδίων
των συμφερόντων∙ συγκρότησιν καὶ ὁμάδων ἐπιρροῆς πρὸς ἐκπόρθησιν,
βοηθούσης καὶ τῆς χρήσεως τῶν ἀθλιωτέρων
νοητῶν μεθόδων κατασυκοφαντήσεως τῶν ἀντιπάλων, ἐπιζήλων, ἀκόμη
καὶ ὑπερτάτων, ἐκκλησιαστικῶν
θέσεων.
Δὲν
πρόκειται περὶ κρίσεως εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Τὰ καταγγελλόμενα ἀνομήματα τοῦ Ἱερατείου
καὶ εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν
προσώπων ἀνωτέρων καὶ ἀνωτάτων βαθμίδων
αὐτοῦ μὲ καμμίαν λογικὴν δὲν
συνθέτουν κρίσιν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία
συγκροτεῖται κυρίως ὄχι ἀπὸ τοὺς
ταγούς της, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ σύνολον
τῶν πιστῶν της. Ἔτσι καὶ ἡ ἔξαλλος
καὶ ἐμπαθεστάτη κατὰ τὰς ἡμέρας
μας καταφορὰ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας
εἶναι ἀδικαιολόγητος καὶ ἀστοχεῖ, ἐκτὸς ἐὰν ἐνσυνειδήτως ὑπηρετῇ ἀνομολογήτους
σκοποὺς ὑποσκάψεώς της. Ὅπως ἐπίσης καὶ ἀντιθέτως, ἡ ἐπιτήδειος ἐπίκλησις
τοῦ θεωρήματος, ὅτι διὰ τῶν
καταγγελλομένων βάλλεται δῆθεν ἡ Ἐκκλησία,
προφανῶς ἀποσκοπεῖ εἰς ἀποπροσανατολισμὸν
τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ συγκάλυψιν ἱερατικῶν ἀνομημάτων. Τὴν
πυξίδα σωστῆς καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου
θεωρήσεως μᾶς παρέχει καὶ πάλιν τὸ ἀθάνατον ἀρχαῖον Ἑλληνικὸν
πνεῦμα. Ὁ μέγας Ἀριστοτέλης μᾶς
διδάσκει : «
πρὸς γὰρ τὸ καλὸν καὶ τὸ μὴ καλὸν
οὐχ οὕτω διαφέρουσιν αἱ πράξεις καθ'
αὑτὰς ὡς ἐν τῷ τέλει
καὶ τῷ τίνος ἕνεκεν» (Πολιτικὰ Η
6 [1330a], εἰς
τὴν ἔκδοσιν Παπύρου, Ἀθῆναι 1975, σελ. 466-467, - εἰς
τὴν ἔκδοσιν τῆς Collection
Budé, Les Belles Lettres, Paris 1986, τόμος ΙΙΙ, Μέρος Α΄, σελ. 96). Δηλαδὴ ὅτι
πρέπει νὰ ἐξετάζωμεν πρὸς ποῖον
σκοπὸν καὶ χάριν τίνος γίνεται συγκεκριμένη
πρᾶξις, προκειμένου νὰ τὴν κρίνωμεν ὡς
καλὴν ἢ κακήν (τιμίαν ἢ ἄτιμον, s'il s'agit d'honneur ou de
déshonneur μεταφράζουν
εὐστόχως οἱ Γάλλοι).
Καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου ἀπὸ ποίους ἐκφέρονται,
εἰς τὶ ἀποβλέπουν καὶ χάριν
τίνος ἐκχέονται καθημερινῶς ἀπὸ πληθώραν
Μ.Μ.Ε. (ἐφημερίδων, περιοδικῶν καὶ ραδιοτηλεοπτικῶν
δικτύων) τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια ἱερατικὰ ἀνομήματα.
Δυστυχῶς καὶ ἡ ἐπίσημος Ἐκκλησία
δὲν βοηθεῖ εἰς διαλεύκανσιν τοῦ ὁρίζοντος. Ἔτσι, ἐνῷ ἐπισήμως
διεκήρυξεν, ὅτι θὰ προέλθῃ εἰς αὐτοκάθαρσιν,
δελτίον τύπου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (τῆς
1.3.2005) ἀναφέρει κατὰ λέξιν, ὅτι «στό ἐμπιστευτικό πρωτόκολλο Αὐτῆς
δέν ἔχει κατατεθεῖ καμία καταγγελία εἰς
βάρος Ἀρχιερέων ἤ ἄλλων Κληρικῶν
καί ὅτι στά Συνοδικά Δικαστήρια καμία ὑπόθεση
κατά Ἀρχιερέως δέν βρίσκεται σέ ἐκκρεμότητα». Ἐρωτᾶται
λοιπόν, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχουν ἐκκρεμεῖς καταγγελίαι,
πῶς καὶ ἐναντίον τίνων θὰ χωρήσῃ ἡ ἐπαγγελλομένη αὐτοκάθαρσις τῆς Ἐκκλησίας
μας ; Ποῖος
κοροϊδεύει ποῖον ;
Καὶ τὸ τρὶς χειρότερον
: ἡ ἐπίσημος Ἐκκλησία μετέρχεται εὐτελεῖς
μεθόδους ἀποπροσανατολισμοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἔτσι ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, κατὰ λέξιν,
«ἀπεφάσισε νά τελεσθεῖ ἀγρυπνία,
τήν 8η πρός 9η Μαρτίου 2005, μέ τήν εὐκαιρία
τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα
Μαρτύρων, στούς
Μητροπολιτικούς Ναούς τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων
καί σέ μεγάλους Ἱερούς Ναούς πολυπληθῶν πόλεων,
μέ αἴτημα προσευχῆς τήν ὑπέρβαση τῆς
κρίσεως» (τὸ αὐτὸ Δελτίον τύπου ὑπὸ ε΄). Ἀλλὰ κάθε
νουνεχὴς ἐνθυμεῖται τὴν ὁμολογίαν
αὐτοῦ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
καὶ πάσης Ἑλλάδος Κυρίου Χριστοδούλου, κατὰ τὴν εἰσήγησίν του τῆς
18.2.2005 ἐνώπιον τῆς ἐκτάκτου Ἱεραρχίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,
εἰς τὴν ὁποίαν μεταξὺ ἄλλων ἐξέφερε
καὶ τὰ ἀκόλουθα κατὰ λέξιν : « Ὅπως ἀποδεικνύεται ὑπάρχουν σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες κάποιοι κληρικοί, ποὺ ἔχουν
προδώσει τὴν ἱερὴ ἀποστολή των, ἢ ἔχουν συμπεριφερθῆ κατ' ἐπιταγὴν
τῶν ἐπιληψίμων ἀδυναμιῶν των. Δύο
εἶναι τὰ βασικὰ ἀδικήματα τῶν κληρικῶν αὐτῶν : ἡ φιληδονία
καί ἡ φιλαργυρία. Καί
θά πρέπει νά παραδεχθοῦμε πώς σέ κάποιο βαθμό εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι γιατί, ἀπό ὅ,τι
φαίνεται, ἀνεχθήκαμε αὐτές
τίς καταστάσεις, ὅπου ὑπάρχουν, ἐφ' ὅσον τίς γνωρίζαμε, πού ἔχουν διαβουκολήσει
τίς συνειδήσεις καί ἔχουν ἐκθέσει πρόσωπα
καί τόν ἱερό θεσμό, πού ὑπηρετοῦμε.
Εἴμαστε ὑπεύθυνοι διότι ἀπό μία κακῶς ἐννοούμενη
πρόνοια γιά ἀποσόβηση μείζονος σκανδαλισμοῦ τοῦ λαοῦ, ἀποσιωπήσαμε ἔνοχες
συμπεριφορές πού ἔφθασαν στή δημοσιότητα καί
προκάλεσαν ἰσοπεδωτικά γιά τήν Ἐκκλησία καί ὑποτιμητικά
γιά τούς κληρικούς σχόλια. Εἴμαστε ὑπεύθυνοι ὅσοι ὄχι
μόνον ἐπροστατεύσαμε, ἀλλά καί ἀνεχθήκαμε
νά ὑπάρχουν στήν τοπική μας Ἐκκλησία κληρικοί ἀσυνεπεῖς
πρός τήν ἀποστολήν των καί μετατρέψαμε
τίς Μητροπόλεις μας σέ θερμοκήπια ἀθλιοτήτων. Εἴμαστε ὑπόλογοι διότι ὀχυρωθήκαμε
στόν νομικό τύπο καί ἀγνοήσαμε τήν οὐσία ἀπό
πρόνοια μή καί παρανομήσουμε ἤ μή καί ἀδικήσουμε
τυχόν θύματα τεχνολογικῶν μεθοδεύσεων καί ἀποκαλύψεων. Ἀφήσαμε ἔτσι νά πλανῶνται φῆμες καί διαδόσεις
σέ βάρος ὅλων μας χωρίς νά θελήσουμε νά τίς ἀντιμετωπίσουμε
μέ τόν πρέποντα τρόπον. Ἀνεχθήκαμε γιά πολύ
νά ἔχομε μετατρέψει τήν κάθε Ἐπισκοπή σέ ἀπυρόβλητο ὀχυρό, πού
κανείς δέν ἔχει δικαίωμα νά τό παραβιάσει, ἔστω καί ἄν ἐκεῖ μέσα
διαπράττονται κανονικά καί ποινικά ἀδικήματα δηλ.
κλοπές τοῦ ἱεροῦ χρήματος ... » (τὸ κείμενον ἀπὸ τὴν ἐπίσημον ἱστοσελίδα
τῆς Ἐκκλησίας). Ἀφοῦ λοιπὸν καταγγελλόμενα
καὶ διὰ χειλέων τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἀνομήματα
τοῦ Ἱερατείου, καὶ μόνον αὐτοῦ,
βαρύνουν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐδημιούργησαν
τὴν σοβοῦσαν κρίσιν, πρὸς τὶ καλεῖται ὁ εὐσεβὴς ἑλληνικὸς
λαὸς εἰς ἀγρυπνίαν διὰ νὰ προσευχηθῇ πρὸς ὑπέρβασιν
τῆς κρίσεως ; Διότι θὰ ἀρκοῦσε πρὸς τοῦτο νὰ μεταβάλλουν
οἱ ἴδιοι οἱ πταίσαντες Ἱερωμένοι
μας νοοτροπίαν καὶ συμπεριφοράν. Νὰ κάνουν
αὐτοὶ ὡς ἁμαρτήσαντες ὅσας
θέλουν προσευχὰς καὶ ἀγρυπνίας. Ἀλλὰ νὰ καλῆται
εἰς ἀγρυπνίαν καὶ προσευχὴν ὁ ἀμέτοχος
εἰς τὰ ἀνομήματα λαός, διότι παντοειδῶς ἠσέλγησαν ἐκκλησιαστικοὶ ταγοί
του, ἀποτελεῖ τὴν δεινοτέραν ὕβριν
εἰς βάρος τῆς νοημοσύνης του καὶ εἰς
τὴν οὐσίαν διολίσθησιν εὐθυνῶν
καὶ εἰς βάρος του. Ἐκδήλωσις ἀνακαλοῦσα
τὰς σκοτεινοτέρας περιόδους ἐκκλησιαστικοῦ ἀναχρονισμοῦ.
Ὡς
πρὸς τὴν Πολιτείαν, ὀρθῶς πράττει
μὴ ἀναμειγνυομένη εἰς τὴν κρίσιν. Αἱ ἐπ' αὐτοῦ ἀντίθετοι
φωναὶ ὑπηρετοῦν καταφανῶς μόνον
κομματικὰς σκοπιμότητας. Δὲν νοεῖται ἡ Πολιτεία
νὰ συμβάλῃ διὰ παρεμβάσεώς της εἰς ὄξυνσιν
τῶν ἐπὶ τοῦ θέματος ἀντιπαραθέσεων, ἀνομήματα
εἰς ξένα πεδία δὲν τὴν ἀφοροῦν, ἐφ' ὅσον
πραγματικὰ ἐθνικὰ συμφέροντα δὲν
πλήττονται. Καὶ κυρίως δὲν θὰ πρέπει ἡ Πολιτεία
νὰ ἐνδώσῃ εἰς τὸ ὑπερφίαλον
αἴτημα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ τῆς Ἱεραρχίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως
καταγγελίαι παντὸς εἴδους, ἀκόμη
καὶ οἰκονομικῆς φύσεως, εἰς
βάρος Ἱερωμένων ὑπαχθοῦν εἰς
τὴν ἁρμοδιότητα πρωτοφανοῦς συνθέσεως ὀργάνου, ἀπαρτιζομένου ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον ὡς
Πρόεδρον καὶ τρεῖς Ἀντιπροέδρους
τῶν Ἀνωτάτων Δικαστηρίων τῆς χώρας
(ἀνὰ ἕνα ἀπὸ τὸν Ἄρειον
Πάγον, τὸ Συμβούλιον Ἐπικρατείας, τὸ Ἐλεγκτικὸν
Συνέδριον) ! Πρότασις ἐξωφρενική, ἀντικειμένη
εἰς τὸ Σύνταγμα καὶ τὴν ἰσχύουσαν ἔννομον
τάξιν, δηλωτικὴ ὅμως τῆς ἀρρωστημένης
καὶ ἀθεραπεύτου ἀλαζονείας τῶν ἐκκλησιαστικῶν
μας ταγῶν ».
Χρῆστος Α. Σαρτζετάκης
Νέα Πεντέλη, 4η Μαρτίου 2005. |